Ενας ιδιότυπος «εμφύλιος» βρίσκεται σε εξέλιξη στη Γερμανία με αφορμή ένα νέο «κούρεμα» του ελληνικού χρέους, λίγο προτού μπει στην τελική ευθεία ο προεκλογικός αγώνας. Πολιτικοί, οικονομικοί αναλυτές, δημοσιολογούντες διασταυρώνουν τα ξίφη τους με άρθρα, δηλώσεις, παρεμβάσεις, υπέρ και κατά ενός νέου «κουρέματος» του χρέους. Η είδηση για την έξοδο της ευρωζώνης από την ύφεση, που κυκλοφόρησε την περασμένη Τρίτη, 13 Αυγούστου, ήρθε «κουτί» στην Ανγκελα Μέρκελ, δεδομένου ότι συνέπεσε με την έναρξη του προεκλογικού της αγώνα. Μία ημέρα αργότερα η καγκελάριος έκανε την είδηση σημαία. Μιλώντας στην πρώτη προεκλογική συγκέντρωση του κόμματός της εν όψει των εκλογών της 22ας Σεπτεμβρίου στη Σέλιγκστατ, μια μικρή πόλη στο κρατίδιο της Εσσης, δήλωσε ότι η έξοδος από την ύφεση αποτελεί πλήρη δικαίωση της πολιτικής της. «Είδαμε τι παθαίνουν εκείνοι στην Ευρώπη που δημιουργούν μεγάλα χρέη» πρόσθεσε. Γι’ αυτό και θα επιμείνει και μελλοντικά στη σταθεροποίηση των εθνικών προϋπολογισμών –καθώς και σε μια ανάπτυξη χωρίς καινούργια χρέη. «Ανάπτυξη με δανεικά δεν γίνεται» τόνισε. Το αν ο τερματισμός της ύφεσης είναι οριστικός είναι βέβαια αμφιλεγόμενο θέμα. Ορισμένοι ειδικοί, όπως ο Κάι Κάρστενσεν, βεβαιώνουν ότι η δημοσιονομική σταθεροποίηση προχωρεί ακάθεκτα. «Ολοι οι σχετικοί δείκτες δείχνουν προς τα πάνω» τονίζει ο εκ των διευθυντών του Ινστιτούτου Οικονομικής Ερευνας ifo του Μονάχου. Αλλοι πάλι, όπως ο προσκείμενος στα γερμανικά συνδικάτα οικονομολόγος Ρούντολφ Χίκελ, προειδοποιούν ότι πρόκειται για φτηνό πυροτέχνημα. «Η αύξηση του ακαθάριστου προϊόντος κατά 0,3% στην ευρωζώνη οφείλεται κατά μέγιστο μέρος στη Γερμανία, η οποία διαθέτει το 30% της συνολικής οικονομικής δύναμης και σημείωσε αύξηση κατά 0,7%» λέει. Στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, αντίθετα, προσθέτει, επιταχύνεται το οικονομικό κατρακύλισμα –και αυτό είναι που καθορίζει τελικά την τύχη της νομισματικής ένωσης.

Ολα δείχνουν ότι θέματα, όπως η απομείωση του ελληνικού χρέους, θα αναταράσσουν συνεχώς την ευρωζώνη τους επόμενους μήνες. Η κυρία Ανγκελα Μέρκελ προσπαθεί, για ψηφοθηρικούς λόγους, να αποφύγει τώρα κάθε συζήτηση γι’ αυτό. Μόνο που δεν το καταφέρνει. Το «κούρεμα» κυριαρχεί στη γερμανική δημοσιότητα. Και αυτό την αναγκάζει να παίρνει, αν και με μισή καρδιά, θέση σε αυτό, με μόνιμη επωδό ότι προς το παρόν δεν το «βλέπει». Χωρίς να αποκλείει όμως άλλες μορφές αναδιάρθρωσης. «Πρέπει να δώσουμε στην Ελλάδα λίγο χρόνο, ώστε να εξελιχθούν ορισμένες καταστάσεις» είπε για παράδειγμα προ ημερών στον τηλεοπτικό σταθμό Phoenix με αφορμή την πρόσφατη διαπίστωση της Bundesbank ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί νέα βοήθεια εντός του 2014. «Υπάρχουν ήδη πολύ θετικά μηνύματα, όπως το πρωτογενές πλεόνασμα που ανακοινώθηκε χθες, παρά τον αρνητικό ρυθμό ανάπτυξης. Επομένως δεν μπορώ να κάνω οριστικές δηλώσεις για το θέμα». Eπανήλθε μάλιστα την Παρασκευή με συνέντευξή της στην Frankfurter Allgemeine Zeitung υποστηρίζοντας: «δεν βλέπω νέο κούρεμα χρέους για την Ελλάδα. Ένα τέτοιο βήμα θα προκαλούσε αβεβαιότητα σε άλλα τμήματα της Ευρώπης».

Για τη μεγάλη πλειονότητα των οικονομολόγων βέβαια, η αναδιάρθρωση θα έρθει σίγουρα –«όπως το Αμήν στο τέλος της προσευχής», όπως λέει ένας από αυτούς. «Η Ελλάδα είναι χρεοκοπημένη, δεν υπάρχει άλλη λύση» τονίζει ο καθηγητής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο του Γκρατς Μαξ Οτε, που έγινε διάσημος επειδή προέβλεψε ήδη το 2006 την έλευση της παγκόσμιας χρηματιστικής κρίσης.
Ωστόσο τα πράγματα δεν είναι απλά για την καγκελάριο. «Ως τώρα έλεγε στους Γερμανούς ότι δίνει μόνο εγγυήσεις και δανεικά, όχι δανεικά και αγύριστα» λέει ο καθηγητής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο της Κολονίας Γιόχαν Εκχοφ. Φανταστείτε, προσθέτει, τι εξέγερση θα προκληθεί στην κοινή γνώμη αν μετά τις εκλογές δηλώσει ότι «χαρίζει» στην Ελλάδα το 50% των γερμανικών δανείων, που ισοδυναμούν με 40 δισ. ευρώ.
Στο στόχαστρο είναι λοιπόν μια λύση, η οποία θα ισοδυναμεί με «κούρεμα», θα έχει όμως «κομψότερη» μορφή: είτε με επιμήκυνση της εξόφλησης του χρέους κατά πολλές δεκαετίες, είτε με νέα ριζική μείωση των τόκων, είτε με τη δημιουργία μιας «κακής τράπεζας», στην οποία θα διοχετευθεί μεγάλο μέρος των «δανεικών», και τα οποία δεν πρόκειται φυσικά να ξαναδούν οι δημόσιοι επενδυτές.
Η πιο ριζοσπαστική λύση έρχεται όμως από τον Σύνδεσμο Γερμανών Βιομηχάνων BDI, ο οποίος προτείνει ένα «έξυπνο κούρεμα», ήτοι την ανταλλαγή του μισού χρέους με τμήματα της περιουσίας του ελληνικού κράτους (επιχειρήσεις, ακίνητα, νησιά κτλ.), τα οποία θα μεταφερθούν, προς «φύλαξη», στον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης ESM. Η μέθοδος αυτή («debt for equity swaps», αξίες έναντι χρέους) έχει χρησιμοποιηθεί ήδη με επιτυχία από το ΔΝΤ σε αναπτυσσόμενες χώρες και θα μπορούσε, σύμφωνα με τον BDI, να εφαρμοστεί εξίσου επιτυχώς και στην Ευρώπη.
Ολες αυτές οι «παράπλευρες» λύσεις έχουν όμως το μειονέκτημα ότι δεν είναι «καθαρές» και, κυρίως, δεν έχουν στιγμιαίο αποτέλεσμα –που είναι σήμερα το άμεσα ζητούμενο. Γι’ αυτό και ο επικεφαλής του Ινστιτούτου για την Παγκόσμια Οικονομία Χένινγκ Κλοντ δεν αποκλείει και εδώ μια στροφή της κυρίας Μέρκελ κατά 180 μοίρες. «Η εντύπωσή μου είναι ότι μετά τις εκλογές θα μας πει πως δεν υπάρχει εναλλακτική λύση στο «κούρεμα»» λέει. Και το καλό είναι, προσθέτει, ότι η στροφή αυτή θα είναι σωτήρια –και για την Ελλάδα και για την ευρωζώνη.

«Το «κούρεμα» είναι αναπόφευκτο»
δηλώνει μιλώντας στη «Frankfurter Allgemeine» ο καθηγητής Γιοργκ Ρόχολ, μέλος του επιστημονικού συμβουλίου του υπουργείου Οικονομικών. «Το πρωτογενές πλεόνασμα που έχει καταγράψει ο ελληνικός προϋπολογισμός ως τον Ιούλιο απέχει μακράν από το να καλύψει και τις πληρωμές των επιτοκίων. Γι’ αυτό είναι απαραίτητη και αναπόφευκτη μια αναδιάρθρωση του χρέους, η οποία θα περιλαμβάνει τουλάχιστον το ήμισυ των χρεών», κάτι που για τη Γερμανία θα μεταφραζόταν σε «διψήφιο νούμερο σε δισεκατομμύρια ευρώ» υποστηρίζει ο καθηγητής Ρόχολ.
Από την πλευρά του ο Χένινγκ Κλοντ δηλώνει στη «Frankfurter Allgemeine» ότι σύμφωνα με εκτιμήσεις του οι δημόσιοι πιστωτές θα ήταν υποχρεωμένοι να παραιτηθούν από το 65% των δανείων τους προς την Ελλάδα. «Υποθέτω ότι μετά τις γερμανικές εκλογές η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα μας ανακοινώσει πως δεν υπάρχει εναλλακτική λύση στο «κούρεμα»» υποστηρίζει ο καθηγητής Κλοντ.
Τι επιδιώκουμε εμείς
Μείωση του κόστους
Στην περαιτέρω μείωση του κόστους εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους και όχι στο «κούρεμα» της κρατικής βοήθειας προς την Ελλάδα ποντάρει η κυβέρνηση για να ελαφρύνει τους προϋπολογισμούς των επόμενων ετών.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, στο νέο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα θα υπάρχει ξεχωριστό κεφάλαιο με τις προβλέψεις για την εξέλιξη του χρέους ως το 2020 και εκτιμήσεις για τη βιωσιμότητά του υπό το φως των νέων δεδομένων (μικρότερη ύφεση, πρωτογενές πλεόνασμα).
Παράλληλα το οικονομικό επιτελείο επεξεργάζεται όλα τα εναλλακτικά σενάρια με υποθέσεις όπως η περαιτέρω επιμήκυνση των δανείων, η μείωση του επιτοκίου δανεισμού σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα από αυτά που καθορίστηκαν τον περασμένο Δεκέμβριο και κυρίως η εξαίρεση των δανείων που δόθηκαν για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών από το δημόσιο χρέος. Το συνολικό ποσό που έχει δοθεί για τη στήριξη των ελληνικών τραπεζών ανέρχεται σε 38 δισ. ευρώ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ