«Εννοείται ότι ο Μότσαρτ είναι ο δυσκολότερος από όλους τους συνθέτες. H μουσική γραφή του είναι διαυγής, ακριβής και κρυστάλλινη και έτσι ακριβώς πρέπει να είναι και το τραγούδι σου. Δεν υπάρχει τίποτε πίσω από το οποίο μπορείς να κρυφθείς», Εντίτα Γκρουμπερόβα. «Είναι πολύ απαιτητικός τόσο φωνητικά όσο και υποκριτικά», ντέιμ Κίρι Τε Κάναουα. «Οι ρόλοι του είναι πολύ εκτεθειμένοι. Δεν μπορείς να κρυφθείς πίσω από κανένα τέχνασμα, γιατί ακόμη και ένας ηλίθιος θα το καταλάβει. Γι’ αυτό λένε ότι, αν μπορείς να τραγουδήσεις καλά Μότσαρτ, μπορείς να τραγουδήσεις τα πάντα», Λουτσία Ποπ. «Στον Στράους και στον Πουτσίνι μπορείς να ξεχάσεις τον φωνητικό έλεγχο και να παραδοθείς ολόψυχα στη μουσική. Αν δεν έχεις καλή τεχνική ή αν εκείνη την ημέρα δεν είσαι καλά στην υγεία σου, μπορείς να αποκρύψεις φωνητικές ατέλειες και παραστρατήματα, πράγμα εντελώς αδύνατον στον Μότσαρτ, που είναι ο δυσκολότερος συνθέτης που έχω τραγουδήσει», Αννα Τομόβα Σίντοφ.


* Διαρκείς προκλήσεις


Και οι τέσσερις ντίβες το λένε καθαρά. Ο Μότσαρτ, ως συνθέτης όπερας, όσο απολαυστικός μπορεί να είναι για τον ακροατή, τόσο τυραννικός μπορεί να είναι για τις πριμαντόνες του. Απλά και μόνο επειδή ζητεί από εκείνες τα πάντα: και άριστο τεχνικό έλεγχο της φωνής τους, και μεγάλη φωνητική έκταση, και απόλυτη κατανόηση και πιστή απόδοση του ιδιαίτερου στυλ του. Οι… παθούσες το γνωρίζουν: ο εν λόγω συνθέτης μπορεί να τους χαρίσει τους μεγαλύτερους θριάμβους της καριέρας τους, δεν θα τους χαριστεί όμως ποτέ. Αντιθέτως, θα απαιτεί πάντα από εκείνες να είναι ικανές «όχι να περπατήσουμε επάνω σε τεντωμένο σκοινί αλλά να χορέψουμε επάνω σε αυτό», όπως λέει η Λουτσία Ποπ αναφερόμενη στον ρόλο της Βασίλισσας της Νύχτας από τον «Μαγικό αυλό». H σπουδαία σλοβάκα υψίφωνος ανταποκρίθηκε στην πρόκληση και κέρδισε. Οχι μόνο ως Βασίλισσα της Νύχτας (και Παμίνα) στον «Μαγικό αυλό» αλλά και σε πολλούς άλλους ρόλους του Μότσαρτ (Σουζάνα και Κοντέσα στους «Γάμους του Φίγκαρο», Τσερλίνα στον «Ντον Τζιοβάνι», Σερβίλια και Βιτέλια στη «Μεγαλοψυχία του Τίτο», Ιλια στον «Ιδομενέα» κτλ.), κερδίζοντας με το σπαθί της τον χαρακτηρισμό-τίτλο τιμής «μοτσάρτεια τραγουδίστρια». Τραγουδίστρια, δηλαδή, που έχει ειδικευθεί (και διακριθεί) στην ερμηνεία έργων του κορυφαίου αυστριακού συνθέτη.


* Ιδανικές ερμηνείες


Πολλά χρόνια προτού λάμψει η Λουτσία Ποπ στις διεθνείς μουσικές σκηνές τραγουδώντας Μότσαρτ, στις αρχές και στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα τραγουδίστριες σαν τη Λίλι Λέμαν, τη Φρίντα Χέμπελ, τη Μαρία Ιβογκούν, την Τιάνα Λέμνιτζ, τη Μαρία Νέμετ και την Ελληνίδα Μαργαρίτα Πέρρα θριάμβευσαν σε απαιτητικούς ρόλους του συνθέτη. Οι ουκ ολίγες ηχογραφήσεις τους, που ευτυχώς έχουν διασωθεί και εκδοθεί από μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες, αποδεικνύουν περίτρανα του λόγου το αληθές. H Κονστάντσε («Απαγωγή από το σεράι») των Ιβογκούν, Νέμετ και Πέρρα, η Βασίλισσα της Νύχτας της Χέμπελ, η Παμίνα της Λέμνιτζ και η Ντόνα Αννα («Ντον Τζιοβάνι») της Λέμαν λάμπουν σαν διαμάντια στο δισκογραφικό σύμπαν της κλασικής μουσικής. Και η παράδοση πέρασε από γενιά σε γενιά…


Γύρω στη δεκαετία του ’40 η εκπάγλου καλλονής τσέχα υψίφωνος Γιαρμίλα Νοβότνα παρέδιδε μαθήματα ιδανικής ερμηνείας του Μότσαρτ στις αμερικανικές σκηνές, όπου θριάμβευε ως ιδεώδης Ντόνα Ελβίρα («Ντον Τζιοβάνι»), Κερουμπίνο («Γάμοι του Φίγκαρο») και Παμίνα (αγαπημένη Παμίνα του Αρτούρο Τοσκανίνι). Δίπλα της, ιδανική Σουζάνα ήταν σύμφωνα με τους κριτικούς η βραζιλιάνα υψίφωνος Μπιντού Σαγιάο. Την ίδια εποχή η υψίφωνος Ελινορ Στίμπερ κατακτούσε τον τίτλο της απόλυτης αμερικάνας μοτσάρτειας ντίβας πρωταγωνιστώντας στην πρώτη παραγωγή της «Απαγωγής από το σεράι».


Μετά τις προπολεμικές ουσιαστικά ντίβες μια ομάδα υψιφώνων κυρίως από τη Γερμανία, την Κεντρική Ευρώπη και τα Βαλκάνια ήλθε στο προσκήνιο για να δοξάσει με τη σειρά της τον Μότσαρτ αλλά και να δοξαστεί μέσα από τη μουσική του. H Σουζάνα της Ιρμγκαρντ Ζέεφριντ, η Σουζάνα αλλά και η Κοντέσα της Χίλντε Γκίντεν, η Ντόνα Ελβίρα της Λίζα Ντέλα Κάζα, η Ντόνα Αννα της Ελίζαμπετ Γκρίμερ, η Φιορντιλίτζι («Ετσι κάνουν όλες») της Σένα Γιούρινατς, η Βασίλισσα της Νύχτας της Ρίτα Στράιχ και της Βίλμα Λιπ και η Παμίνα της Μαρίας Στάντερ θεωρήθηκαν ερμηνείες-υποδείγματα. Σε υποδειγματική ερμηνεύτρια του Μότσαρτ αναδείχθηκε την ίδια πάνω-κάτω εποχή και η Ελίζαμπετ Σβάρτσκοπφ, ενώ ιδανικός θεωρείται και ο Μότσαρτ της Ανελίζε Ρότενμπέργκερ.


* Συνεχίζουν την παράδοση


H γαλλίδα υψίφωνος Ζουζάν Ντανκό ερμήνευσε συχνά τους σημαντικότερους πρωταγωνιστικούς ρόλους του αυστριακού συνθέτη. H ιταλίδα υψίφωνος Γκρατσιέλα Σιούτι υπήρξε ανυπέρβλητη σε ρόλους σουμπρέτας (Ντεσπίνα στο «Ετσι κάνουν όλες», Σουζάνα και Τσερλίνα). H τουρκάλα υψίφωνος Λεϊλά Γκεντσέρ, όπως αποδεικνύεται και με τις ζωντανές ηχογραφήσεις που έχουν κυκλοφορήσει στο εμπόριο, τραγούδησε αριστοτεχνικά την Ηλέκτρα («Ιδομενέας»), την Κοντέσα και την Ντόνα Ελβίρα. H Ντόνα Αννα υπήρξε ένας μεγάλος ρόλος και για τη βουλγάρα υψίφωνο Αννα Τομόβα Σίντοφ, καθώς και για την αμερικανίδα υψίφωνο Λεοντίν Πράις, ενώ μια άλλη Πράις, η αγγλίδα υψίφωνος ντέιμ Μάργκαρετ Πράις έγινε διάσημη όχι μόνο ως Ντόνα Αννα αλλά και ως Κοντέσα. Εξαιρετικό Μότσαρτ τραγούδησαν, τέλος, η Ιταλίδα Μιρέλα Φρένι (Σουζάνα και Κοντέσα) καθώς και η αυστραλέζα ντέιμ Τζόαν Σάδερλαντ (Ντόνα Αννα, Ηλέκτρα…).


Αναζητώντας στα μουσικά λεξικά την ιδανική Κοντέσα από τους «Γάμους του Φίγκαρο» των τελευταίων δεκαετιών θα σταματήσουμε σίγουρα στα ονόματα της ντέιμ Κίρι Τε Κάναουα και της Γκούντουλα Γιάνοβιτς. Οσο για τον ρόλο του Κερουμπίνο, από την ίδια όπερα, αυτός έχει σημαδευτεί ανεξίτηλα από την ισπανίδα μεσόφωνο Τερέσα Μπεργκάνθα και ακολούθως από την αμερικανίδα μεσόφωνο Φρεντερίκα φον Στάντε. H Βασίλισσα της Νύχτας υπήρξε ένα από τα δυνατά χαρτιά της Εντίτα Γκρουμπερόβα, η οποία θριάμβευσε πολλάκις και ως Κονστάντσε, Ντόνα Αννα αλλά και Τζούνια από τον «Lucio Silla». Μεγαλειώδης Βασίλισσα της Νύχτας υπήρξε και η Εντα Μόζερ, η οποία μας έχει χαρίσει το πιο εντυπωσιακό ρεσιτάλ με άριες κοντσέρτου του Μότσαρτ (EMI) που έχει ηχογραφηθεί ποτέ.


Σήμερα η Ρενέ Φλέμινγκ και η Τσετσίλια Μπάρτολι συνεχίζουν την παράδοση τραγουδώντας και ηχογραφώντας έργα του Μότσαρτ.