Η τουρκική έκθεση υποστηρίζει ότι όλα τα νησιά του Αιγαίου, πλην των Κυκλάδων και των Σποράδων, παρουσιάζουν προβλήματα αμφισβητούμενης κυριότητας. Ο βαθυμετρικός χάρτης (αριστερά) συμπεριλαμβάνεται στην έκδοση του Ιδρύματος Τουρκικής Ιστορίας ως απόδειξη ότι «τα Νησιά Bogazonu (Νησιά Εμπροσθεν των Στενών), Saruhan (Νησιά Ανατολικού Αιγαίου) και Mentese (Δωδεκάνησα) αποτελούν φυσική προέκταση της ηπειρωτικής Τουρκίας». Κατά την έκθεση της Αγκυρας, «μια πολύ ξεκάθαρη ηπειρωτική διαχωριστική περιοχή που χαράσσει ένα S από βορρά προς νότον χωρίζει το Αιγαίο με φυσικό τρόπο στα δύο. Η περιοχή αυτή αντιστοιχεί ­ όχι μόνο από μορφολογική άποψη… ­ σε μια συνοριακή περιοχή που χωρίζει δύο πλάκες του φλοιού της Γης. Η ηπειρωτική διαχωριστική γραμμή θεωρείται από μερικούς επιστήμονες το υποβρύχιο σύνορο της Ασίας και της Ευρώπης και σε ορισμένους χάρτες το Αιγαίο χωρίζεται στο κέντρο του στα δύο με μία γραμμή…» Ο δεύτερος χάρτης (δεξιά) εμφανίζει τις ομάδες νησιών στο Αιγαίο με τις τουρκικές ονομασίες τους, με την παρατήρηση ότι τα «Νησιά Εμπροσθεν των Στενών» και τα «Νησιά του Ανατολικού Αιγαίου» διαδραματίζουν «κρίσιμο ρόλο στην άμυνα της Ανατολίας»





Η Τουρκία έχει αναλάβει μια συστηματική προσπάθεια στοιχειοθέτησης της συνολικής αμφισβήτησης της κυριαρχίας μεγάλου αριθμού νησίδων και βραχονησίδων στο Αιγαίο. Ενδεικτική των προθέσεών της είναι η έκδοση που κυκλοφόρησε από το επίσημο ίδρυμα μελετών με τον τίτλο «Το θεμελιώδες πρόβλημα στο Αιγαίο: τα νησιά αμφισβητούμενης κυριαρχίας». Πρόκειται για πολυσέλιδο έντυπο το οποίο εκδόθηκε από το Ιδρυμα Τουρκικής Ιστορίας στην Αγκυρα και ως στόχος αναδεικνύεται η ενημέρωση των γραφειοκρατών και αξιωματούχων της Τουρκίας και ο επηρεασμός ξένων συνομιλητών, μια και πρόκειται να κυκλοφορήσει στα αγγλικά.


Στον πρόλογο του εντύπου τονίζεται πως «προετοιμάσθηκε ένα πρόγραμμα από το Ιδρυμα Ιστορίας για να εξετασθεί με σοβαρό τρόπο το πρόβλημα του Αιγαίου, ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα της Τουρκίας… Το πρόγραμμα αυτό βασίσθηκε σε αρχειακά έγγραφα, τα οποία είναι οι πιο σημαντικές πηγές της ιστορίας, και πέτυχε ίσως την παρουσίαση του πρώτου σοβαρού έργου της Τουρκίας σχετικά με το πρόβλημα του Αιγαίου». Η τουρκική μελέτη αποτελεί προϊόν έρευνας μεγάλου αριθμού ειδικών, οι οποίοι ανέτρεξαν στα οθωμανικά και νεότερα αρχεία, ενώ θερμές ευχαριστίες διατυπώνονται προς το Γενικό Επιτελείο και το υπουργείο Εξωτερικών για τη συνδρομή που παρείχαν. Το κείμενο αυτό μεταφράσθηκε στα ελληνικά από το ελληνικό Γενικό Επιτελείο Ενόπλων Δυνάμεων και, όπως γράφει σε εισαγωγικό σημείωμα, ο αρχηγός


ΓΕΕΘΑ πτέραρχος Αθανάσιος Τζογάνης, δείχνει την προσπάθεια της Τουρκίας «να δημιουργήσει ερείσματα αμφισβήτησης του ιδιοκτησιακού καθεστώτος επί αριθμού μικρονήσων και βραχονησίδων».


Ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι στον τουρκικό πρόλογο γίνεται λόγος για νέες εκτιμήσεις περί του καθεστώτος των νησιών του Αιγαίου, που «έχουν φέρει στην επιφάνεια σημαντικές πληροφορίες περί την προετοιμασία νέων θέσεων και θεωριών οι οποίες θα έχουν μεγάλη σημασία για την Τουρκία». Οι συντάκτες του εντύπου θεμελιώνουν την άποψη πως η Τουρκία θα προβάλει εντελώς νέες διεκδικήσεις για νησίδες ή και νησιά του Αιγαίου, οι οποίες θα βασίζονται σε αναθεωρητικές ερμηνείες συνθηκών και ιστορικών γεγονότων. Το ζήτημα αυτό ανακηρύσσεται ως «νέο και θεμελιώδες θέμα στο Αιγαίο», η γένεση του οποίου αποδίδεται στη διατύπωση ελληνικών διεκδικήσεων κατά τη διάρκεια της κρίσης των Ιμίων, επί «γεωγραφικών σχηματισμών, οι οποίοι επί αιώνες βρίσκονται υπό οθωμανική-τουρκική κυριότητα».


«Ως αποτέλεσμα των ερευνών», αναφέρεται χαρακτηριστικά στον πρόλογο, «έχει διαπιστωθεί ότι εκτός από τα νησιά που έχουν μεταβιβασθεί στην Ελλάδα, υπάρχουν παρά πολλά νησιά σε διάφορες περιοχές του Αιγαίου πελάγους, το όνομα των οποίων δεν αναφέρεται σε καμιά συμφωνία, νησιά τα οποία θα έπρεπε να βρίσκονται συνεπώς κάτω από τη διοίκηση της Τουρκίας».


Η επίσημη προπαγάνδα της Αγκυρας επιχειρεί όμως να αλλάξει και την εικόνα που υπάρχει γύρω από το ποιος διεκδικεί και τι στο Αιγαίο: «Αυτό το θέμα (των αμφισβητούμενων νησίδων) δεν έχει προβληθεί ως σήμερα από την Τουρκία και πρέπει να εξετασθεί σύμφωνα με τα διεθνή νομικά πρότυπα». Οι συντάκτες του εντύπου προχωρούν περαιτέρω, κάνοντας λόγο για ανάγκη «να εξέλθει η Τουρκία από την αμυντική στάση που έχει τηρήσει καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας και να διεκδικήσει τα δικαιώματά της!». Μια ακόμη φορά, η Ελλάδα εμφανίζεται να κυνηγάει τη «Μεγάλη Ιδέα», ενώ οι ξένες δυνάμεις «να έχουν παραδώσει σε αυτήν, πρώτα, τμήματα του οθωμανικού κράτους στη Ρόυμελη και έπειτα από αυτά οθωμανικά νησιά του Αιγαίου, σε μια προσπάθεια να επανασυστήσουν, κατά μίαν έννοια ­, το Βυζάντιο».


Η τουρκική προπαγάνδα υποστηρίζει ότι η ειρηνική λύση του προβλήματος της κυριαρχίας νησίδων του Αιγαίου είναι εφικτή, αλλά για να γίνει αυτό «χρειάζεται σεβασμός προς τις συνθήκες, καλή θέληση και επίδειξη ειλικρινούς βούλησης». Σε αντίθετη περίπτωση, αναφέρουν οι τούρκοι συντάκτες του εντύπου, «η μη επίλυση της παρούσας διαμάχης για την κυριαρχία θα περιπλέξει ακόμη περισσότερο το πρόβλημα και θα δυσκολέψει την επίλυση των υπολοίπων διαφωνιών στο Αιγαίο».


Το ενδιαφέρον είναι ότι η τουρκική μελέτη αποφεύγει να καταγράψει ποιες ακριβώς νησίδες θεωρεί ότι συμπεριλαμβάνονται στον ορισμό των αμφισβητούμενων σχηματισμών. Σε όλο το κείμενο, γίνονται έμμεσες αναφορές σε νησιά «προβληματικής» κυριαρχίας. Επί παραδείγματι, το Καστελλόριζο (Μεγίστη) αναφέρεται ως «ένα νησί της Μεσογείου, όχι του Αιγαίου…, όπως ισχυρίζονται οι Ελληνες».


Η Οινούσα και η αρχή των τριών μιλίων


Το τουρκικό έντυπο αναφέρεται εκτενώς στο άρθρο της Συνθήκης της Λωζάννης, το οποίο προβλέπει ότι κάθε νησί που βρίσκεται σε απόσταση μικρότερη των τριών μιλίων από τα τουρκικά παράλια ανήκει στην Αγκυρα. Κατά τους συντάκτες του, η αρχή των τριών μιλίων είχε ως στόχο να κατοχυρώσει στην Τουρκία ό,τι της ανήκε, χωρίς όμως να την περιορίζει ως προς τη διεκδίκηση άλλων νησίδων πέραν του ορίου αυτού. «Για να κάνουμε πιο συγκεκριμένη εκτίμηση με ένα παράδειγμα», τονίζεται, «το γεγονός ότι η Ελλάδα θεωρεί τη νήσο Οινούσα (Koyun) ως τμήμα της χώρας της, απλώς και μόνο επειδή είναι μέσα στην απόσταση των τριών ναυτικών μιλίων από τις ακτές της Χίου, είναι ενάντια στο Διεθνές Δίκαιο. Το νησί αυτό δεν έχει μεταβιβασθεί στην Ελλάδα από την κυριαρχία της οθωμανικής αυτοκρατορίας ή της τουρκικής δημοκρατίας, με σαφή ρήτρα διεθνούς συνθήκης. Και δεν μπορεί να υποτεθεί ότι η ελληνική κυριαρχία, η οποία δεν υφίσταται επί του εν λόγω νησιού, επικυρώνεται από την αρχή των τριών μιλίων».


Το σαφές πάντως είναι ότι η Αγκυρα είναι αποφασισμένη να αμφισβητήσει άμεσα την ελληνική κυριαρχία κάθε νήσου ή βραχονησίδας, για την οποία μπορεί να υποστηρίξει ότι δεν παραχωρήθηκε στην Ελλάδα μέσω κάποιας συνθήκης. Το τουρκικό έντυπο εξηγεί τη σημασία που αποκτά η νέα αυτή διεκδίκηση, η οποία προσετέθη πριν από δυόμισι χρόνια: «Το γεγονός ότι ένα κομμάτι ξηράς, το οποίο δεν έχει μεταβιβασθεί στην Ελλάδα, βάσει συνθήκης, έχει δικές του θαλάσσιες εκτάσεις, καθώς και η ύπαρξη δικού του εναέριου χώρου δείχνουν ξεκάθαρα τη σημασία κάθε γεωγραφικού σχηματισμού με αμφισβητούμενη κυριότητα. Γι’ αυτούς τους λόγους, θα χρειασθεί πρώτα να προσδιορισθεί το καθεστώς της κυριότητος των διαφιλονικούμενων τμημάτων ξηράς στο Αιγαίο. Αφού διαπιστωθεί αυτό, θα μπορέσει να γίνει δυνατή η επίλυση των προβλημάτων γύρω από τις θαλάσσιες εκτάσεις και τον εναέριο χώρο».