Το σχοινί τραβιέται πλέον από την Αθήνα και τις Βρυξέλλες με τέτοια ένταση, που η ρήξη είναι ένα πιθανό ενδεχόμενο.
Έπειτα από τα απογοητευτικά αποτελέσματα της συνάντησης Γιούνκερ – Τσίπρα στις Βρυξέλλες το βράδυ της Τετάρτης, η ελληνική κυβέρνηση προχώρησε στην απόφαση να μην πληρώσει την δόση των 300 εκατ. ευρώ της 5ης Ιουνίου στο ΔΝΤ, παρά το γεγονός ότι είχε διαμηνύσει πως δεν σκόπευε κάτι τέτοιο και παρά τις άτυπες διαβεβαιώσεις κυβερνητικών αξιωματούχων ότι υπήρχαν τα διαθέσιμα για την έγκαιρη αποπληρωμή της οφειλής.
Η απόφαση αυτή, που φέρνει την χώρα από τεχνικής απόψεως σε καθεστώς εκκρεμούσας χρεοκοπίας, επιβάρυνε το κλίμα στην Ουάσιγκτον, δεδομένου ότι αποτέλεσε και την πρώτη ανατροπή της γνωστής δήλωσης του Γ. Βαρουφάκη πως «η Ελλάδα θα αποπληρώσει στο διηνεκές τις υποχρεώσεις της προς το ΔΝΤ».
Παράλληλα όμως προκάλεσε και μία γενικευμένη αντίδραση στις Βρυξέλλες, όπου σύμφωνα με πληροφορίες ευρωπαίοι αξιωματούχοι ερμήνευσαν την απόφαση ως μία ένδειξη των διαθέσεων της κυβέρνησης να οδηγήσει την συζήτηση στα άκρα (από χρονικής και πολιτικής άποψης) και όχι να συνομιλήσει με στόχο την εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης και απεμπλοκής.
Έπειτα από αυτές τις δραματικές εξελίξεις, ο Πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας είχε το βράδυ της Πέμπτης άλλη μία τηλεφωνική συνομιλία με την καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ και τον πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ, όπου πάντως, σύμφωνα με το Μέγαρο Μαξίμου εκφράστηκε «αισιοδοξία για την εξεύρεση αμοιβαία επωφελούς λύσης σύντομα».
Παρά ταύτα, η κυβέρνηση του Αλ. Τσίπρα, περιέγραψε μέσα από ενημερωτικό κείμενο που διανεμήθηκε το βράδυ της Πέμπτης, την πρόθεσή της να φθάσει την συζήτηση στα άκρα και στο απόλυτο χρονικό όριο του τέλους Ιουνίου, οπότε και λήγει η παράταση του προγράμματος που ορίστηκε στην συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου.
Στο κείμενο αυτό τονίστηκε ότι «η πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης δεν αντικατοπτρίζει τις αρχικές της θέσεις – όπως αυτές εκφράστηκαν στις προγραμματικές της δηλώσεις – αλλά είναι προϊόν υποχωρήσεων και συμβιβασμών στη βάση των επεξεργασιών του Brussels Group και των τεχνικών κλιμακίων». Επιπλέον υπογραμμίστηκε πως η Αθήνα «συναρτά την υπογραφή της συμφωνίας μόνο με λύση για το χρέος, καθώς και με την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της ελληνικής οικονομίας».
Σε αυτό το κλίμα, ο κ. Τσίπρας αφήνει ήδη να διαφανεί με ποια διάθεση προσέρχεται στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση της Παρασκευής τη Βουλή, καθώς στις επίσημες διαρροές από το Μέγαρο Μαξίμου επισημαίνεται πως – με δεδομένη την γνώση επί των προτάσεων των δανειστών και της ελληνικής κυβέρνησης διά της δημοσίευσής τους στον ελληνικό και ξένο Τύπο – «η σύγκριση μεταξύ όχι μόνο των δύο προτάσεων, αλλά και με το μεσοπρόθεσμο 2015-2018, που έχει ψηφίσει η κυβέρνηση Σαμαρά/Βενιζέλου, καθώς και με το γνωστό mail Χαρδούβελη, αποκαλύπτει ποιοι θέλουν τη χώρα εγκλωβισμένη και τι συμφέροντα εξυπηρετούν».
Με βάση αυτά, ο κ. Τσίπρας αναμένεται να προσέλθει στην συζήτηση της Παρασκευής στη Βουλή με διάθεση αντιπαραθετική προς την αντιπολίτευση και την Ευρώπη. Σύμφωνα με πηγές προσκείμενες στον ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Τσίπρας επιδιώκει να διαμορφώσει ένα πολιτικό περιβάλλον έντασης με το βλέμμα στην επόμενη ημέρα, είτε εν τέλει επέλθει συμφωνία, είτε όχι.
Στο φόντο βρίσκεται ήδη το μπαράζ δηλώσεων στελεχών της κυβέρνησης, από τον Π. Σκουρλέτη και τον Ν. Φίλη, έως τον Δ. Στρατούλη και τον Θ. Δρίτσα, οι οποίοι – ενδεχομένως από διαφορετική σκοπιά ο καθένας, είτε εμμέσως είτε ευθέως θέτουν ζήτημα εκλογών περιγράφοντας ως δεδομένη την απόρριψη εκ μέρους της Αθήνας της πρότασης που παρουσίασε την Τετάρτη στον. Αλ. Τσίπρα ο πρόεδρος της Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιούνκερ.