Ο Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος, ο διασημότερος και πλέον αμφιλεγόμενος από τους ηγέτες της Γαλλικής Επανάστασης του 1789, γεννήθηκε στο Αρράς και ήταν γιος δικηγόρου. Σπούδασε Φιλοσοφία και Νομικά και έγινε δικηγόρος στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Γρήγορα απέκτησε φήμη για τις επαγγελματικές του ικανότητες αλλά και για τη φιλαλληλία του και για την προθυμία του να υπερασπίζεται τους φτωχούς. Με δημοσιεύματά του στηλίτευε τα κακώς κείμενα της κοινωνίας, τη βασιλική απολυταρχία, τις αυθαιρεσίες της Δικαιοσύνης.



Ο Ροβεσπιέρος είχε μόλις κλείσει τα 30, όταν η βαθιά κοινωνική και οικονομική κρίση που μάστιζε τη Γαλλία από χρόνια έφθανε στο απροχώρητο. Για την αντιμετώπισή της ο άβουλος και βραδύνους βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΣτ’ συνεκάλεσε τις Γενικές Τάξεις, είδος Εθνοσυνέλευσης, οι οποίες ήταν παλαιός θεσμός, είχαν όμως να συγκληθούν από το 1614.


Οταν τον Μάιο του 1789 άρχισε στις Βερσαλλίες η συνέλευση των Γενικών Τάξεων, ο Ροβεσπιέρος ήταν παρών έχοντας εκλεγεί μεταξύ των αντιπροσώπων της τρίτης τάξης της επαρχίας του για να υπερασπιστεί και αυτός τα συμφέροντα των κοινών θνητών απέναντι στις πανίσχυρες δύο άλλες τάξεις, τον κλήρο και τους ευγενείς.


Τα γεγονότα εξελίχθηκαν ραγδαία, και στις 14 Ιουλίου 1789 ο επαναστατημένος λαός του Παρισιού κατέλαβε και κατεδάφισε τη μισητή φυλακή της Βαστίλλης. Την ημέρα αυτή θεωρείται ότι άρχισε η Γαλλική Επανάσταση, της οποίας ο Ροβεσπιέρος επρόκειτο να αναδειχθεί ένας από τους σημαντικότερους ηγέτες και να λάβει το προσωνύμιο «Αδιάφθορος».


H Λέσχη των Ιακωβίνων


Με απέριττη εμφάνιση και απλούς τρόπους και με πνεύμα διαποτισμένο από τις ιδέες των διαφωτιστών, τους οποίους μελετούσε με ζήλο, ιδίως του Ζαν Ζακ Ρουσό, ο Ροβεσπιέρος δεν άργησε να ξεχωρίσει ανάμεσα στους αντιπροσώπους της Τρίτης Τάξης, η οποία τον Ιούνιο απαίτησε και πέτυχε να αναγνωριστεί από τον βασιλιά ως Εθνοσυνέλευση, προτού, τον Οκτώβριο, μεταφερθεί από τις Βερσαλλίες στο Παρίσι.


Στις αγορεύσεις του, που χαρακτηρίζονταν πάντοτε από ριζοσπαστικό πνεύμα, ο Ροβεσπιέρος υπερασπιζόταν τα συμφέροντα των λαϊκών στρωμάτων και τις δημοκρατικές ιδέες και καυτηρίαζε αυστηρά όσα αντιλαϊκά και αντιδημοκρατικά νομοθετικά μέτρα προωθούσαν οι συντηρητικοί αστοί αντιπρόσωποι στη Συνέλευση.


Ο Ροβεσπιέρος υπήρξε από τα πρώτα μέλη της Λέσχης των Ιακωβίνων, η οποία δημιουργήθηκε το καλοκαίρι του 1789 και επισημοποιήθηκε το 1790, και δεν άργησε να αναδειχθεί ουσιαστικά ηγέτης τους. Οι Ιακωβίνοι ήταν η ριζοσπαστικότερη από τις επαναστατικές ομάδες που αγωνίζονταν να επιβάλουν τις απόψεις τους στην Εθνοσυνέλευση. Οφειλαν το όνομά τους στο γεγονός ότι το αρχηγείο τους στο Παρίσι βρισκόταν στο πρώην μοναστήρι των δομινικανών μοναχών, οι οποίοι ονομάζονταν και Ιακωβίνοι επειδή η παλαιότερη έδρα τους ήταν αφιερωμένη στον Αγιο Ιάκωβο. H λέσχη λειτουργούσε ως όργανο κοινοβουλευτικής πίεσης και τα μέλη της αποφάσιζαν τη γραμμή που θα ακολουθούσαν στο κάθε ζήτημα προτού αυτό φτάσει στην Εθνοσυνέλευση. Την περίοδο της ακμής της η λέσχη είχε πάνω από 2.000 παραρτήματα σε όλη τη χώρα και τα μέλη της ξεπερνούσαν τις 100.000. Οι Ιακωβίνοι δρούσαν ως επαναστατική συνείδηση του έθνους και επαγρυπνούσαν πάντοτε για να πατάξουν αμείλικτα οποιαδήποτε δραστηριότητα θεωρούσαν αντεπαναστατική.


Ως κατ’ εξοχήν εκπρόσωπος των Ιακωβίνων και σταθερός υποστηρικτής των επαναστατικών ιδεωδών ο Ροβεσπιέρος κατέκτησε απέραντη δημοτικότητα, ενώ και για τους Ιακωβίνους άνοιξε ο δρόμος προς την απόλυτη κυριαρχία στην πολιτική σκηνή.


Πολυαίμακτος θρίαμβος


Τον χειμώνα του 1792-93 η Γαλλία απέκρουσε με επιτυχία την εισβολή των συνδυασμένων δυνάμεων Αυστρίας και Πρωσίας, κατά των οποίων είχε κηρύξει τον πόλεμο τον προηγούμενο Απρίλιο. H πολιτική εξουσία πέρασε στα χέρια των Γιρονδίνων, επαναστατικής ομάδας που όφειλε το όνομά της στο γεγονός ότι πολλά από τα στελέχη της κατάγονταν από την περιοχή του ποταμού Γιρόνδη (Gironde) και που πρέσβευε την πολιτική αλλά όχι και την κοινωνική δημοκρατία. Την περίοδο αυτή της κυριαρχίας των Γιρονδίνων έγινε η δίκη και η καρατόμηση του Λουδοβίκου ΙΣτ’ (21 Ιανουαρίου 1793). Επίσης όμως τον Φεβρουάριο-Μάρτιο 1793 η Γαλλία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Αγγλίας, της Ολλανδίας και της Ισπανίας. Ο γαλλικός στρατός ηττήθηκε στις Κάτω Χώρες, και ο διοικητής του στρατηγός Κάρολος Ντυμουριέ, άνθρωπος των Γιρονδίνων, σε συνεννόηση με τον εχθρό, επιχείρησε να οδηγήσει τις δυνάμεις του στο Παρίσι για να συντρίψει τους αντιπάλους τους Ιακωβίνους. H απόπειρά του απέτυχε και ο Ντυμουριέ αυτομόλησε στον εχθρό. Αλλά στο Παρίσι οι Ιακωβίνοι είχαν πλέον στα χέρια τους όλα τα επιχειρήματα για να ανατρέψουν τους Γιρονδίνους, να δικάσουν τους ηγέτες τους και στις 31 Οκτωβρίου 1793 να τους οδηγήσουν στη λαιμητόμο.


Τότε άρχισε η περίοδος της δικτατορίας των Ιακωβίνων και της απόλυτης κυριαρχίας του Ροβεσπιέρου, του πραγματικού πολιτικού του θριάμβου, που ήταν όμως θρίαμβος πολυαίμακτος. H Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας, η οποία είχε συγκροτηθεί τον Απρίλιο 1793, άρχισε να αποκτά πραγματική παντοδυναμία μόνο μετά τον Ιούλιο, όταν ο Ροβεσπιέρος εκλέχθηκε μέλος της. H Επιτροπή είχε ως αποστολή τον συντονισμό της πολεμικής προσπάθειας, αλλά τα μέλη της, εννέα στην αρχή, 12 αργότερα, αποτελούσαν ένα είδος πολεμικού συμβουλίου με εξουσίες σχεδόν δικτατορικές. Μπορούσαν να ελέγχουν τους υπουργούς, τους στρατηγούς και τις άλλες αρχές, να απολύουν κατά βούληση ανώτατους κρατικούς λειτουργούς, και ήταν επιφορτισμένα με τη διεξαγωγή της εξωτερικής πολιτικής.


Το Υπέρτατο Ον


Το επιφανέστερο μέλος της επιτροπής ήταν ο Ροβεσπιέρος, που τον βαρύνει η κατηγορία ότι τη χρησιμοποίησε για να επιβάλει την τυραννία των Ιακωβίνων και να εξοντώσει τους αντιπάλους του – όπως ο Εμπέρ, που δεν έκρυβε την αντιπάθειά του για τον Ροβεσπιέρο, και ο Δαντόν, που κατηγορήθηκε για υπερβολική μετριοπάθεια, αν και είχε συμβάλει τα μέγιστα για να στραφεί η Επανάσταση σε αυτή την αιματοβαμμένη πορεία -, οι οποίοι καρατομήθηκαν ο ένας μετά τον άλλο.


H πολεμική προσπάθεια ευοδώθηκε, αλλά στο εσωτερικό της χώρας η κορύφωση της Τρομοκρατίας προκάλεσε ποταμούς αίματος: μέσα σε εννέα μήνες, από τον Νοέμβριο του 1793 ως τον Ιούλιο του 1794, πάνω από 2.000 άνθρωποι καρατομήθηκαν μόνο στο Παρίσι, ενώ βαρύτατο φόρο αίματος στην Τρομοκρατία κατέβαλαν και άλλες πόλεις, και ιδίως η Νάντη.


Μερικά ριζοσπαστικά φιλολαϊκά μέτρα που εγκαινιάστηκαν αυτή την περίοδο, όπως η αναδιανομή των δημευμένων κτημάτων των ευγενών και του κλήρου, δεν ήταν αρκετά για να ανακουφίσουν το αίσθημα του τρόμου που συνείχε τη χώρα. Ούτε μπορούσε να προσφέρει παρηγορία η νέα θρησκεία την οποία εισήγαγε ο Ροβεσπιέρος.


Ακολουθώντας τον Ρουσό, από τον οποίο είχε επηρεαστεί βαθύτατα, ο Ροβεσπιέρος δεν μπορούσε να αρνηθεί παντελώς την ύπαρξη του Θεού, στην οποία πίστευε, όπως πίστευε και στην αθανασία της ψυχής. Θεωρούσε όμως ότι η Επανάσταση χρειαζόταν «πολιτική» θρησκεία, την οποία και πρόσφερε στο έθνος ως λατρεία του Υπερτάτου Οντος. Ως πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης, θέση στην οποία είχε εκλεγεί με 216 ψήφους επί συνόλου 220, ήταν επικεφαλής των εορτασμών για το Υπέρτατο Ον.


Το τέλος του Ροβεσπιέρου ήρθε όταν μια ετερόκλητη συμμαχία αντιπάλων του και άλλων παραγόντων που διαφωνούσαν με την πολιτική του τον ανέτρεψε στην Εθνοσυνέλευση. Στις 27 Ιουλίου 1794 (στις 9 Θερμιδώρ με το επαναστατικό ημερολόγιο) η Εθνοσυνέλευση διέταξε τη σύλληψη του Ροβεσπιέρου και των οπαδών του. Την επομένη οι συλληφθέντες, χωρίς να περάσουν από δίκη, καρατομήθηκαν.


KEIMENA: ΙΩΑΝΝΑ ΖΟΥΛΑ