Το γεύμα με τους υπουργούς Οικονομικών της ευρωζώνης κατά την έναρξη της συνεδρίασης του Eurogroup ξεκίνησε σε μια παγωμένη ατμόσφαιρα. Τα ανοιχτά μέτωπα και, κυρίως, η σύγκρουση ΔΝΤ – Γερμανίας σχετικά με τη μείωση του ελληνικού χρέους ενέτειναν τις αγωνίες και τους προβληματισμούς. Η συνέχεια της συζήτησης επιβεβαίωσε τους χειρότερους φόβους των πιο απαισιόδοξων. Οι διαπραγματεύσεις, έπειτα από αλλεπάλληλες διαβουλεύσεις των πολιτικών με τα τεχνικά τους κλιμάκια και υπολογισμούς κερδών και απωλειών βάσει των προτάσεων που έπεφταν στο τραπέζι, λίγο έλειψε να τιναχθούν στον αέρα. «Ας το ξανασκεφτούμε προτού οδηγήσουμε την κατάσταση σε αδιέξοδο για μια διαφορά 5 δισ. ευρώ, που αντιστοιχούν στο 0,01% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ. Διαφορετικά, σε μερικούς μήνες η Ελλάδα δεν θα είναι όπως την ξέρετε και ίσως να μην ανήκει πλέον στη Δύση!» παρενέβη με έκδηλη αγωνία ο έλληνας υπουργός Οικονομικών κ. Ι. Στουρνάρας.
Δραματική ήταν και η έκκληση του γάλλου υπουργού Οικονομικών Πιερ Μοσκοβισί. «Είμαστε πολιτικοί και υπουργοί. Δεν μπορούμε να αφήσουμε ακάλυπτη την Ελλάδα για μερικά δεκαδικά ψηφία! Ειδικά τώρα που έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της στο έπακρο» τόνισε. Η καθοριστική παρέμβαση όμως ήταν αυτή του επικεφαλής του Eurogroup Ζαν – Κλοντ Γιούνκερ, ο οποίος λέγεται ότι σηκώθηκε όρθιος και απείλησε τους παρισταμένους πως δεν θα φύγει κανένας από την αίθουσα αν δεν υπάρξει απόφαση. Αλλά και ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι έσπευσε να επισημάνει: «Δεν μπορούμε να συγχαίρουμε την Ελλάδα και στο τέλος να μην καταλήγουμε πουθενά». Ακολούθησαν διαπραγματεύσεις διάρκειας τρεισήμισι ωρών ώσπου να επέλθει συμφωνία στη 1.30 τα ξημερώματα της Τρίτης.
Ο κ.
Αντ. Σαμαράς ανέμενε στο Μέγαρο Μαξίμου σε αναμμένα κάρβουνα την έκβαση. Οταν τον ενημέρωσε ο υπουργός Οικονομικών κατά τις 10 το βράδυ για τη σοβαρή εμπλοκή, ο Πρωθυπουργός –σύμφωνα με μαρτυρίες συνεργατών του –πετάχθηκε από την καρέκλα του φοβερά εκνευρισμένος.
«Ξεστόμισε «γαλλικά» που δεν επαναλαμβάνονται» λένε οι ίδιες πηγές. Το πρωθυπουργικό επιτελείο πόνταρε σε μια ευνοϊκή λύση μετά τις επαφές με ευρωπαίους ηγέτες που έκανε ο κ. Σαμαράς, αλλά και τις τηλεφωνικές συνομιλίες που είχε με την
Κριστίν Λαγκάρντ και τον αμερικανό υπουργό Οικονομικών
Τίμοθι Γκάιτνερ. Ο αμερικανικός παράγοντας έπαιξε έναν αφανή αλλά κρίσιμο ρόλο σε όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων.
Η αγωνία πριν από το Eurogroup
Ο κ. Σαμαράς δεν περιορίστηκε στις επαφές με τους μεγάλους παίκτες. Είχε σειρά τηλεφωνικών επικοινωνιών με πρωθυπουργούς μικρότερων χωρών που αντιδρούσαν, όπως π.χ. η Μάλτα. Σε όλους τους συνομιλητές του εξήγησε ότι η χώρα κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή να τιναχθεί στον αέρα. «Υπήρχαν πολυεπίπεδες επαφές και προετοιμασία. Αλλά θα πρέπει να καταλαβαίνει κάποιος ως ποιο σημείο μπορεί να επηρεάσει τα πράγματα» προσθέτουν οι ίδιες πηγές.
Το ίδιο διάστημα ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ κ. Ευ. Βενιζέλος συνομίλησε τηλεφωνικά με τους επικεφαλής των σοσιαλιστικών κομμάτων στην Ισπανία, στην Πορτογαλία, στην Ιταλία και στη Γαλλία, εξηγώντας τους γιατί είναι αναγκαίο να εκταμιευθεί άμεσα η δόση. «Η ανταπόκριση ήταν παραπάνω από θετική. Εκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να παρέμβουν και να στηρίξουν τις ελληνικές θέσεις» σημειώνει συνεργάτης του προέδρου του ΠαΣοΚ.
Παρ’ όλα αυτά, η σκιά της σύγκρουσης του ΔΝΤ με τη Γερμανία έπεφτε βαριά πάνω στη συνεδρίαση του Eurogroup. Οι διαφορές έμοιαζαν αγεφύρωτες. Επιπλέον, στο βάθος υπέβοσκε και μια βεντέτα γοήτρου μεταξύ της κυρίας Λαγκάρντ και της κυρίας Ανγκελα Μέρκελ, η οποία ήταν δύσκολο να αγνοηθεί από τους ευρωπαίους υπουργούς Οικονομικών, δεδομένου ότι καμία από τις δύο πολιτικούς δεν επιθυμούσε να κάνει το πρώτο βήμα υποχώρησης.
Το ΔΝΤ είχε οχυρωθεί πίσω από την προηγούμενη συμφωνία για μείωση του ελληνικού χρέους στο 120% ως το 2020. Αφηνε ανοιχτό το παράθυρο να δεχθεί μείωση στο 124% υπό την προϋπόθεση ότι τα ευρωπαϊκά κράτη θα δέχονταν να συνεισφέρουν περισσότερο. Στην ουσία η κυρία Λαγκάρντ αντιλαμβανόμενη ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να επωμιστεί πρόσθετα βάρη επιχειρούσε να δεσμεύσει τους υπόλοιπους Ευρωπαίους σε μια οριστική και αξιόπιστη λύση. Μάλιστα, πηγές του ΔΝΤ τη φέρουν εκνευρισμένη επειδή τελικώς δεν πέτυχε τον στόχο της.
Ο γερμανός υπουργός Οικονομικών
Βόλφγκαγκ Σόιμπλε αφότου έκλεισε το θέμα του ειδικού λογαριασμού, για το οποίο πίεζε σε τρία διαδοχικά Eurogroup, εμφανίστηκε τη Δευτέρα υποστηρικτικός στα ζητήματα που έθετε η ελληνική πλευρά, σε σημείο που τα ξημερώματα, μετά τη λήξη της μαραθώνιας συνεδρίασης, τον πλησίασε ο κ. Στουρνάρας και τον ευχαρίστησε για τη στάση την οποία τήρησε. Ωστόσο, απέναντι στις προτάσεις της κυρίας Λαγκάρντ προέταξε σθεναρή αντίσταση, επισημαίνοντας ότι η γερμανική πλευρά δεν μπορεί να αποδεχθεί και άλλη μείωση επιτοκίων και κυρίως ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να περάσει τέτοιες συμφωνίες από το Κοινοβούλιο.
«Αυτή η… λογιστική Ευρώπη»
Η ανταλλαγή επιχειρημάτων γινόταν σε έντονο ύφος, αλλά η κουβέντα δεν ήταν πολιτική. Η συζήτηση διακοπτόταν διαρκώς, ώστε οι υπουργοί Οικονομικών να έχουν τη δυνατότητα να διαβουλευθούν με τους τεχνικούς συμβούλους τους για τα θετικά και τα αρνητικά της κάθε πρότασης. Ο κ. Στουρνάρας είχε μαζί του τον πρόεδρο του ΣΟΕ κ. Π. Τσακλόγλου αλλά και τη βοήθεια συμβούλων όπως η εξειδικευμένη νομική εταιρεία Cleary Gottlieb Steen & Hamilton, η οποία είχε συνδράμει την κυβέρνηση και στις διαβουλεύσεις για το PSI και η συνεργασία μαζί της (πρόκειται για σύμβαση κύρους χωρίς χρηματική αμοιβή) επανενεργοποιήθηκε από τις αρχές του καλοκαιριού. Επίσης, το τεχνικό κλιμάκιο της ελληνικής πλευράς βρισκόταν σε τηλεδιάσκεψη διαρκείας με τους οικονομικούς συμβούλους της, την Deutsche Bank (επελέγη ως ειδήμων του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος) και τη Morgan Stanley (έχει την καλύτερη δικτύωση εκτός Ευρώπης).
Ο κ. Σαμαράς διαμόρφωσε πλήρη εικόνα όταν επέστρεψε από τις Βρυξέλλες ο υπουργός Οικονομικών και του εξιστόρησε με λεπτομέρειες την εφιαλτική βραδιά. Αργότερα δεν έκρυβε από τους συνομιλητές του τη δυσφορία του για «αυτή τη λογιστική Ευρώπη, που προσπαθεί γραμμή-γραμμή με το κομπιουτεράκι στο χέρι να δώσει λύση σε πολιτικά προβλήματα!».
Την ίδια «μπακαλίστικη» λογική αντιμετώπισαν τα προηγούμενα τρία χρόνια και τα στελέχη του ΠαΣοΚ, όταν έβλεπαν πολιτικές συμφωνίες κορυφής να γκρεμοτσακίζονται στα βράχια των περίφημων «τεχνικών θεμάτων».
«Τι να κάνουμε, έτσι είναι οι αριθμοί, πρέπει να συμβιβαστούμε με αυτή την κατάσταση» έλεγαν.
Πώς σώθηκε η παρτίδα
Στήριξη από τον Νότο, τον Ρεν και τον Γιούνκερ
Τελικά η παρτίδα για την Ελλάδα σώθηκε από συγκεκριμένες παρεμβάσεις. Δεν ήταν μόνο η σθεναρή στάση των κκ. Ζαν – Κλοντ Γιούνκερ και Πιερ Μοσκοβισί. Ο επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων Ολι Ρεν προσπαθούσε με εποικοδομητικές προτάσεις, όπως π.χ. να υπολογιστούν και τα χρήματα από τα διαρθρωτικά ταμεία, τα οποία είχαν αγνοηθεί αρχικώς στη μείωση του χρέους, να υπερβεί τα εμπόδια που προέκυπταν. Από τα διαρθρωτικά ταμεία, διευκρινίζουν ανώτατες πηγές του υπουργείου Οικονομικών, θα προκύψουν τα επιπλέον 4,6 δισ. ευρώ που απαιτούνται σύμφωνα με την έκθεση της Κομισιόν για τη μείωση του χρέους στο 124% του ΑΕΠ το 2020. Θετική στάση κράτησε και ο ισπανός υπουργός Οικονομικών Λουίς ντε Γκίντος, ο οποίος μαζί με άλλους υπουργούς επανελάμβανε ότι «η Ελλάδα αξίζει τη στήριξή μας».
Σημαντικό αντίκτυπο είχαν και οι παρεμβάσεις του ιταλού υπουργού Βιτόριο Γκρίλι, μιας πολύ σεβαστής προσωπικότητας μεταξύ των συναδέλφων του τόσο για τις ακαδημαϊκές περγαμηνές του όσο και για τη βαθιά γνώση που έχει για την κρίση χρέους στην ευρωζώνη, καθώς ως τον Ιανουάριο ήταν επικεφαλής του EuroWorking Group. Ο κ. Γκρίλι απομακρύνθηκε από την τιμωρητική λογική στην οποία εξακολουθούσαν να κινούνται κυρίως οι βόρειες χώρες και οι προτάσεις του είχαν ως βάση την παροχή κινήτρων (π.χ. περαιτέρω μείωση επιτοκίων) ώστε να πετύχει η Ελλάδα πρωτογενή πλεονάσματα. Ετσι, εκ των πραγμάτων, ενεργοποιήθηκε η «συμμαχία του Νότου» χωρίς να έχουν προηγηθεί ιδιαίτερες συνεννοήσεις.