Κάθε πρωί στο Σίτι του Λονδίνου οι ντίλερς της χρηματαγοράς καταφθάνουν στα γραφεία τους και κάθονται μπρος στα ηλεκτρονικά τερματικά τους. Οι περισσότεροι είναι νεαρής ηλικίας, σχεδόν αμούστακα παιδιά, γεγονός που δεν είναι άσχετο με τη νοοτροπία και τη συμπεριφορά τους. Την περασμένη Τετάρτη οι αμούστακοι νεαροί από τη βρετανική πρωτεύουσα άρχισαν να διαδίδουν μια φήμη που εξαπλώθηκε σαν φωτιά στη διεθνή αγορά χρήματος: η δραχμή είναι αδύνατη. Ο πόλεμος άρχιζε.
Πειρατές χωρίς σύνορα, κερδοσκόποι και «κοράκια» της χρηματαγοράς από το Λονδίνο ως τη Νέα Υόρκη και το Χονγκ Κονγκ πήραν γραμμή και άρχισαν να «παίζουν» στις οθόνες των υπολογιστών «αδειάζοντας» ομόλογα και πουλώντας δραχμές, τις οποίες η Τράπεζα της Ελλάδος ήταν υποχρεωμένη να αγοράζει, προκειμένου να στηρίξει το εθνικό μας νόμισμα. Η γενικευμένη επίθεση εναντίον της δραχμής, φαινόμενο συνηθισμένο στη σύγχρονη χρηματοοικονομία, δεικνύει την απόσταση ανάμεσα στον αμοραλισμό της παγκόσμιας αγοράς αξιών και στα «πραγματικά» μεγέθη των τοπικών οικονομιών. Τον λογαριασμό για τα επιτόκια – ασανσέρ, τις συναλλαγματικές εκροές και, σε τελική ανάλυση, τις Πόρσε των νεαρών του Σίτι θα κληθούν να πληρώσουν οι έλληνες εργαζόμενοι και οι παραγωγικές τάξεις της χώρας, που έχουν καταβάλει ήδη αρκετές θυσίες για την ανόρθωση της ελληνικής οικονομίας. Οι Νίκος Νικολάου και Κώστας Τσαούσης αποκαλύπτουν το χρηματοοικονομικό παρασκήνιο του θρίλερ της δραχμής.
Την περασμένη Τετάρτη μέσα σε λίγες μόνον ώρες μια ντουζίνα νεαρών «ντίλερς» από το Λονδίνο είχε καταφέρει να διασπείρει σε όλο το μήκος και το πλάτος της ελληνικής τραπεζικής και χρηματιστηριακής αγοράς το μήνυμα ότι «η δραχμή είναι ευάλωτη». Με δέλεαρ ένα καλύτερο μπόνους στο τέλος του 1997 βρέθηκαν πρωταγωνιστές σε αυτήν τη μεθοδευμένη εκστρατεία εναντίον της δραχμής χαμηλόβαθμα κατά το πλείστον στελέχη διεθνών τραπεζικών, επενδυτικών και χρηματιστηριακών οίκων όπως η Deutsche / Morgan Grenfell, η J. Ρ. Morgan, η Lehman Brothers κλπ., που έχουν ως έδρα τους την αγγλική πρωτεύουσα.
Τα στελέχη αυτής της κατηγορίας, που μπροστά σε μια οθόνη κομπιούτερ «ανακατεύουν» καθημερινά τις τιμές ομολόγων και νομισμάτων ψάχνοντας για ευκαιρίες εύκολου και γρήγορου πλουτισμού στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, έστρεψαν την προσοχή τους και στην Ελλάδα. Η κατεύθυνσή τους ήταν να αξιοποιήσουν τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε η αγορά των ομολόγων λόγω της μείωσης των επιτοκίων και της πτώσης των αποδόσεών τους σε συνάρτηση με τις αναταράξεις των διεθνών ηχρηματιστηριακών αγορών και την αύξηση του κόστους χρηματοδότησης στην εγχώρια διατραπεζική αγορά.
Μάλιστα οι Λονδρέζοι ντίλερς, στην προσπάθειά τους να πετύχουν τον στόχο της αποσταθεροποίησης της δραχμής, χρησιμοποίησαν κάθε δυνατότητα που τους έδινε η τεχνολογία. Παράδειγμα, αρκετοί εξ αυτών συμμετείχαν μαζί με έλληνες συνεργάτες τους στη λεγόμενη «τηλεδιάσκεψη» που οργανώθηκε ειδικά για αυτόν τον λόγο και έδωσε την ευκαιρία να ενισχυθεί η αμφισβήτηση έναντι της αξίας της δραχμής και να υπάρξει συντονισμός για το επόμενο βήμα τους.
Αλλά το επόμενο βήμα δεν έγινε ποτέ χάρη στην κίνηση «ρουά ματ» που πρόλαβε να κάνει η διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος στα κάθε λογής «κοράκια» της δραχμής που σκόπευαν να αξιοποιήσουν για την επίτευξη των στόχων τους ακόμη και τις αργίες των επόμενων ημερών στην Αμερική και σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γαλλία και το Βέλγιο.
Οι πρωταγωνιστές του Λονδίνου όχι μόνο δεν πέτυχαν τον στόχο τους αλλά ούτε καν αποτόλμησαν να πάρουν θέσεις στην αγορά της δραχμής, εξαιτίας των ρυθμίσεων και των παρεμβάσεων της Τράπεζας της Ελλάδος που έκανε το κόστος τέτοιων κινήσεων και επιλογών απαγορευτικό σε κάθε περίπτωση. Οι λονδρέζοι ντίλερς, μιας δεν μπήκαν στη μάχη, δεν έκαψαν ούτε καν τα χέρα τους, γεγονός που δεν συνέβη με πλειάδα τραπεζικών στελεχών στην Αθήνα.
Δύο υψηλόβαθμα και καλοπληρωμένα στελέχη της μεγάλης αμερικανικής τράπεζας Citibank, για παράδειγμα, ήταν τα πρώτα αλλά όχι και τα μοναδικά θύματα της κρίσης στην αγορά των ομολόγων, που έφερε με τη σειρά της πολλαπλά κύματα αναταραχής στην αγορά της δραχμής.
Ο κύκλος του «αίματος» με τους αποκεφαλισμούς στελεχών που ασχολούνται με τις αγοραπωλησίες ομολόγων και νομισμάτων «άνοιξε» και αναμένεται να διευρυνθεί τις επόμενες ημέρες ως αντιστάθμισμα των τεράστιων ζημιών αρκετές δεκάδες δισεκατομμύρια δραχμές στα ταμεία και στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών τους.
Ο επικεφαλής του «ντίλινγκ ρουμ» της Citibank κ. Μιχάλης Οράτης και ο συνεργάτης του κ. Φωκίων Καραβίας αναγκάστηκαν να παραιτηθούν και να αποχωρήσουν από τις θέσεις τους, ενώ φήμες που κυκλοφορούν μεταξύ των «ντίλερς», δηλαδή των καλοπληρωμένων διαπραγματευτών συναλλάγματος και ομολόγων, φέρουν άλλες τρεις ξένες τράπεζες να βρίσκονται στο «κόκκινο» των ζημιών και τα στελέχη τους να είναι υποψήφια για τη «μαύρη» λίστα που διαμορφώνεται στα γραφεία του Λονδίνου, της Νέας Υόρκης και των άλλων αμερικανικών μεγαλουπόλεων. Επίμονες φήμες οδηγούν στον κ. Χάρη Μάκκα, υψηλόβαθμο στέλεχος της αμερικανικής τράπεζας Bank of America, αλλά και σε στελέχη των «ντίλινγκ ρουμς» των αγγλικών τραπεζών Barclays και Nat West, της ολλανδικής ΑΒΝ-AMRO κλπ.
Αλλά πώς και γιατί την «πάτησε» η πλειονότητα των ντίλερς των ξένων τραπεζών στην Ελλάδα; Η διαδικασία της «χασούρας» ήταν η εξής: οι ξένες τράπεζες που διατηρούσαν μεγάλο όγκο τοποθετήσεων σε ομόλογα του Δημοσίου, μετά τις σοβαρές αναταράξεις των διεθνών χρηματιστηριακών αγορών, επιχείρησαν να πωλήσουν τα ομόλογά τους όπως ακριβώς έκαναν και με τις μετοχές στο Χρηματιστήριο.
Οι πωλήσεις, όμως, πήραν τέτοιο μαζικό χαρακτήρα που οι τιμές των ομολόγων κατέρρευσαν. Ετσι, στην προσπάθειά τους να καλύψουν τις σοβαρότατες ζημιές τους άρχισαν να παίρνουν θέσεις και να ποντάρουν στην ανατροπή της ισοτιμίας δραχμής – ECU. Το τι προσπαθούσαν να κάνουν ήταν σαφές σε όλους. Τα ποσά από τις πωλήσεις των ομολόγων και κυρίως από τη ρευστοποίηση των επενδύσεών τους στο Χρηματιστήριο της Σοφοκλέους τα μετέτρεπαν από δραχμές σε ECU, επιδιώκοντας να βγάλουν κέρδη από τις συναλλαγματικές διαφορές.
Το σοβαρότερο πρόβλημα αντιμετώπισαν και συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν εκείνες οι τράπεζες που είχαν με δανεικά χρήματα (διατραπεζική αγορά, πράξεις ανταλλαγής νομισμάτων) επενδύσει σε ομόλογα. Αυτές οι τράπεζες βρέθηκαν να αυξάνουν τις ζημιές τους αφενός από τη σοβαρή υποχώρηση των τιμών των ομολόγων και αφετέρου από την τρομακτική άνοδο του κόστους χρηματοδότησης της αγοράς των ομολόγων.
Η «χασούρα» αυτών των τραπεζών από την υποχώρηση των τιμών των ομολόγων και την αύξηση του κόστους χρηματοδότησης μέσα σε ένα μήνα υπολογίζεται σε 16% περίπου, ποσοστό αρκετά σημαντικό για τραπεζικά και χρηματιστηριακά ιδρύματα που λειτουργούν με διαφορετικά στάνταρς. Παράδειγμα, μια ξένη τράπεζα, με έδρα το Λονδίνο, με σημαντικό όγκο ομολόγων στα χαρτοφυλάκιά της, μόλις διαπιστώσει τις πρώτες κιόλας ζημιές είναι υποχρεωμένη να ρευστοποιήσει όσο τον δυνατόν γρηγορότερα το χαρτοφυλάκιό της και να «εξαφανισθεί». Μαζί με το χαρτοφυλάκιο θα εξαφανισθεί, κατά πάγια συνήθεια, και ο ντίλερ που πρότεινε και υπερασπίστηκε τη συγκεκριμένη επένδυση.
Η κρίση που άρχισε από τα επιτόκια στην αγορά των ομολόγων και πήρε διαστάσεις, λόγω των εξελίξεων στις διεθνείς χρηματιστηριακές αγορές, απείλησε να διαταράξει χωρίς να το κατορθώσει τη συναλλαγματική ισοτιμία της δραχμής.