Αισιόδοξος για την πορεία των διαπραγματεύσεων για την επίλυση της μακρόχρονης διαίρεσης της Κύπρου δήλωσε ο βρετανός υπουργός Εξωτερικών Φίλιπ Χάμοντ από τη Λευκωσία. «Τώρα είναι η ώρα» για τους Έλληνες και τους Τουρκοκύπριους τόνισε ο Χάμοντ προσθέτοντας ότι η Βρετανία θα κάνει ό,τι μπορεί προκειμένου να διασφαλίσει ότι η Κύπρος θα αδράξει «μία πραγματική ευκαιρία», αναγνωρίζοντας σε κάθε περίπτωση ότι υπάρχουν ακόμη «σημαντικές προκλήσεις».

Ο βρετανός υπουργός Εξωτερικών συναντήθηκε το πρωί με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Νίκο Αναστασιάδη. «Ήταν μεγάλη χαρά να συναντηθώ ξανά με τον πρόεδρο Αναστασιάδη και να τύχω ενημέρωσης για τις διαπραγματεύσεις για επίλυση της μακρόχρονης διαίρεσης της νήσου», δήλωσε μετά τη συνάντηση, αναφέρει ο Φιλελεύθερος.

«Είναι προφανές – πρόσθεσε – ότι όλη η διεθνής κοινότητα επιθυμεί διακαώς λύση. Εργαζόμαστε με όποιον τρόπο μπορούμε για να υποστηρίξουμε τις δύο κοινότητες στην προσπάθεια τους να βρουν λύση σε αυτό το μακρόχρονο πρόβλημα. Είμαι αισιόδοξος».

«Ο Πρόεδρος και ο κ. Ακιντζί εργάζονται καλά μαζί, και οι δύο είναι δεσμευμένοι στο να βρουν λύσεις, αλλά υπάρχουν μεγάλες προκλήσεις που ακόμη πρέπει να αντιμετωπιστούν και εμείς θα δώσουμε κάθε στήριξη που μπορούμε ενόσω αυτοί προχωρούν για να βρουν λύση», κατέληξε.

Ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών είχε συνάντηση με τον ομόλογό του Ιωάννη Κασουλίδη. Αμέσως μετά, σε συνέντευξη Τύπου, ο κ. Χάμοντ τήρησε ουδέτερη στάση στο κατά πόσο η Βρετανία ως μια εκ των εγγυητριών δυνάμεων υποστηρίζει, σε περίπτωση λύσης του Κυπριακού, την κατάργηση των εγγυήσεων.

«Εάν οι δύο κοινότητες συμφωνήσουν, τότε η Βρετανία είναι πρόθυμη να εξετάσει οποιαδήποτε πρόταση» απάντησε σε σχετική ερώτηση και προσέθεσε: «Δεν έχουμε προκατάληψη επί του θέματος».

Ο κ. Χάμοντ επισήμανε ότι το περιουσιακό και οι εγγυήσεις είναι από τα δυσκολότερα θέματα στις διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό.

Επίσης, δήλωσε ότι η Βρετανία, η Ευρωπαϊκή Ένωση και ευρύτερα η διεθνής κοινότητα προτίθενται να στηρίξουν οικονομικά τη λύση του Κυπριακού και σημείωσε ότι η πρόθεση για την οικονομική στήριξη της λύσης, καταδεικνύεται, όχι μόνο από την επίσκεψη του ιδίου, αλλά και από τις επισκέψεις στην Κύπρο, των υπουργών Εξωτερικών των ΗΠΑ, της Γερμανίας, της Ρωσίας και της Κίνας.