Δύσκολο και επίμονο το έργο του κ. Γιώργου Πουρνάρα, του ανακριτή που έχει στα χέρια του μια ογκωδέστατη δικογραφία – αριθμεί χιλιάδες σελίδες εγγράφων και καταθέσεων – η οποία αφορά τον μεγαλεπιχειρηματία κ. Σωκράτη Κόκκαλη. Η ογκωδέστατη δικογραφία είναι ο καρπός, η κατάληξη μιας πολύμηνης εισαγγελικής έρευνας που διήρκεσε περί τον έναν χρόνο.


Ο κ. Πουρνάρας, ανακριτής του 4ου Ειδικού Ποινικού Τμήματος, πρωτοδίκης Αθηνών, δεν έτυχε στο παρελθόν να μετέχει σε δικαστικές διαδικασίες που να προκαλούν δημοσιότητα. Μόνο προσφάτως μία ακόμη δικογραφία για όσα συνέβησαν στο Κτηματολόγιο χρεώθηκε σε αυτόν από τον προϊστάμενο του Πρωτοδικείου Αθηνών κ. Νεκτάριο Βαζαίο, ο οποίος για δεύτερη φορά τον επέλεξε ως τον κατάλληλο για τα δύσκολα και τα μπλεγμένα.


Οπως δήλωναν στο «Βήμα» αρμόδιες δικαστικές πηγές, το έργο του ανακριτή, με δεδομένο το εύρος της δίωξης, θα είναι δύσκολο και για έναν ακόμη λόγο: τα στοιχεία που ήταν αρκετά για την κίνηση της δίωξης (απλές ενδείξεις) θα απαιτήσουν τη βάσανο της θεμελίωσης, που δεν προβλέπεται ότι θα είναι απλή και εύκολη υπόθεση.


Την επιφυλακτικότητά τους για τη θεμελίωση των κατηγοριών στο στάδιο της ουσιαστικής και ενδελεχούς δικαστικής διερεύνησης εξέφραζαν άλλωστε με σαφήνεια δικαστικές πηγές που έχουν την εμπειρία να αξιολογήσουν πότε οι δικογραφίες είναι «γυμνές» και πότε είναι, όπως συνηθίζουν να λένε, «ντυμένες».


Οι δυσκολίες εντοπίζονται, σύμφωνα με πληροφορίες, κυρίως στο αδίκημα της κατασκοπείας, το πλέον βαρύ και απαξιωτικό από όσα απαγγέλθηκαν κατά του κ. Κόκκαλη, μια και τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στη δικογραφία προέρχονται από τα διαβόητα αρχεία της Στάζι και όσα κατά καιρούς συνέλεξαν οι γερμανικές αρχές που ερεύνησαν το θέμα αλλά δεν κατέληξαν πουθενά.


Επίσημο αίτημα δικαστικής συνδρομής δεν υποβλήθηκε ποτέ από ελληνικής πλευράς για την υπόθεση στη Γερμανία ούτε νέα στοιχεία εδόθησαν – πέραν εκείνων που έχουν ήδη ελεγχθεί άνευ αποτελέσματος και από τις γερμανικές αρχές. Η έλλειψη νέων ποινικώς αξιόλογων στοιχείων σχολιάστηκε από δικαστική πηγή που υιοθέτησε τη ρήση επί του θέματος του πρώην υπουργού Δικαιοσύνης και έμπειρου νομικού κ. Ευ. Γιαννόπουλου περί «ξαναζεσταμένου τραχανά»...


Οι δυσκολίες όμως του ανακριτικού έργου δεν εξαντλούνται μόνο στη θεμελίωση του αδικήματος της κατασκοπείας. Και οι λογαριασμοί που υπάρχουν στη δικογραφία και συσχετίζονται με το αδίκημα της δωροδοκίας (βαρύνεται με αυτό ο κ. Κόκκαλης) και η αναζήτηση των αποδεκτών-δωροληπτών είναι ακόμη μία δυσκολία που ανεβάζει τον πήχη των αμφιβολιών για θεμελίωση της δίωξης.


Αλλωστε και ο ίδιος ο εισαγγελεύς που έκανε τη δίωξη – ο λόγος για τον κ. Παπαγγελόπουλο – διαχωρίζει τη δίωξη από τα περαιτέρω και ξεκαθαρίζει πως άλλο ενδείξεις και άλλο αποδείξεις. Με δήλωσή του στο «Βήμα», επισημαίνει ότι «η δίωξη απαιτεί μόνο ενδείξεις και ενδείξεις είχα», για να προσθέσει ότι «δεν σημαίνουν οι ενδείξεις κατ’ ανάγκην αποδείξεις», δίδοντας ένα ακόμη μέτρο για το τι αναμένει τον συνάδελφό του κ. Πουρνάρα. Αλλωστε δεν είναι η πρώτη φορά που βαριές διώξεις δεν κατέληξαν πουθενά και κονιορτοποιήθηκαν από το ανακριτικό ξεψάχνισμα και την εις βάθος διερεύνηση των καταγγελλομένων.


Επί του προκειμένου ο χρόνος θα δείξει τι ακριβώς θα συμβεί. Αλλά ας γυρίσουμε στα της δίωξης που άνοιξε την πόρτα της δικαιοσύνης στην υπόθεση για να δούμε τι μέλλει γενέσθαι από εδώ και μπρος.


Τα επόμενα βήματα ανήκουν στον κ. Πουρνάρα. Αυτός μόλις μελετήσει την ογκωδέστατη δικογραφία θα εισχωρήσει στον κυκεώνα των στοιχείων και θα επιχειρήσει να βγάλει άκρη. Θα καλέσει μάρτυρες, θα πάρει καταθέσεις, θα αναζητήσει πρόσθετα στοιχεία, θα διασταυρώσει και θα ακυρώσει ή θα επικυρώσει και στο τέλος θα καλέσει τον πρωταγωνιστή της δίωξης σε απολογία. Χρονικός προσδιορισμός της ανακριτικής προσπάθειας δεν μπορεί με ακρίβεια να γίνει καθώς ουδείς – ούτε ο ίδιος ο κ. Πουρνάρας – ξέρει τι ακριβώς θα απαιτηθεί.


Πάντως δικαστικές πηγές τόνιζαν ότι «η φύση της υπόθεσης και οι πολλαπλές συνέπειές της επιβάλλουν ταχεία εκκαθάρισή της, δίχως ωστόσο να θεωρηθεί ότι η ταχύτητα μπορεί να αποβεί εις βάρος της ενδελεχούς διερεύνησης».


Ολα λοιπόν ξεκινούν από μηδενική βάση, μια και ο ανακριτής κατά τον νόμο πιάνει το νήμα της υπόθεσης από την αρχή και έχει απόλυτη ευχέρεια έρευνας. Και όπως έλεγε ανώτατος και έμπειρος δικαστικός λειτουργός, «όταν μπαίνει ο ανακριτής στην υπόθεση τότε ξεκινούν όλα». Ούτως εχόντων, η δικαστική διαδικασία που έπεται μάλλον αναμένεται ενδιαφέρουσα.


«Αλλο ενδείξεις, άλλο αποδείξεις»


Εκείνος που άσκησε τη βαρύτατη δίωξη κατά του μεγαλεπιχειρηματία και πάτησε τη σκανδάλη για να ξεκινήσει η κούρσα της δικαστικής εμπλοκής με τις ορατές πολιτικοοικονομικές συνέπειες, ο εισαγγελεύς Πρωτοδικών κ. Δ. Παπαγγελόπουλος, με δηλώσεις του στο «Βήμα» επιχειρεί να ξεκαθαρίσει τα πράγματα τονίζοντας: «Αλλο ενδείξεις και άλλο αποδείξεις. Για τη δίωξη μόνο ενδείξεις απαιτούνται και αυτές είχα», για να προσθέσει: «Η δίωξη δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ενοχή και βέβαια δεν σημαίνει καταδίκη». Ο κ. Παπαγγελόπουλος, ο οποίος έχει στα χέρια του πολλές σημαντικές δικογραφίες – ανάμεσά τους και εκείνη που έφθασε στη δικαιοσύνη με πρωτοβουλία του Γραμματέα του ΠαΣοΚ κ. Κ. Λαλιώτη και αφορά λογαριασμούς της ΝΔ και του κ. Κ. Μητσοτάκη -, κατηγορηματικά διαβεβαιώνει ότι κυβερνητικές παρεμβάσεις δεν υπήρξαν στο έργο του, ούτε εμμέσως ούτε αμέσως. Ο κ. Παπαγγελόπουλος συγκεκριμένα υποστηρίζει: «Ουδεμία παρέμβαση ή προτροπή ή άλλη ενέργεια εκδηλώθηκε όσο καιρό είχα την έρευνα από κυβερνητικής πλευράς. Ούτε από την κυβέρνηση ούτε από μέλος της ούτε από τον Πρωθυπουργό. Ούτε άμεσα ούτε έμμεσα. Ούτε μου εστάλη μήνυμα μέσω τρίτου. Οφείλω να το πω αυτό. Και να το ξεκαθαρίσω».