Τη διαβεβαίωση ότι, η κρίση η οποία ξεκίνησε με την αδυναμία των τραπεζών να παράσχουν ρευστότητα θα τελειώσει με την άρση αυτής της αδυναμίας διατύπωσε ο πρωθυπουργός στη συνάντησή του με το διοικητικό συμβούλιο της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, το μεσημέρι της Τρίτης, στο Μέγαρο Μαξίμου.
«Η κρίση ξεκίνησε από την αδυναμία των τραπεζών να παράσχουν ρευστότητα στην οικονομία και θα τελειώσει με την άρση αυτής της αδυναμίας», έγραψε ο πρωθυπουργός στον λογαριασμό του στο Twitter.
Και πρόσθεσε: «Κυβέρνηση, τράπεζες και φορείς οφείλουμε να συνεργαστούμε για την ανόρθωση της οικονομίας. Συνάντηση με την Ένωση Ελληνικών Τραπεζών».
Η ιστορική στήλη του Βήματος στο inbox σου
Γίνε μέλος του καθημερινού newsletter που αποκαλύπτει όσα συμβαίνουν στο πολιτικό παρασκήνιο και απόκτησε πρόσβαση σε αποκλειστικό περιεχόμενο. Η κρίση ξεκίνησε από την αδυναμία των τραπεζών να παράσχουν ρευστότητα στην οικονομία και θα τελειώσει με την άρση αυτής της αδυναμίας. 1/2
— Prime Minister GR (@PrimeministerGR) 28 Φεβρουαρίου 2017
Κυβέρνηση, τράπεζες και φορείς οφείλουμε να συνεργαστούμε για την ανόρθωση της οικονομίας. Συνάντηση με την Ένωση Ελληνικών Τραπεζών. 2/2 pic.twitter.com/qA4BD3gqLr
— Prime Minister GR (@PrimeministerGR) 28 Φεβρουαρίου 2017
Στο επίκεντρο της συνάντησης πάντως βρέθηκαν τα κόκκινα δάνεια. Συγκεκριμένα, συζητήθηκαν οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, η συνεργασία κυβέρνησης και τραπεζών με στόχο τη βελτίωση της παροχής ρευστότητας στην πραγματική οικονομία και τις επιχειρήσεις, η αποτελεσματική διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και η περαιτέρω ενίσχυση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.
Οι εκπρόσωποι των τραπεζών ζήτησαν απο τον κ. Τσίπρα την όσο το δυνατόν γρηγορότερη ψήφιση απο τη Βουλή των νομοσχεδίων που αφορούν τη διαχείριση των προβληματικών χορηγήσεων.
Επεσήμαναν επίσης την κρισιμότητα της έγκαιρης ολοκλήρωσης της αξιολόγησης για την επιστροφή των καταθέσεων και τη μείωση των επισφαλειών τους επόμενους μήνες.
Παρόντες από την πλευρά της Ένωσης ήταν ο πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου κ. Νικόλαος Καραμούζης, οι αντιπρόεδροι κκ Γεώργιος Χαντζηνικολάου, Παναγιώτης Θωμόπουλος, Βασίλειος Ράπανος και η Γενική Γραμματέα κα Χαρίκλεια Απαλαγάκη.
Οι τραπεζίτες τόνισαν στον Πρωθυπουργό ότι το πρώτο δίμηνο του 2017 η αβεβαιότητα, που υπήρξε, ως προς την ολοκλήρωση της αξιολόγησης είχε αρνητική επίπτωση στην οικονομία αλλά και τον τραπεζικό κλάδο.
Σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία που του παρουσιάστηκαν, οι καταθέσεις υποχωρούν, η σταθεροποίηση και η φθίνουσα πορεία του ύψους των μη εξυπηρετούμενων δανείων έχει αρχίσει ν’ αντιστρέφεται, η δε πρόσβαση στις διεθνείς αγορές χρήματος και κεφαλαίου περιορίζεται.
Ταυτόχρονα το οικονομικό κλίμα, η ζήτηση για δάνεια και η εμπιστοσύνη των πελατών δείχνει να επηρεάζονται αρνητικά.
Τόνισαν πάντως στον κ. Τσίπρα ότι τα παραπάνω, είναι ακόμη αντιστρέψιμα και η αποκατάσταση θετικών προοπτικών εφικτή.
«Η ολοκλήρωση της αξιολόγησης, με τη διευθέτηση τεχνικών εκκρεμοτήτων, θα πρέπει να συνδυαστεί με τη συμμετοχή της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και με παράλληλη χρονική δέσμευση των πιστωτών, βάσει οδικού χάρτη για τη βιώσιμη αναδιάρθρωση του Δημόσιου Χρέους, χωρίς απαιτήσεις για διατήρηση υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων για πολλά χρόνια, που θα παγιδεύσουν την οικονομία σε στασιμότητα» αναφέρεται στην ανακοίνωση της ΕΕΤ.
Και οι δύο πλευρές συμφώνησαν ότι η χώρα έχει πολλές αναπτυξιακές δυνατότητες, και μπορεί με κοινές προσπάθειες Πολιτείας, αντιπροσωπευτικών παραγωγικών φορέων και Τραπεζών, να θέσει την οικονομία σε αναπτυξιακή τροχιά, που προϋποθέτει την υλοποίηση ενός ολοκληρωμένου προγράμματος αναπτυξιακών και θεσμικών μεταρρυθμίσεων, την αποτελεσματική διαχείριση των κόκκινων δανείων, σημαντική αύξηση των ιδιωτικών και δημόσιων επενδύσεων, διαμόρφωση ελκυστικού πλαισίου για την επιχειρηματικότητα, τις επενδύσεις και την καινοτομία.
«Η αναπτυξιακή προοπτική είναι η ασφαλέστερη οδός αντιμετώπισης των μεγάλων ζητημάτων, της φτώχειας, της ανεργίας, του Δημόσιου Χρέους και των επισφαλών δανείων» σημειώνει η ΕΕΤ.
Και οι δύο πλευρές συμφώνησαν, τέλος, ότι το Τραπεζικό σύστημα, μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην διαρκή ενίσχυση της οικονομίας, ενώ η ΕΕΤ δέχθηκε να αποτελέσει μέρος ενός ευρύτερου forum, που θα συζητά και θα προτείνει λύσεις επωφελείς για την οικονομία και την ανάπτυξη.
Η ΕΕΤ είχε επίσης την ευκαιρία να ενημερώσει τον Πρωθυπουργό και τα κυβερνητικά στελέχη, αλλά και να ανταλλάξει μαζί τους απόψεις για τις εξελίξεις στην ελληνική οικονομία και τον τραπεζικό κλάδο, ο οποίος σταθεροποιήθηκε το 2016, σημειώνοντας σαφή στοιχεία βελτίωσης, καθώς:
– Οι Τράπεζες επέστρεψαν σε οργανική κερδοφορία.
– Ενίσχυσαν περαιτέρω τους δείκτες κεφαλαιακής τους επάρκειας, που διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα.
– Tο 2016 βελτιώθηκαν οι συνθήκες ρευστότητάς τους με την επιστροφή καταθέσεων ύψους €4,2 δισεκ..
– Καταρτίστηκαν συμφωνίες χρηματοδότησης των τραπεζών από τις διεθνείς αγορές ύψους €18,8 δισεκ..
– Περιορίστηκε η εξάρτηση για ρευστότητα από το Ευρωσύστημα κατά €40,9 δισεκ..
– Σημειώθηκε επιβράδυνση της αρνητικής πιστωτικής επέκτασης -1,4% τον Δεκέμβριο 2016, (σε ετήσια βάση), έναντι -2% και -3,1% τον Δεκέμβριο 2015 και 2014.
– Το τελευταίο τρίμηνο του έτους επανήλθε σε θετική πορεία ο ρυθμός χρηματοδότησης των επιχειρήσεων και σταθεροποιήθηκε το ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPEs/NPLs), με διαφαινόμενη μείωσή τους το τελευταίο εξάμηνο του 2016.
– Υλοποιήθηκαν όλες οι αλλαγές στα Διοικητικά Συμβούλια των ελληνικών Τραπεζών, η σύνθεση των οποίων στηρίζεται σε αυστηρά κριτήρια και πλαίσιο πέρα και πάνω από τις ελάχιστες ευρωπαϊκές οδηγίες και προδιαγραφές.
Το ίδιο χρονικό διάστημα οι ελληνικές Τράπεζες, στήριξαν ενεργά την ανάπτυξη της χώρας και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις με:
Την υλοποίηση των αναπτυξιακών προγραμμάτων, των ταμείων χρηματοδότησης και των προγραμμάτων των διεθνών επίσημων χρηματοδοτικών φορέων (EBRD, EIB, EIF, Juncker Plan).
Τη σημαντική ενίσχυση και διάδοση της χρήσης των ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών που συμβάλλουν στην αποτελεσματικότητα, τη σημαντική μείωση του κόστους συναλλαγών και στον περιορισμό της φοροδιαφυγής (ενδεικτικά: εγκατεστημένα POS 320.000 το 2016, έναντι 219.070 το 2015, ο αριθμός καρτών σε κυκλοφορία αυξήθηκε κατά 440.000 και έφτασε τα 14,6 εκ. το α’ εξάμηνο 2016, έναντι 14,16 εκ. το β’ εξάμηνο 2015, ενώ ο αριθμός των συναλλαγών μέσω καρτών ανήλθε σε 233 εκ. (+58% σε ετήσια βάση), το δε κόστος από τη χρήση POS έχει σημαντικά μειωθεί).
Τη στενή συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές και το Υπουργείο Οικονομικών για την καταπολέμηση φαινομένων ξεπλύματος μαύρου χρήματος και φοροδιαφυγής.
Τη δέσμευση του κλάδου για σημαντική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων κατά 38% ή € 40 δισεκ. την επόμενη τριετία, ώστε, ν’ απελευθερωθούν παραγωγικοί πόροι.
Την τήρηση των συλλογικών και επιχειρησιακών συμβάσεων εργασίας του Ανθρώπινου Δυναμικού των Τραπεζών, και μείωση του προσωπικού με υλοποίηση επιτυχών προγραμμάτων οικειοθελούς αποχώρησης του.
Ικανοποιητική πρόοδο στην πορεία υλοποίησης των σχεδίων αναδιάρθρωσης των Τραπεζών που έχουν συμφωνηθεί ανά τράπεζα με τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και την Ελληνική Κυβέρνηση.
Πρωτοβουλίες της ΕΕΤ με στόχο να συμβάλλει στη βελτίωση της εικόνας της χώρας στο εξωτερικό με σειρά ενημερωτικών συναντήσεων και πρωτοβουλιών.
Στήριξη της δημόσιας διοίκησης παρέχοντας υλικοτεχνική συνδρομή, όταν αυτό είναι αναγκαίο.
Υπάρχουν, ακόμη, ακόμη αρκετοί τομείς δράσεις που πρέπει να ολοκληρωθούν και εξαρτώνται από την ολοκλήρωση και υλοποίηση της αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος, όπως:
Η ολοκλήρωση μιας σειράς νομοθετικών τροποποιήσεων, που έχουν ήδη συζητηθεί με τους αρμόδιους Υπουργούς και τα κυβερνητικά στελέχη (νομοθετική ρύθμιση για τη φορολογική μεταχείριση διαγραφών/πωλήσεων των μη εξυπηρετούμενων δανείων με ζημία, περιορισμό της αστικής και ποινικής ευθύνης για τα στελέχη του Δημοσίου και των τραπεζών που υποχρεούνται να φέρουν εις πέρας ρυθμίσεις, αναδιαρθρώσεις ή / και διαγραφές οφειλών, τη διαμόρφωση ενός λειτουργικού πλαισίου εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών (OCW), την αποτελεσματική διενέργεια ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, την ανταλλαγή στοιχείων μεταξύ τραπεζών και την υλοποίηση μέσω τραπεζών του νέου προγράμματος Εξοικονόμηση κατ’ Οίκον ΙΙ).