«Συνταγή» για την άμεση επανεκκίνηση της οικονομίας προτείνει ο αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ Γιώργος Σεραφείμ, ο οποίος τιμήθηκε πρόσφατα από τον Αλέξη Τσίπρα με το βραβείο «Περικλής», που θέσπισε το Ελληνοαμερικανικό Επιμελητήριο σε συνεργασία με την επενδυτική εταιρεία Japonica Partners, από τους μεγαλύτερους επενδυτές σε ελληνικά ομόλογα. Στόχος του βραβείου, που συνοδεύεται από 100.000 ευρώ, είναι η στήριξη προσπαθειών που αποσκοπούν στη βελτίωση της διαχείρισης των δημόσιων πόρων και η υιοθέτηση από το κράτος επαγγελματικών πρακτικών διαχείρισης.
Σύμφωνα με τον κ. Σεραφείμ, «η άμεση επανεκκίνηση της οικονομίας μπορεί να επιταχυνθεί αν το ελληνικό χρέος αποτυπωθεί με βάση τα διεθνή λογιστικά πρότυπα». Στην περίπτωση αυτή, όπως επισημαίνει, «το χρέος μειώνεται σε 18% του ΑΕΠ, εξέλιξη που θα έχει θετική επίδραση στα επιτόκια». Και εκεί βρίσκεται, όπως τονίζει, «το κλειδί για την άμεση ανάκαμψη της οικονομίας, καθώς η πτώση του κόστους του χρήματος θα τροφοδοτήσει έναν ανοδικό κύκλο της οικονομίας. Βεβαίως», σημειώνει, «αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να εγκαταλειφθεί η προώθηση των μεταρρυθμίσεων οι οποίες είναι απαραίτητες για την ανάκαμψη της χώρας».
Ο ίδιος υπολογίζει ότι «αρκούν 30 ημέρες για να γίνει η αποτίμηση του χρέους με βάση τα διεθνή λογιστικά πρότυπα». Δηλαδή, να αποτιμηθεί το χρέος σε παρούσα αξία (πόσο είναι σήμερα και όχι στη λήξη του), αφού ληφθούν υπόψη οι ευνοϊκοί όροι (χαμηλά επιτόκια, μεγάλη διάρκεια κ.λπ.) με τους οποίους έχουν δοθεί τα δάνεια και τα μέτρα ελάφρυνσης (PSI, παράταση λήξεων και μειώσεις επιτοκίων) που έχουν γίνει από το 2010 ως σήμερα.
«Ολα αυτά αντιστοιχούν σε ένα «κούρεμα» της τάξεως των 200 δισ. ευρώ σε όρους παρούσας αξίας. Μόνο για τις δόσεις του 2015 από το πρόσφατο δάνειο που πήρε η Ελλάδα με το τρίτο Μνημόνιο, η ελάφρυνση του χρέους είναι της τάξεως του 81% ή 17,3 δισ. ευρώ» αναφέρει.
Στη συνέχεια, και εδώ βρίσκεται η σημαντική διαφορά στον υπολογισμό του χρέους με βάση τα διεθνή λογιστικά πρότυπα, θα αφαιρεθούν τα καθαρά χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία της Ελλάδας, ύψους 90 δισ. ευρώ. Τότε το χρέος της Ελλάδας περιορίζεται σε μόλις 33 δισ. ευρώ ή 18% του ΑΕΠ. Στα καθαρά χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία περιλαμβάνονται οι συμμετοχές του Δημοσίου σε τράπεζες και σε εταιρείες δημοσίου συμφέροντος (ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, ΟΛΠ, «Ελ. Βενιζέλος», κ.λπ.). Αυτό, σύμφωνα με τον κ. Σεραφείμ, «δεν σημαίνει πώληση κρατικής περιουσίας αλλά συνυπολογισμό της αξίας της στην αποτύπωση του πραγματικού χρέους». Διότι, όπως εξηγεί, «όταν μια εταιρεία υπολογίζει το χρέος της αφαιρεί από τις χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις της τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία της. Το ίδιο πρέπει να γίνει και με τα οικονομικά των χωρών. Ηδη πολλές χώρες, όπως η Βρετανία, η Γαλλία, το Ισραήλ, το εφαρμόζουν, ενώ άλλες, όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία, κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση».
Αν λοιπόν το χρέος διαμορφωθεί στα επίπεδα του 18% του ΑΕΠ θα είναι πολύ χαμηλότερο από της Ισπανίας (63%), της Ιταλίας (112%) και της Πορτογαλίας (70%). Πράγμα που σημαίνει ότι τα ελληνικά ομόλογα θα γίνουν και πάλι ελκυστικά στους επενδυτές, συμπιέζοντας προς τα κάτω το κόστος δανεισμού της χώρας και το spread στα ομόλογα. «Μόνο από τα έντοκα γραμμάτια το Δημόσιο μπορεί να εξοικονομήσει περί τα 450 εκατ. ευρώ κάθε χρόνο, κεφάλαια που θα μπορούσαν να ελαφρύνουν ανάλογα τις περικοπές στις συντάξεις, την περίθαλψη κ.λπ.» επισημαίνει ο κ. Σεραφείμ.
Οπως σημειώνει ο ίδιος, «η πτώση του κόστους του χρήματος θα τονώσει τις επενδύσεις, θα δημιουργήσει πάνω από 200.000 θέσεις εργασίας την επόμενη διετία, θα ενισχύσει την κατανάλωση, θα αυξήσει τα φορολογικά έσοδα, θα έχει θετικές συνέπειες στις τιμές των ακινήτων και θα περιορίσει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια».
Πάντως, για να μπορέσει η χώρα να πετύχει την άμεση ανάκαμψη της οικονομίας, εκτός από την εφαρμογή των διεθνών λογιστικών προτύπων και των μεταρρυθμίσεων, θα πρέπει επίσης, σύμφωνα με τον κ. Σεραφείμ, «να προχωρήσει στη δημοσιοποίηση ενός αξιόπιστου κρατικού ισολογισμού όπου θα αποτυπώνονται με διαφάνεια τα οικονομικά στοιχεία της γενικής κυβέρνησης». Προς την κατεύθυνση αυτή πρώτο βήμα θεωρεί τη σύσταση ανεξάρτητης Αρχής και την άμεση επιλογή από τη διεθνή αγορά επικεφαλής με γνώσεις στην αναδιάρθρωση επιχειρήσεων.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ