Ο αριθμός των γυναικών οι οποίες χρωστούν τη ζωή τους στον Γεώργιο Παπανικολάου είναι ανυπολόγιστος. Καθημερινά σε όλον τον πλανήτη γυναίκες υποβάλλονται στο ανώδυνο και έγκυρο τεστ Παπανικολάου (ή Pap test, όπως το βάφτισαν οι Αμερικανοί). Με ένα μικρό επίχρισμα κυττάρων ο γιατρός μπορεί να δει αν τα κύτταρα του τραχήλου της μήτρας έχουν υποστεί αλλοιώσεις οι οποίες προμηνύουν κακοήθη εξαλλαγή και να λάβει τα απαραίτητα προληπτικά μέτρα. Σήμερα που είμαστε όλοι εξοικειωμένοι με την ιδέα του τεστ Παπανικολάου όλα αυτά ακούγονται τόσο φυσικά ώστε να μη σκεφτόμαστε πάνω σε ποια ερευνητικά δεδομένα στηρίχτηκαν και πόση δουλειά, επιμονή και υπομονή απαιτήθηκαν από τον ίδιο τον Γεώργιο Παπανικολάου και τη σύζυγό του Ανδρομάχη, η οποία στάθηκε πάντοτε στο πλευρό του, για να αποδειχθούν και να γίνουν μια ευρέως εφαρμοζόμενη κλινική πρακτική. Το πρώτο μισό του 20ού αιώνα όμως οι επιστημονικές παρατηρήσεις του Γεωργίου Παπανικολάου ήταν πρωτοποριακές και η ιδέα ότι η κυτταρική μορφολογία μπορούσε να αποτελέσει πρώιμο δείκτη καρκινογένεσης χρειάστηκε χρόνο για να γίνει αποδεκτή. Ο Γεώργιος Παπανικολάου αφιέρωσε πρακτικά όλον τον χρόνο της ενήλικης ζωής του στην έρευνά του. Γεννημένος στην Κύμη της Εύβοιας το 1883, ο νεαρός Γεώργιος ήταν ένα παιδί που αγαπούσε τη φύση και τη μουσική, έπαιζε μάλιστα πολύ καλό βιολί και έψελνε συχνά στη χορωδία της εκκλησίας. Πατέρας του ήταν ο γιατρός Νικόλαος Παπανικολάου, ο οποίος ασχολήθηκε και με την πολιτική και εξελέγη δήμαρχος Κύμης και βουλευτής Ευβοίας. Ακολουθώντας τα βήματα του πατέρα του ο Γεώργιος σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1898-1904). Οι προσπάθειες του πατέρα του να τον κρατήσει στην Ελλάδα και να ασκήσει το επάγγελμα του γιατρού δεν καρποφόρησαν. Ετσι, αφού εκπλήρωσε τις στρατιωτικές υποχρεώσεις του (1906), ο Γεώργιος έφυγε για τη Γερμανία. Γοητευμένος από τη βιολογική έρευνα, από το 1907 ως το 1910 μετεκπαιδεύτηκε στα Πανεπιστήμια της Ιένας, του Φράιμπουργκ και του Μονάχου. Στο τελευταίο εκπόνησε και τη διδακτορική διατριβή του με τίτλο «Περί των όρων της φυλετικής διαφοροποίησης των δαφνιδών». Αξίζει να τονιστεί ότι η διατριβή του έγινε αντικείμενο εξαιρετικά ευμενών σχολίων από τον μεγάλο γενετιστή Τόμας Χαντ Μόργκαν. Το έτος 1910 πρέπει να ήταν ιδιαίτερα σημαντικό για τον Γεώργιο Παπανικολάου: είναι η χρονιά κατά την οποία ολοκλήρωσε τη διατριβή του, παντρεύτηκε την Ανδρομάχη (Μάχη) Μαυρογένη (απόγονο της Μαντώς Μαυρογένους) και αποφάσισε ότι τα σύνορα της Ελλάδας είναι πολύ στενά για τα όνειρά του. Οπως διαβάζουμε στη βιογραφία του, την οποία έγραψε ο καθηγητής της Ιστορίας της Ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Σπύρος Μαρκέτος, ο Γεώργιος σε γράμμα που απευθύνει στους γονείς του προσδιορίζει το όνειρό του ως εξής: «Το ιδανικόν μου δεν είναι να πλουτίσω ούτε να ζήσω ευτυχής, αλλά να εργασθώ, να δράσω, να δημιουργήσω, να κάμω κάτι τι αντάξιον ενός ανθρώπου ηθικού και δυνατού». Σε αυτό το ιδανικό έμεινε απολύτως πιστός ο Γεώργιος Παπανικολάου: αφού εξετέλεσε το χρέος του προς την πατρίδα πολεμώντας στους βαλκανικούς πολέμους, αποφάσισε να μεταναστεύσει, μαζί με τη Μάχη, στον Νέο Κόσμο. Σύντομα βρήκε δουλειά στο Ιατρικό Κολέγιο του Πανεπιστημίου Κορνέλ της Νέας Υόρκης, όπου παρέμεινε περίπου μισό αιώνα (1914-1961) ανεβαίνοντας όλα τα σκαλιά της ιεραρχίας. Στο Κορνέλ ο Γεώργιος Παπανικολάου επέλεξε να μη διδάσκει για να είναι αφοσιωμένος ολοκληρωτικά στην έρευνά του. Τόσο εμπεριστατωμένα έγινε δε αυτή η έρευνα, ώστε ακόμη και σήμερα να χρησιμοποιείται για την ταξινόμηση των κυτταρολογικών επιχρισμάτων το σύστημα των πέντε κατηγοριών που εκείνος προσδιόρισε και στις οποίες έδωσε λατινικούς αριθμούς (έτσι, το αρνητικό επίχρισμα φέρει και σήμερα τον αριθμό Ι, ενώ το έντονα θετικό κατατάσσεται στην κατηγορία IV). Το ερευνητικό έργο του Γεωργίου Παπανικολάου συνοδεύτηκε και από συγγραφικό, αποκορύφωμα του οποίου αποτελεί το μνημειώδες έργο «Ατλας της αποφολιδωτικής κυτταρολογίας» (1954). Καμία αναφορά στην επαγγελματική ζωή του Γεωργίου Παπανικολάου δεν θα μπορούσε να είναι στοιχειωδώς ολοκληρωμένη αν δεν περιελάμβανε τη σύζυγό του. Παρά το γεγονός ότι η ίδια δεν υπέγραψε ποτέ κάποιο ερευνητικό άρθρο, ήταν πάντοτε παρούσα στο πλευρό του «γιατρού», όπως τον αποκαλούσε. Τόση ήταν η αφοσίωσή της στον Γεώργιο ώστε αποφάσισε να μην κάνει παιδιά για να μπορεί να είναι πάντα κοντά του. Για την απόφασή της αυτή η Μάχη Παπανικολάου έγραψε: «Δεν μετάνιωσα ποτέ για την επιλογή μου…». Θα πρέπει να ήταν ειλικρινής αυτή η εξομολόγηση της «αθέατης» συζύγου, η οποία μετά τον θάνατο του Γεωργίου, το 1962, συνέχισε το έργο του ως το τέλος της δικής της ζωής, το 1982.