Την πολυτάραχη ζωή του λόρδου Τζορτζ Τζέλικο (1918-2005) στη Βρετανία και τη δράση του στην Ελλάδα στη διάρκεια του τελευταίου πολέμου ιστορεί ένα βιβλίο, «Α British Achilles», που μόλις κυκλοφόρησε στην Αγγλία. Συγγραφέας του η Λόρνα Ολμοντς Γουίντμιλ, η οποία με βάση έγγραφα των βρετανικών αρχείων που τώρα έρχονται στη δημοσιότητα δίνει τις δραματικές στιγμές των επιχειρήσεων σαμποτάζ στις γερμανικές εγκαταστάσεις της Κρήτης και της Ρόδου, το 1943, στις οποίες πήρε μέρος ο Τζορτζ Τζέλικο. Γιος του ήρωα του A´ Παγκοσμίου Πολέμου ναυάρχου σερ Τζον Τζέλικο, ο νεαρός Τζορτζ, τον οποίο η Γουίντμιλ περιγράφει ως «οπαδό του Τσόρτσιλ στο ποτό και του διαβόητου γυναικά Εδουάρδου σε ό,τι αφορά το γυναικείο φύλο», είχε ενταχθεί στην ομάδα των βρετανικών ειδικών καταδρομών SAS και τοποθετήθηκε στο αρχηγείο του Καΐρου. Μεταπολεμικά συνεργάστηκε με την ομάδα αντικατασκοπείας του Κέιμπριτζ, στην έξαρση του Ψυχρού Πολέμου διηύθυνε το γραφείο του Φόρεϊν Οφις για τη Σοβιετική Ενωση και κατόπιν πέρασε στην πολιτική για να αναλάβει αρχηγός των Συντηρητικών στη Βουλή των Λόρδων και αργότερα υπουργός στην κυβέρνηση Εντουαρντ Χιθ. Το 1973 αναγκάστηκε να παραιτηθεί, όταν αποκαλύφθηκαν οι σχέσεις του με ένα κολ γκερλ.


«Το Βήμα» δημοσιεύει σήμερα αποσπάσματα σχετικά με την επίθεση των κομάντος στη χιτλερική αεροπορική βάση του Ηρακλείου, τον Ιούνιο του 1942, στην οποία πήρε μέρος ο Τζορτζ Τζέλικο.


Τον Απρίλιο του 1942 ο Τζέλικο παρουσιάστηκε στο αρχηγείο του Στέρλινγκ των SAS στο Καμπρίτ, βορειοανατολικά του Σουέζ. H μονάδα «L» είχε αρχίσει τις επιδρομές εναντίον των αεροδρομίων του Αξονα, των εγκαταστάσεων και του οδικού δικτύου, βαθιά στο έδαφος του εχθρού. Ο Τζέλικο ήταν ο δεύτερος «τη τάξει» στη μονάδα και αυτό βόλευε τον Στέρλινγκ, που δεν ήθελε να επιβαρύνεται με τα διοικητικά της ρουτίνας. Και μια και ο Τζέλικο μιλούσε καλά γαλλικά, ο Στέρλινγκ τον έκανε «σύνδεσμο» με τους γάλλους κομάντος, που είχαν δείξει ευφυΐα και παλικαριά στη Νότια Αφρική, στη Λιβύη, στην Παλαιστίνη και στη Συρία.


Τον Μάιο του 1942 ήταν έτοιμοι για δράση. H πρώτη τους επιδρομή θα ήταν στο Ηράκλειο της Κρήτης, στο αεροδρόμιο κοντά στη βόρεια ακτή. Σκοπός τους ήταν να περιορίσουν τις αεροπορικές επιθέσεις εναντίον των βρετανικών νηοπομπών από την Αλεξάνδρεια προς τη Μάλτα, η οποία αντιμετώπιζε καταστροφή. Ο Τσόρτσιλ επέμενε ότι τα εφόδια έπρεπε πάση θυσία να φτάσουν στη Μάλτα. Στόχος λοιπόν των SAS ήταν να κάνουν απόβαση στην Κρήτη και να ανατινάξουν τα γερμανικά αεροπλάνα στο αεροδρόμιο του Ηρακλείου. H επιδρομή ορίστηκε για τη βραδιά της 12ης Ιουνίου, ώστε να συμπέσει και με άλλες επιδρομές στα αεροδρόμια του Μάλεμε και στο Τυμπάκι. Αμέσως ξεκίνησαν για την Αλεξάνδρεια ο Τζέλικο και ο Γάλλος Μπερζέ με άλλους τρεις δικούς του.


5 Ιουνίου. H νύχτα έπεσε στην Αλεξάνδρεια. Ελάχιστοι ήξεραν ότι ο «Τρίτων», το υποβρύχιο του ελληνικού Ναυτικού, με κυβερνήτη τον Κοντογιάννη παρέλαβε τους πέντε κομάντος των SAS με το υλικό τους. Ο υπολοχαγός Κώστας Πετράκης από την Κρήτη θα ήταν ο οδηγός τους.


Ο καθένας τους κουβαλούσε φορτίο 30 κιλών – ξηρά τροφή, νερό, εκρηκτικά, πυροκροτητές, σε χωριστούς αδιάβροχους σάκους, και 25 πλαστικές βόμβες. Επιπλέον είχαν επάνω τους ένα περίστροφο Κολτ 45άρι, ένα οπλοπολυβόλο Μπερέτα, ένα αμερικανικό μαχαίρι, δύο πλαστικές βόμβες, πυξίδα, χάρτες και φωτογραφίες της περιοχής. Επίσης είχαν μαζί τους τρεις φουσκωτές βάρκες. Οι δύο μετέφεραν τους κομάντος, η τρίτη τις βόμβες που θα ανατίναζαν το αεροδρόμιο.


Υστερα από πέντε ημέρες στη θάλασσα, ο «Τρίτων» βγήκε στην επιφάνεια στη βόρεια ακτή της Κρήτης. Αφού εξέτασαν το τοπίο από το περισκόπιο, ο «Τρίτων» βυθίστηκε ξανά στα δέκα μέτρα, περιμένοντας το σκοτάδι για την αποβίβαση των επιδρομέων. Αίφνης ο βρετανός αξιωματικός που ακροαζόταν το σόναρ έκανε σήμα στον αξιωματικό προς την πρύμνη. Το κλάξον προειδοποίησε ότι τα στεγανά κλείνουν και το υποβρύχιο άρχισε ταχύτατα να βυθίζεται. Το βυθόμετρο έδειχνε 20 μέτρα, μετά 30, 40 και σταμάτησε στα 42. H πίεση στα αφτιά ήταν τεράστια. Το πλήρωμα ακίνητο, ο καθένας στο πόστο του. Κάποια στιγμή άκουσαν τις προπέλες να περνούν από πάνω τους. Τελικά ο υπαξιωματικός έδωσε το σήμα «περισκόπιο άνω». Την είχαν γλιτώσει φθηνά…


Τις πρώτες ώρες της 12ης Ιουνίου ο «Τρίτων» αποβίβασε τους κομάντος με το υλικό τους, κάπου τρία μίλια από τον ορμίσκο Καρτερός, πολύ μακρότερα απ’ ό,τι είχαν υπολογίσει, πράγμα που σήμαινε ότι θα έπρεπε να περπατήσουν με όλα τα φορτία. Καθώς κωπηλατούσαν για να βγουν στη στεριά, οι πλαστικές βάρκες τους έκαναν νερά. Υστερα από τρεις ώρες κωπηλασίας και ιδρώτα, άκουσαν τον μαγικό ήχο των κυμάτων που συναντάνε τα βότσαλα. Οι Γερμανοί δεν τους είχαν πάρει χαμπάρι, αλλά οι ντόπιοι τούς επισήμαναν σχεδόν αμέσως μετά την αποβίβασή τους. Αυτό δεν στενοχώρησε τους καταδρομείς γιατί γνώριζαν ότι οι ντόπιοι μισούσαν τους Γερμανούς.


Τη νύχτα εκείνη, 12η προς 13η Ιουνίου, κοιμήθηκαν έξω από τα συρματοπλέγματα του αεροδρομίου, έτοιμοι για δράση τα χαράματα. Οταν ξημέρωσε, έκαναν μια πρόχειρη αναγνώριση και διαπίστωσαν ότι στον διάδρομο απογείωσης ήταν κάπου 50-60 βομβαρδιστικά «Γιούνκερ-88», αυτά ακριβώς που ο Τσόρτσιλ ήθελε να καταστρέψουν. Καθυστέρησαν κάπως, επειδή μια γερμανική περίπολος έκανε την εμφάνισή της. Επεσαν μπρούμυτα στο έδαφος και η περίπολος πέρασε κοντά τους. Νόμισαν πως δεν τους αντελήφθησαν, αλλά ο τελευταίος (ουραγός) Γερμανός την τελευταία στιγμή τούς είδε. Ηταν ντυμένοι με τα ρούχα των ντόπιων. Ενας από τους Γάλλους – μελαχρινός – άρχισε να ροχαλίζει δυνατά και η περίπολος έφυγε αηδιασμένη με τους μπεκρήδες τεμπέληδες ιθαγενείς…


Κάτι όμως θα τους φάνηκε ύποπτο και ξαναγύρισαν, μα για καλή τους τύχη τη στιγμή εκείνη άρχισε ένας ισχυρός βομβαρδισμός από βρετανικά βομβαρδιστικά. Ετσι ξέφυγαν από την περίπολο και φορτωμένοι τα εκρηκτικά έσπευσαν στο αεροδρόμιο και τοποθέτησαν όσα εκρηκτικά πρόλαβαν σε 22 αεροσκάφη καθώς και στις αποθήκες πυρομαχικών. Υστερα από κάμποσα λεπτά, εξερράγη η πρώτη βόμβα. Ξαφνικά το αεροδρόμιο γέμισε από Γερμανούς και διαταγές. Οι κομάντος είχαν στο μεταξύ βγει από την περίμετρο και είχαν χαθεί μέσα στο σκοτάδι.


Οι αποθήκες καυσίμων είχαν πάρει φωτιά και οι αποθήκες πυρομαχικών τινάχτηκαν στον αέρα. Ο Πετράκης ξεκίνησε για να μάθει από τους ντόπιους τα καθέκαστα. Υστερα από δύο ώρες επέστρεψε με ένα ζευγάρι ντόπιων που τους έφερναν σαλιγκάρια, χόρτα, ψωμί και κολοκυθάκια. Τα μαντάτα δεν ήταν καλά: οι Γερμανοί είχαν εκτελέσει 50 ντόπιους κάπου πέντε χιλιόμετρα από το Ηράκλειο. H μικρή ομάδα των βρετανών κομάντος ξεκίνησε για τη νότια ακτή, ανατολικά από το Τυμπάκι.


Καθώς έπεφτε η νύχτα, η ομάδα συνάντησε τους Κρητικούς που θα τους οδηγούσαν στο σημείο αναχώρησης, όπου είχαν ραντεβού με το υποβρύχιο για την επιστροφή τους στη Μέση Ανατολή, οι οποίοι τους ανήγγειλαν ότι άλλαξαν γνώμη και δεν είχαν καμία πρόθεση να τους συνοδεύσουν. Αυτό σήμαινε ότι θα άφηναν πίσω τους καταδότες, που θα τους πρόδιδαν. Ο Γάλλος έβγαλε το περίστροφό του για να τους εκτελέσει επί τόπου και εκείνοι έπεσαν στα γόνατα. Ηταν μια τρομερή σκηνή. Με τον Πετράκη διερμηνέα αποφασίστηκε τελικά ότι θα τηρούσαν τη συμφωνία και θα τους οδηγούσαν στην παραλία. Αλλά έπρεπε να ενημερώσουν τις οικογένειές τους. Ετσι, ο Πετράκης με τον έναν χωρικό ξεκίνησαν για το χωριό τους, ενώ ο άλλος παρέμεινε «όμηρος», με την ομάδα. Σε περίπτωση που ο ένας δεν θα επέστρεφε, ο άλλος θα έβρισκε τον θάνατο στα χέρια της ομάδας. Οι Γάλλοι δεν ήταν ιδιαίτερα ικανοποιημένοι, αλλά ο Πετράκης επέστρεψε σύντομα με τον Κρητικό. Οι οικογένειές τους είχαν ειδοποιηθεί και όλα ήταν εντάξει. Ο Πετράκης και ο Τζέλικο ξεκίνησαν για το σημείο του ραντεβού με το υποβρύχιο. Ηρθε στην ώρα του.


Στις 23 Ιουνίου το υποβρύχιο παρέλαβε την ομάδα για το ραντεβού που είχαν με βρετανικό πολεμικό το οποίο θα τους πήγαινε στη Μάρσα Ματρούχ. Καθώς τους μετέφεραν στο πολεμικό από το υποβρύχιο, ένας άλλος Βρετανός έκανε το αντίστροφο ταξίδι με αντικειμενικό σκοπό να συνδεθεί με τους αντάρτες της Κρήτης. Αντάλλαξαν χαιρετισμούς και ονόματα. «Με λένε Τζορτζ Τζέλικο, εσένα;», «Είμαι ο Πάτρικ Λη Φέρμορ» απάντησε ο καινούργιος.