Ο κονγκολέζος πολιτικός Πατρίς Λουμούμπα γεννήθηκε στο χωριό Οναλούα της επαρχίας ΚασάΪ του τότε Βελγικού Κονγκό. Φοίτησε σε ιεραποστολικά σχολεία και εργάστηκε ως ταχυδρομικός υπάλληλος στην πρωτεύουσα Λεοπολντβίλ (τη σημερινή Κινσάσα) και στη Στάνλεϊβιλ (το σημερινό Κισάνγκανι).
Παράλληλα ο Λουμούμπα δημοσίευε άρθρα και ποιήματα σε κονγκολέζικα έντυπα. Διάβαζε επίσης ευρωπαίους συγγραφείς, από τους Διαφωτιστές του 18ου αιώνα, τον Βολταίρο και τον Ρουσό, ως τον Μολιέρο, τον Ουγκό, τον Μαρξ και τον Σαρτρ.
Από νωρίς ο Λουμούμπα έδειξε ζωηρό ενδιαφέρον για την πολιτική, η οποία, την εποχή εκείνη στο Κονγκό, επικεντρωνόταν γύρω στο αίτημα για εθνική ανεξαρτησία. Με την κατάρρευση του παγκόσμιου αποικιοκρατικού συστήματος, η οποία ακολούθησε το τέλος του B´ Παγκοσμίου Πολέμου, αναπτύχθηκε και στο Κονγκό εθνικιστικό κίνημα, του οποίου ο Λουμούμπα δεν άργησε να γίνει ένας από τους κυριότερους και συνεπέστερους εκπροσώπους.
Το Κονγκό τελούσε υπό βελγική κυριαρχία από το 1885, όταν η Διάσκεψη του Βερολίνου θέλησε να βάλει τάξη στον άγριο ανταγωνισμό των ευρωπαϊκών δυνάμεων για την εκμετάλλευση του πλούτου της Αφρικής. H Διάσκεψη «δώρησε», με τη μορφή προσωπικής του ιδιοκτησίας, στον βασιλιά Λεοπόλδο B’ του Βελγίου το Ελεύθερο Κράτος του Κονγκό, όπως ονόμασαν την περιοχή δηλαδή νοτίως του ποταμού Κονγκό, η οποία είχε ογδόντα φορές την έκταση της χώρας του.
Βασανιστήρια και ακρωτηριασμοί
Ο Λεοπόλδος επειγόταν να αποκομίσει κέρδη και αυτή του η σπουδή δημιουργούσε ανάγκη για άφθονα εργατικά χέρια. Τα μέσα που μετέρχονταν οι πράκτορές του για να στρατολογούν τους ντόπιους πληθυσμούς για καταναγκαστική εργασία ήταν απάνθρωπα και συχνά σε αυτά περιλαμβάνονταν βασανιστήρια και ακρωτηριασμοί.
H κατάσταση αυτή, συνδυασμένη με το κίνητρο της εμπορικής αντιζηλίας, προκάλεσε τη δυσφορία των άλλων αποικιοκρατικών δυνάμεων, οι διαμαρτυρίες των οποίων οδήγησαν στη μεταβολή του καθεστώτος του Κονγκό και στη μετατροπή του το 1908 σε βελγική αποικία. H μεταβολή δεν σήμανε ιδιαίτερη βελτίωση του τρόπου διαβίωσης των γηγενών, οι εξεγέρσεις των οποίων ήταν συχνές αλλά καταπνίγονταν πάντοτε με τον σκληρότερο τρόπο.
Παρ’ όλα αυτά ακόμη και στα τέλη της δεκαετίας του 1950, όταν το παγκόσμιο αποικιοκρατικό σύστημα κλονιζόταν παντού, η βελγική κυβέρνηση δεν έδειχνε καμία διάθεση να εξετάσει το ενδεχόμενο της ανεξαρτησίας του Κονγκό, διατεινόμενη ότι όλα πήγαιναν θαυμάσια στην αποικία της. Οι Αφρικανοί ωστόσο είχαν διαφορετική γνώμη και το εθνικιστικό κίνημά τους φούντωνε ολοένα.
Το 1958 ο Λουμούμπα έχοντας βγει από τη φυλακή, όπου είχε μείνει έναν χρόνο με την κατηγορία ότι είχε καταχραστεί χρήματα όταν εργαζόταν στην ταχυδρομική υπηρεσία, ίδρυσε το Εθνικό Κονγκολέζικο Μέτωπο, το πρώτο κόμμα που αγκάλιαζε όλη την αποικία, απαλλαγμένο από τους τοπικιστικούς περιορισμούς άλλων ομάδων που εξέφραζαν τις επί μέρους φυλές που αποτελούσαν τον πληθυσμό του Κονγκό.
Δύο μήνες αργότερα ως πρόεδρος του EKM ο Λουμούμπα πήρε μέρος στην πρώτη Διάσκεψη των Λαών της Αφρικής στην Ακρα της Γκάνας. Εκεί ήλθε σε επαφή με εθνικιστές ηγέτες από όλη την Αφρική, όπως ο Κβάμε Νκρούμα της Γκάνας και ο Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ της Αιγύπτου, και οι εθνικιστικές αντιλήψεις του προσέλαβαν τον τελικό μαχητικό χαρακτήρα τους. Ο Λουμούμπα αναδείχθηκε ηγέτης του τμήματος εκείνου του αντιαποικιακού κινήματος που οραματιζόταν ένα ελεύθερο Κονγκό με ισχυρή κεντρική κυβέρνηση, ενώ μια άλλη παράταξή του με επικεφαλής τον Ζοζέφ Καζαβούμπου ήταν υπέρ της ομοσπονδιακής μορφής του μελλοντικού ελεύθερου κράτους.
H αιφνιδιαστική ανεξαρτησία
Υπό την πίεση του εθνικιστικού κινήματος η βελγική κυβέρνηση αναγκάστηκε τελικά να υιοθετήσει διαλλακτική στάση. Το 1959 πρότεινε σχέδιο βάσει του οποίου το Κονγκό θα αποκτούσε βαθμιαία την ανεξαρτησία του. Αντιλαμβανόμενοι την πρόθεση των Βέλγων να εξασφαλίσουν, κατά τη διαδικασία, τη δημιουργία κράτους που θα παρέμενε υποχείριό τους, οι εθνικιστές ηγέτες απέρριψαν το σχέδιο. Ξέσπασαν διαμαρτυρίες που οι βελγικές αρχές, κατά τη συνήθειά τους, τις έπνιξαν στο αίμα, με αποτέλεσμα 30 νεκρούς. Ο Λουμούμπα συνελήφθη και φυλακίστηκε ως υποκινητής των ταραχών.
Τον Δεκέμβριο του 1959 έγιναν τοπικές εκλογές. Το EKM πήρε τελικά μέρος σε αυτές και κατήγαγε περιφανή νίκη: στη Στάνλεϊβιλ απέσπασε το 90% των ψήφων. Απέναντι σε αυτή την εξέλιξη οι Βέλγοι συγκάλεσαν στις Βρυξέλλες διάσκεψη των εκπροσώπων όλων των τάσεων του εθνικιστικού κινήματος. Το EKM αρνήθηκε να συμμετάσχει όσο ο πρόεδρός του βρισκόταν στη φυλακή. Οι Βέλγοι αναγκάστηκαν να τον αποφυλακίσουν. Ο Λουμούμπα ταξίδεψε αεροπορικώς στις Βρυξέλλες και οι Βέλγοι ανακοίνωσαν αιφνιδίως την απόφασή τους να παραχωρήσουν στο Κονγκό την ανεξαρτησία του.
Στις 30 Ιουνίου 1960 ανακηρύχθηκε η ανεξάρτητη Δημοκρατία του Κονγκό. Στις εκλογές που είχαν διεξαχθεί τον Μάιο το EKM αναδείχθηκε πρώτο με μεγάλη διαφορά από τα υπόλοιπα κόμματα, τα οποία ήταν ουκ ολίγα. Παρά τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν από διάφορες πλευρές για να εμποδιστεί η άνοδός του στην εξουσία, στις 23 Ιουνίου ο Λουμούμπα έγινε πρωθυπουργός και σχημάτισε κυβέρνηση. Πρόεδρος της Δημοκρατίας ανέλαβε ο Καζαβούμπου.
H νεαρή Δημοκρατία στο χάος
Ραγδαίες αρνητικές εξελίξεις δεν επέτρεψαν στη νεαρή Δημοκρατία να αναπτυχθεί ειρηνικά. Τον Ιούλιο μονάδες του κονγκολέζικου στρατού εξεγέρθηκαν κατά των βέλγων αξιωματικών τους. Οι βελγικές αρχές απομάκρυναν όλους τους Ευρωπαίους χάρη στους οποίους λειτουργούσε ως τότε η χώρα: τεχνικούς, επαγγελματίες, διοικητικούς υπαλλήλους. Ταυτόχρονα σχεδόν ο Μοΐζ Τσόμπε, αρχηγός κόμματος που επεδίωκε την ομοσπονδιοποίηση του Κονγκό, με τη βοήθεια των Βέλγων κήρυξε ανεξάρτητη την πλούσια σε μεταλλεύματα και κυρίως σε ουράνιο επαρχία της Κατάνγκας.
H νεαρή Δημοκρατία, με το ανεκπαίδευτο και άπειρο διοικητικό προσωπικό, με τον απείθαρχο στρατό, τις αντικρουόμενες φιλοδοξίες των ηγετών της και τις υπονομευτικές ενέργειες των ξένων, περιέπεσε σε κατάσταση χάους. Το Βέλγιο έστειλε στρατό στο Κονγκό με πρόσχημα την προστασία των εκεί υπηκόων του, στην πραγματικότητα όμως για να ενισχύσουν τον Τσόμπε και τον στρατό του που τον αποτελούσαν κυρίως λευκοί μισθοφόροι.
Μόνος ο Λουμούμπα, εμπνεόμενος πάντα από το όραμα της ειρήνης, της προόδου και της ενότητας του Κονγκό, προσπαθούσε να διορθώσει τα πράγματα. Υστερα από αίτημά του ο ΟΗΕ έστειλε στο Κονγκό ειρηνευτική δύναμη, η οποία όμως δεν πρόσφερε βοήθεια στο πρόβλημα της απόσχισης της Κατάνγκας. Τότε ο Λουμούμπα απευθύνθηκε για βοήθεια στη Σοβιετική Ενωση. Αν και ουδέποτε υπήρξε κομμουνιστής, με αυτή του την ενέργεια ο Λουμούμπα σφράγισε το πεπρωμένο του. Ηδη αντιπαθής στους δυτικούς λόγω της μαχητικής πατριωτικής στάσης του, άρχισε πλέον να θεωρείται και επικίνδυνος.
Σύλληψη και δολοφονία
Τον Σεπτέμβριο του 1960 ο Καζαβούμπου απέλυσε τον Λουμούμπα. Λίγες ημέρες αργότερα ο αρχηγός του επιτελείου συνταγματάρχης Ζοζέφ Μομπούτου ανέτρεψε με πραξικόπημα τον Καζαβούμπου, αλλά οι δύο δεν άργησαν να συμβιβαστούν.
Την 1η Δεκεμβρίου 1961 άνδρες του Μομπούτου συνέλαβαν τον Λουμούμπα και τον παρέδωσαν στο καθεστώς της Κατάνγκας. Εκεί ο Λουμούμπα υποβλήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια και, παρά τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν από διάφορες πλευρές για την απελευθέρωσή του, στις 17 Ιανουαρίου θανατώθηκε μαζί με δύο συντρόφους του.
Ο θάνατος του Λουμούμπα προκάλεσε συγκίνηση στη διεθνή κοινή γνώμη, μεγάλο μέρος της οποίας τον περιέβαλλε με συμπάθεια και θαυμασμό. Αργότερα οι ίδιοι οι εχθροί του τον ανακήρυξαν «εθνικό ήρωα».
Τον Φεβρουάριο του 2002 η βελγική κυβέρνηση παραδέχθηκε ότι φέρει «αναμφισβήτητα μέρος της ευθύνης για τα γεγονότα που οδήγησαν στον θάνατο του Λουμούμπα».
Τον Ιούλιο του 2002 έγγραφα που δημοσιοποίησε η κυβέρνηση των ΗΠΑ αποκάλυψαν ότι η CIA έπαιξε ρόλο στη δολοφονία του Λουμούμπα, βοηθώντας τους αντιπάλους του με χρήματα και πολιτική υποστήριξη, και στην περίπτωση του Μομπούτου με όπλα και στρατιωτική εκπαίδευση.
KEIMENA: ΙΩΑΝΝΑ ΖΟΥΛΑ