Η κυπριακή κρίση και η σκληρότητα αντιμετώπισής της από τις ευρωπαϊκές αρχές, και ιδιαιτέρως από τους γερμανούς «ηγεμόνες», ούτε απλές είναι, ούτε τυχαίες. Η ευκολία με την οποία εθίγη πανευρωπαϊκά η ασφάλεια των καταθέσεων υποδηλώνει άλλες διαθέσεις, και συγκεκριμένα την έναρξη μιας διαδικασίας αλλαγής του ευρωπαϊκού οικονομικού μοντέλου.
Τραπεζίτες και πολιτικοί διαισθάνονται ότι είμαστε μπροστά σε θεμελιώδεις αλλαγές, οι οποίες θα μεταβάλουν τους κανόνες λειτουργίας των οικονομιών στη Γηραιά Ηπειρο. Βλέπουν καθαρά ότι στο μέλλον τα κράτη δεν θα διασώζουν τραπεζικά ιδρύματα σε κρίση, δεν θα προσφέρουν τα κεφάλαια που χρειάζονται για την ανακεφαλαιοποίησή τους, παρά θα μεταθέτουν την ευθύνη στους μετόχους και στους πελάτες των τραπεζών.
Με άλλα λόγια, οι καταθέτες παύουν να αντιμετωπίζονται ως ασφαλισμένοι αποταμιευτές, αλλά αναγνωρίζονται ως επενδυτές που αναλαμβάνουν ρίσκο και φέρουν ακεραία την ευθύνη των επιλογών τους.
Ουσιαστικά στην Κύπρο έχουμε την πρώτη πρόβα εφαρμογής αυτών των νέων αρχών και κανόνων που τείνουν να επικρατήσουν στην ευρωπαϊκή οικονομία. Ετσι εξηγούνται η σκληρότητα των μέτρων και το βάρος της δοκιμασίας που επιφυλάχθηκε στη Μεγαλόνησο.
Κατά τα φαινόμενα, η κυρία Μέρκελ και ο κ. Σόιμπλε, αφού έσωσαν το 2009 τις προβληματικές και γεμάτες τοξικά περιφερειακές γερμανικές τράπεζες χρησιμοποιώντας τις δυνατότητες που τους έδινε ο έλεγχος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αποφάσισαν ότι δεν μπορούν να κάνουν το ίδιο με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές τράπεζες που πιθανώς θα εκτεθούν στο άμεσο μέλλον σε αντίστοιχα προβλήματα. Βασικά έκριναν ότι η Κύπρος και όσα τη συνοδεύουν προσφέρουν την ευκαιρία της πρώτης εφαρμογής των νέων κανόνων που θα διέπουν στο εξής τον ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό τομέα.
Οπως εξηγεί στο «Βήμα» ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Eurobank κ. Νικ. Καραμούζης, «το νέο ευρωπαϊκό οικονομικό μοντέλο μεταφέρει μεγαλύτερη ευθύνη στα πρόσωπα και απεμπλέκει τα κράτη από τις διασώσεις των τραπεζών». Και προσθέτει ότι «οι καταθέσεις θα αντιμετωπίζονται πλέον ως επενδύσεις και ο κάθε αποταμιευτής ή κεφαλαιούχος θα αναλαμβάνει την ευθύνη σε ποια χώρα, σε ποια τράπεζα και σε ποια προϊόντα θα επενδύσει».
Ο πρόεδρος της Τράπεζας Πειραιώς κ. Μιχ. Σάλλας θεωρητικοποιεί μάλιστα την επερχόμενη μεταβολή, υπογραμμίζοντας παραστατικά στο «Βήμα» ότι «όπως επήλθε αλλαγή στις εργασιακές σχέσεις και επιβλήθηκαν απορρύθμιση, ευελιξία και κινητικότητα, έτσι τώρα επιβάλλονται αντίστοιχη κινητικότητα και ευθύνη για το ρίσκο στο κεφάλαιο, στον έτερο δηλαδή συντελεστή της παραγωγής».
Είναι φανερό ότι είμαστε μπροστά σε μεγάλες θεμελιώδεις αλλαγές του οικονομικού συστήματος που έρχονται ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, η οποία εξελίσσεται αδιάκοπα από το 2007 και εντεύθεν.
Οπως είπαμε, οι αποταμιευτές και οι καταθέτες θα χάσουν σταδιακά την ασφάλειά τους και θα μετατραπούν σε επενδυτές. Θα φέρουν οι ίδιοι την ευθύνη των επιλογών τους και θα γνωρίζουν ότι αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να χάσουν χρήματα από λανθασμένες τοποθετήσεις.
Με άλλα λόγια το επιτόκιο δεν θα αποτελεί το μόνο κριτήριο. Οι καταθέτες θα πρέπει να ελέγχουν προηγουμένως την υγεία των πιστωτικών ιδρυμάτων, την ποιότητα των χαρτοφυλακίων τους και βεβαίως τη διαχειριστική ικανότητα των διοικήσεών τους.
Υψηλό επιτόκιο θα παραπέμπει πιθανώς και σε υψηλό κίνδυνο, όπως και οι τοποθετήσεις σε μια χώρα με αδιαφανή οικονομικά στοιχεία θα θεωρούνται παρακινδυνευμένες. Χώρες με προβληματικό πιστωτικό τομέα θα απειλούνται ανά πάσα στιγμή. Πράγμα που σημαίνει ότι το χρήμα θα αρχίσει να συσσωρεύεται στις ασφαλέστερες χώρες και στα υγιέστερα πιστωτικά ιδρύματα.
Αυτή η νέα συνθήκη βεβαίως θα μεταφέρει πίεση συνολικά στον τραπεζικό τομέα. Είναι κοινή πεποίθηση ότι στη νέα εποχή ο τραπεζικός τομέας θα συρρικνωθεί και ο ρόλος των τραπεζών στη χρηματοδότηση των οικονομιών θα περιορισθεί σημαντικά.
Οι κεφαλαιούχοι από τη στιγμή που θα νιώσουν ανασφαλείς θα μετακινηθούν και θα αναζητήσουν τα περισσότερα κέρδη αλλού. Η εξατομίκευση της ευθύνης θα αλλάξει καθοριστικά την επενδυτική τους συμπεριφορά και θα μεταφέρει κεφάλαια έξω από τις τράπεζες.
Επίσης, οι αλλαγές που επέρχονται στην εποπτεία των τραπεζών και στις αμοιβές των στελεχών θα καταστήσουν τη δραστηριότητα λιγότερο επικερδή. Ηδη τα βασικά κεφάλαια (τα κεφάλαια που αντισταθμίζουν τα σταθμισμένα με κινδύνους στοιχεία του ενεργητικού των τραπεζών) υπερδιπλασιάζονται και από 2%-3% ανεβαίνουν σε 8%-9%, με αποτέλεσμα να χρειάζονται πολύ περισσότερα χρήματα για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Επιπλέον και συνδυαστικά με τα προηγούμενα ο έλεγχος των μπόνους των τραπεζικών στελεχών –οι διοικήσεις θα έχουν δικαίωμα να εγκρίνουν μόνο έναν μισθό μπόνους, ο δεύτερος θα απαιτεί έγκριση από τις γενικές συνελεύσεις –και συνολικά των αμοιβών που θα λαμβάνουν οι διαχειριστές κεφαλαίων θα ρίξει τον πυρετό της μόχλευσης και της αλόγιστης πιστωτικής επέκτασης.
Αναγκαστικά λοιπόν από τη στιγμή που οι τράπεζες θα γίνουν πιο σφιχτές και φειδωλές στη χορήγηση δανείων οι επιχειρήσεις θα αναζητήσουν σχέση και θα διεκδικήσουν χρηματοδοτικά κεφάλαια απευθείας από τις αγορές. Νέοι τρόποι και νέα εργαλεία χρηματοδότησης θα αναδειχθούν. Οπως λένε οι τραπεζίτες, στη νέα εποχή θα ανθήσουν τα εταιρικά ομόλογα, τα εμπορικά γραμμάτια, οι προεξοφλητικές πράξεις, οι επενδυτικές εταιρείες, οι τράπεζες ειδικού σκοπού και τα σχήματα που θα αποτιμούν τους κινδύνους.
Σημειώνεται ότι στις ΗΠΑ μόνο το 22% της συνολικής χρηματοδότησης είναι τραπεζική. Το υπόλοιπο 78% προέρχεται από άλλες πηγές και χρηματοδοτικά σχήματα. Μπορεί να διεκπεραιώνεται από το τραπεζικό σύστημα, αλλά δεν είναι τραπεζική. Ως προς αυτό το σκέλος το νέο χρηματοπιστωτικό μοντέλο που προωθούν οι Γερμανοί έρχεται πιο κοντά στο αμερικανικό. Με τη διαφορά ότι το αμερικανικό μοντέλο είναι συνολικά πιο ευέλικτο. Η νομισματική πολιτική δεν δεσμεύεται από δόγματα, δεν ορίζεται αποκλειστικά από τον νομισματικό στόχο όπως στην ευρωζώνη, λαμβάνει υπ’ όψιν την απασχόληση και την ανάπτυξη της οικονομίας, γίνεται ενεργή και δυναμική προκειμένου να αποτρέψει την απειλή της ύφεσης.
Ενδοευρωπαϊκές συγκρούσεις
Αντίδραση των Βρετανών στα γερμανικά σχέδια
Στην ευρωπαϊκή εκδοχή των πραγμάτων ο αντιπληθωρισμός παίζει κυρίαρχο ρόλο. Η αυστριακή σχολή που εκπροσωπούν η Γερμανία και δορυφόροι της στη Βόρεια και στην Κεντρική Ευρώπη δεν είναι βέβαιο ότι θα απορροφήσει πλήρως την αμερικανική ευελιξία. Το πιθανότερο είναι ότι θα επιδιώξουν αλλαγές στα μέτρα τους, οι οποίες θα κατατείνουν στον έλεγχο του κόστους των διασώσεων και στη συρρίκνωση αυτού που ονομάζουν «οικονομία-καζίνο». Στον βαθμό που αυτοί είναι οι μύχιοι σκοποί των Γερμανών είναι βέβαιο ότι θα υπάρξουν συγκρούσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ηδη από τα δημοσιεύματα του βρετανικού Τύπου προκύπτει ενόχληση και δυσαρέσκεια. Οι Βρετανοί διαισθάνονται ότι απειλείται η θέση του Λονδίνου ως παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού κέντρου και θα αντιδράσουν. Μικρότερες χώρες επίσης, όπως το Λουξεμβούργο, η Μάλτα και άλλες, μπορεί να αντιδράσουν δυναμικά στα γερμανικά σχέδια και να αναπτυχθούν ξεχωριστές αντιστάσεις ή να διαμορφωθούν νέες συμμαχίες. Ορισμένοι σημειώνουν ότι η γερμανική ισχύς μπορεί να ξαναφέρει στο προσκήνιο τις αιώνιες αντιθέσεις της Ευρώπης μεταξύ των ναυτικών δυνάμεων και εκείνων του μετάλλου. Η αναβίωσή τους, αν όντως υπάρξει, δεν θα είναι ό,τι καλύτερο. Αυτό τουλάχιστον διδάσκει η ιστορική εμπειρία.
Αντίδραση των Βρετανών στα γερμανικά σχέδια
Στην ευρωπαϊκή εκδοχή των πραγμάτων ο αντιπληθωρισμός παίζει κυρίαρχο ρόλο. Η αυστριακή σχολή που εκπροσωπούν η Γερμανία και δορυφόροι της στη Βόρεια και στην Κεντρική Ευρώπη δεν είναι βέβαιο ότι θα απορροφήσει πλήρως την αμερικανική ευελιξία. Το πιθανότερο είναι ότι θα επιδιώξουν αλλαγές στα μέτρα τους, οι οποίες θα κατατείνουν στον έλεγχο του κόστους των διασώσεων και στη συρρίκνωση αυτού που ονομάζουν «οικονομία-καζίνο». Στον βαθμό που αυτοί είναι οι μύχιοι σκοποί των Γερμανών είναι βέβαιο ότι θα υπάρξουν συγκρούσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ηδη από τα δημοσιεύματα του βρετανικού Τύπου προκύπτει ενόχληση και δυσαρέσκεια. Οι Βρετανοί διαισθάνονται ότι απειλείται η θέση του Λονδίνου ως παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού κέντρου και θα αντιδράσουν. Μικρότερες χώρες επίσης, όπως το Λουξεμβούργο, η Μάλτα και άλλες, μπορεί να αντιδράσουν δυναμικά στα γερμανικά σχέδια και να αναπτυχθούν ξεχωριστές αντιστάσεις ή να διαμορφωθούν νέες συμμαχίες. Ορισμένοι σημειώνουν ότι η γερμανική ισχύς μπορεί να ξαναφέρει στο προσκήνιο τις αιώνιες αντιθέσεις της Ευρώπης μεταξύ των ναυτικών δυνάμεων και εκείνων του μετάλλου. Η αναβίωσή τους, αν όντως υπάρξει, δεν θα είναι ό,τι καλύτερο. Αυτό τουλάχιστον διδάσκει η ιστορική εμπειρία.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ