Βερολίνο, Ανταπόκριση
Θυμίζει κλαυσίγελο. Το Βερολίνο υποδέχθηκε την επανεκλογή του Αλέξη Τσίπρα και τoν σχηματισμό της νέας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ με ανάμικτα συναισθήματα: Από τη μια με απογοήτευση, επειδή τελικά δεν επικράτησε το «φιλοευρωπαϊκό μπλοκ» με επικεφαλής τη Νέα Δημοκρατία. Και από την άλλη με ανακούφιση, επειδή επιτέλους σχηματίστηκε μια σταθερή κυβέρνηση που θα αναλάβει να υλοποιήσει το τρίτο μνημόνιο. «Δεν υπάρχει πλέον καμία δυνατότητα υπεκφυγής» δήλωσε την Τετάρτη ο εκπρόσωπος της κοινοβουλευτικής ομάδας των συγκυβερνώντων Σοσιαλδημοκρατών Γιοχάνες Κάαρς. «Η κυβέρνηση Τσίπρα ΙΙ πρέπει να προχωρήσει αμέσως στις μεταρρυθμίσεις». Παρόμοια είχε εκφραστεί το βράδυ της Τρίτης ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας των Χριστιανοδημοκρατών (του πλειοψηφικού κόμματος σε κυβέρνηση και Βουλή) Φόλκερ Κάουντερ. Μιλώντας σε σύσκεψη της κοινοβουλευτικής ομάδας παρουσία της Άνγκελα Μέρκελ, ο ίδιος τόνισε, ότι η Αθήνα πρέπει να εκπληρώσει πλήρως τις υποχρεώσεις που συνάγονται από το τρίτο πρόγραμμα βοήθειας – εκπτώσεις, πρόσθεσε, δεν πρέπει να περιμένει. «Χρησιμοποίησε ασυνήθιστα σκληρή γλώσσα για μια κυβέρνηση που δεν είχε ορκιστεί ακόμα» έλεγε αργότερα παριστάμενος.
Το αποτέλεσμα της αμφιθυμίας δεν είναι ωστόσο ουδέτερο. Εκείνο που επικρατεί είναι μια έντονη επιφυλακτικότητα έναντι της νέας κυβέρνησης, που τροφοδοτείται και από την επανάληψη της, όπως λέγεται, «παρά φύση» σύζευξης ενός αριστερού κόμματος (ΣΥΡΙΖΑ) με ένα σοβινιστικό, ομοφοβικό και αντισημιτικό κόμμα της «λαϊκής Δεξιάς» (ΑΝΕΛ). Οι αντιδράσεις γι αυτό δεν έχουν τέλος. Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα:
Γιόαχιμ Πος, μέλος του προεδρείου του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος: «Η αναβίωση του συνασπισμού ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν είναι καλή ούτε για την Ελλάδα, ούτε για την Ευρώπη. Για να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις η Ελλάδα χρειάζεται μια σταθερή και φιλοευρωπαϊκή κυβέρνηση. Όμως ο ΣΥΡΙΖΑ προτιμά τους εθνικιστές από τις φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις».
Έλμαρ Μπροκ, χριστιανοδημοκράτης, πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Ευρωβουλής: «Οι ΑΝΕΛ είναι ένα δεξιό-εθνικιστικό κόμμα. Και αυτό διεγείρει σκοτεινούς φόβους στους εταίρους».
Στο ίδιο πνεύμα είχε εκφραστεί προηγουμένως και ο σοσιαλδημοκράτης πρόεδρος της Ευρωβουλής Μάρτιν Σουλτς, ο οποίος διαβεβαίωσε, ότι η «ανίερη συμμαχία» των δυο κομμάτων θα αποτελέσει σοβαρό ζήτημα στις συνομιλίες του με τον κ.Τσίπρα.
Το κύριο θέμα της ήδη αναφερθείσας σύσκεψης της κοινοβουλευτικής των Χριστιανοδημοκρατών ήταν βέβαια το προσφυγικό. «Πρέπει να στείλουμε ένα ηχηρό μήνυμα αποκατάστασης της τάξης» δήλωσε, σύμφωνα με τον ίδιο παριστάμενο, η κ.Μέρκελ. Στη Γερμανία αυτό θα γίνει με ένα νέο μεταναστευτικό νόμο, ο οποίος θα καθορίζει τα όρια και τους όρους της εγκατάστασης των προσφύγων στη χώρα και ταυτόχρονα θα επισπεύδει την επανοπροώθηση των μεταναστών (οικονομικών προσφύγων). Οι τελευταίοι δεν θα έχουν πλέον πρόσβαση στα συστήματα κοινωνικών παροχών και θα εφοδιάζονται μόνο με τρόφιμα για την επάνοδο στις πατρίδες τους, ή στις χώρες από τις οποίες μετέβησαν στη Γερμανία.
Η καγκελάριος αναφέρθηκε και στην σημερινή άτυπη σύνοδο κορυφής στις Βρυξέλλες, το θέμα της οποίας είναι μια γενικότερη λύση του προσφυγικού μέσω τροποποιήσεων της συμφωνίας του Δουβλίνου2 (καθορίζει ότι ένας πρόσφυγας πρέπει να παραμείνει στη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία πρωτομπήκε). Στις τροποποιήσεις ανήκουν η ενίσχυση της Frontex για την φύλαξη των συνόρων της Ελλάδας προς την Τουρκία, η δημιουργία των λεγόμενων «hot spot», ήτοι κέντρων κράτησης στην Ελλάδα και την Ιταλία με στόχο την καταγραφή των προσφύγων και η αποστολή στη συνέχεια εκείνων που προκρίθηκαν ως «δικαιούμενοι ασύλου» – στη βάση της αρχής της «δίκαιης» κατανομής – σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Τα προβλήματα είναι βέβαια πολλά, και ίσως ανυπέρβλητα. Το πρώτο αφορά στην Frontex, η οποία, παρά την ισχυρή ενίσχυση που θα πάρει (ο λόγος είναι για ένα πολλαπλασιασμό του αριθμού των αεροσκαφών, των πλοίων και του προσωπικού της) δεν θα μπορεί να επιτελεί αποτελεσματικά την αποστολή της λόγω του μεγάλου εύρους των θαλάσσιων ελληνοτουρκικών συνόρων – και όχι μόνο. «Υπάρχει μόνο μια λύση σε αυτό το θέμα: η στενή συνεργασία των τουρκικών με τις ελληνικές Αρχές» τόνισε η καγκελάριος. Τις επόμενες ημέρες και εβδομάδες λοιπόν, οι ευρωπαίοι διπλωμάτες θα αυξήσουν την πίεση στις κυβερνήσεις των δύο χωρών να βρουν κοινή λύση στο πρόβλημα. «Οι χώρες τους χωρίζονται μόνο από μια υδάτινη ζώνη» έλεγε γερμανική κυβερνητική πηγή. «Αυτή μπορεί να ελεγχθεί ασύγκριτα καλύτερα μέσω του συντονισμού τους, παρά μέσω της παράταξης πολεμικών αρμάδων κα αεροσκαφών στο Αιγαίο». Ταυτόχρονα, πρόσθετε, πρέπει να δοθεί πρόσθετη μεγάλη οικονομική βοήθεια στην Τουρκία, για να μπορέσει να συγκρατήσει στο έδαφός της τους πρόσφυγες, που λόγω των όλο και χειρότερων συνθηκών διαβίωσης στα τουρκικά κέντρα κράτησης εξορμούν προς τα Βαλκάνια και τη Βόρεια Ευρώπη.
Εξίσου προβληματική είναι και η ανέγερση hot spot στην Ελλάδα και την Ιταλία. «Αυτό θα προκαλέσει την επιδείνωση της κατάστασής τους» έλεγε ειδικός. «Ο αριθμός των προσφύγων, που θα μένουν κάθε φορά σε αυτές, θα πολλαπλασιαστεί. Κι αυτό θα προκαλέσει τη γρήγορη μετατροπή τους σε απέραντα και δη μόνιμα κέντρα κράτησης».
Η καγκελάριος, σύμφωνα με πληροφορίες, μίλησε ήδη τη Δευτέρα με τον κ.Τσίπρα γι αυτά τα σχέδια και διαπίστωσε ότι βλέπει με θετικό μάτι τα hot spot – υπό την προϋπόθεση βέβαια, ότι αμέσως μετά τη δημιουργία τους η κατανομή των προσφύγων στις άλλες χώρες θα είναι γρήγορη και μαζική.
Όλα αυτά είναι όμως ακόμα μετέωρα. Το αν θα επέλθει γενικότερη ευρωπαϊκή συμφωνία για όλα αυτά θα κριθεί ίσως στην αποψινή σύνοδο κορυφής.