Έναν απρόσμενο «σύμμαχο» βρήκε η αντιπροσωπεία του ΣΥΡΙΖΑ στο πρόσωπο του Προέδρου της Βουλής κ. Β. Πολύδωρα, τον οποίο επισκέφθηκε για να διατυπώσει την αντίθεσή της στην κυοφορούμενη αλλαγή του Κανονισμού της Βουλής ώστε «να προσαρμοστεί η άσκηση του νομοθετικού έργου και ο κοινοβουλευτικός έλεγχος στις νέες συνθήκες των κυβερνήσεων συνεργασίας».
Αυτή είναι, ως γνωστόν, η πρόθεση των τριών κυβερνητικών εταίρων, όπως διατυπώθηκε και στην γενική διακήρυξη αρχών. Ωστόσο, η Κουμουνδούρου αντιδρά στο ενδεχόμενο αυτό, κάτι που εξέφρασαν οι κκ. Αν. Κουράκης, Π. Λαφαζάνης και Θ. Δρίτσας στον κ. Πολύδωρα, διατυπώνοντας την δυσφορία τους για την «αιφνιδιαστική και εκτός θεσμικών προβλέψεων εξαγγελία των τριών κομμάτων που στηρίζουν την κυβέρνηση να αλλάξουν τον Κανονισμό της Βουλής».
Οι εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ δήλωσαν στον Πρόεδρο της Βουλής ότι το κόμμα τους είναι ριζικά αντίθετο σε κάθε αλλαγή «που αγνοεί τις θεσμικές διαδικασίες, διαβουλεύσεις και συναινέσεις» με στόχο, όπως υπογράμμισαν, «την υποβάθμιση του ρόλου της αντιπολίτευσης στη Βουλή και ειδικώς της αξιωματικής αντιπολίτευσης». Μάλιστα, τόνισαν ότι «κάθε αλλαγή που θα αποβλέπει στον περιορισμό και υποβάθμιση των δικαιωμάτων της αντιπολίτευσης θα συνιστά βαρύτατο πλήγμα για τη λειτουργία της Βουλής και την ίδια την Δημοκρατία».
Αν και οι κυοφορούμενες αλλαγές είναι προς το παρόν ασαφείς, καθώς ουδείς έχει τοποθετηθεί επισήμως, ωστόσο, στον ΣΥΡΙΖΑ θεωρούν σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτός ο περιορισμός του ρόλου της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όπως εκτιμούν ότι επιχειρείται.
Σύμφωνα με κάποιες ερμηνείες της δήλωσης προθέσεων των τριών κυβερνητικών εταίρων για προσαρμογή του Κανονισμού της Βουλής στις νέες συνθήκες των κυβερνήσεων συνεργασίας, αυτή ενδέχεται να αφορά και την κοινοβουλευτική σειρά στις τοποθετήσεις των κομμάτων. Στο πλαίσιο αυτό δεν αποκλείεται να υπάρχουν σκέψεις ώστε στις προ ημερησίας διατάξεως συζητήσεις σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών να προηγούνται οι τρείς αρχηγοί των κομμάτων που συγκροτούν την κυβέρνηση και κατόπιν να ακολουθεί ο ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που δεν πρόκειται να αποδεχθεί, όπως διαβεβαιώνουν κοινοβουλευτικοί παράγοντες του κόμματος, εφ’ όσον τεθεί τέτοιο θέμα, καθώς θεωρούν ότι έτσι παραβιάζεται η συνταγματική τάξη και οι κοινοβουλευτικοί συσχετισμοί.
Πιστεύουν, δηλαδή, ότι σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει οι εταίροι να επιλέγουν ποιος εκ των τριών θα εκπροσωπεί την κυβέρνηση και να ακολουθεί κανονικά η αξιωματική αντιπολίτευση και τα κόμματα της ελάσσονος αντιπολιτεύσεως. Το ίδιο και κατά την συζήτηση των νομοσχεδίων.
Σε κάθε περίπτωση όλα αυτά είναι εικασίες. Μάλιστα ο κ. Πολύδωρας δεν δίστασε να δηλώσει στην αντιπροσωπεία του ΣΥΡΙΖΑ «την έκπληξή του και κατ’ ακολουθίαν την αντίρρησή του για τυχόν τροποποιήσεις του Κανονισμού χωρίς διαβούλευση μεταξύ όλων των κομμάτων της Βουλής, χωρίς την λειτουργία της Επιτροπής Κανονισμού και με αγνόηση του κοινοβουλευτικού όρου της επίτευξης της μέγιστης δυνατής συναίνεσης, αν όχι ομοφωνίας».
Το ενδιαφέρον είναι ότι η παραπάνω φράση περιλαμβάνεται στο δελτίο Τύπου που εξέδωσε ο ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα στα εισαγωγικά, κάτι που εξελήφθη ως ένδειξη ότι έγινε με την συναίνεση του Προέδρου της Βουλής, ο οποίος άλλωστε δεν κρύβει την δυσφορία του για τον τρόπο που η κυβέρνηση δρομολόγησε την αντικατάστασή του από τον κ. Ευ. Μεϊμαράκη δίχως καν να τον ενημερώσει προηγουμένως έστω και για λόγους ευγενείας για τις προθέσεις της, σύμφωνα με πληροφορίες.