Την άποψη ότι η κυβέρνηση Παπαδήμου πρέπει να μετατραπεί σε κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας, χωρίς χρονικό προσδιορισμό, που όχι μόνο να υπογράψει, αλλά και να εφαρμόσει τα αναγκαία μέτρα και τις μεταρρυθμίσεις, εισηγείται η κυρία Αννα Διαμαντοπούλου. Καλεί δε, όλα τα κόμματα να κάνουν τώρα τις προτάσεις τους για ισοδύναμα μέτρα, πριν από την υπογραφή της δανειακής σύμβασης.
Η υπουργός Παιδείας προτείνει η επόμενη κυβέρνηση να είναι κυβέρνηση προγραμματικής συμφωνίας με πρωθυπουργό τύπου Παπαδήμου.
Όσον αφορά στα εργασιακά, τάσσεται υπέρ των επιχειρησιακών συμβάσεων και της απευθείας συνεννόησης ανάμεσα σε εργοδότη και εργαζόμενο.
Συγκεκριμένα, μιλώντας στην εκδήλωση «για την Ελλάδα τώρα», η κυρία Διαμαντοπούλου επισήμανε:
«Η χώρα χρειάζεται «Εθνική Ατζέντα 2020», εθνική ατζέντα προτεραιοτήτων που να μπορεί να υποστηριχθεί από ένα ισχυρό και κρίσιμο ρεύμα του ελληνικού λαού. Το κρίσιμο ρεύμα που υποστηρίζει τη μεταρρύθμιση, που υποστηρίζει τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας, που υποστηρίζει αλλαγές και καινοτομίες, αλλαγή της νόρμας που είχαμε μέχρι τώρα. Θεωρώ ότι αυτή η ατζέντα πρέπει να έχει τρεις μεγάλες ενότητες:
- Ασφάλεια και σταθερότητα εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης
- Δουλειές, δουλειές, δουλειές και
- Κοινωνική συνοχή και δίχτυ προστασίας
Το διακύβευμα είναι εύκολα περιγράψιμο, πρέπει να αποφύγουμε την κοινωνική και οικονομική εκτροπή, να διατηρήσουμε σταθερά τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας και να ξεκινήσουμε το πρόγραμμα ανασυγκρότησης σε όλους τους τομείς και σε όλη την επικράτεια.
Περάσαμε μια πάρα πολύ δύσκολη περίοδο με το χέρι απλωμένο για την 6η δόση, με λάβαρο το δημοψήφισμα και το «Δεν υπογράφω» και τελικά υποχρεωθήκαμε να ομονοήσουμε.
Υποχρεωθήκαμε στη συγκρότηση της Κυβέρνησης Παπαδήμου. Το αποτέλεσμα είναι ικανοποιητικό, η διαδικασία δεν μας τιμά. Λίγες μέρες μετά τη συγκρότηση, διατύπωσα την άποψη ότι αυτή η Κυβέρνηση πρέπει τώρα, για την Ελλάδα τώρα, να πάρει χαρακτηριστικά εθνικής σωτηρίας. Χωρίς χρονικούς προσδιορισμούς, με δυνατότητα ανασχηματισμού, με συμμετοχή λίγων πολιτικών και τους άριστους των Ελλήνων. Μάλιστα είπα ότι οι πολιτικοί που θα συμμετέχουν, θα πρέπει να δηλώσουν ότι δεν θα κατέβουν στις επόμενες εκλογές. Ολοι θυσιάζουν κάτι. Ας θυσιάσουμε λίγο από τη φιλοδοξία μας! Η Κυβέρνηση αυτή θα έπρεπε να έχει και μια άλλη δέσμευση όχι απλά να υπογράψει, αλλά να εφαρμόσει μέτρα για τα οποία δεν υπάρχει χρόνος, ούτε μίας ημέρας. Στην πρόταση αυτή επιμένω σταθερά.
Η ανόρθωση της χώρας προέχει. Εκλογές γρήγορα κατά την εκτίμησή μου, σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα έχω θα είναι μια πρόσκαιρη νίκη του λαϊκισμού, των αντιμεταρρυθμιστικών δυνάμεων, οι οποίες συσπειρώνονται.
Οσοι υπογράψουν τη σύμβαση και το δάνειο, έχουν υπογράψει και τους όρους που τη συνοδεύουν. Όσοι αρνούνται αυτή την υπογραφή, δηλαδή τη δανειακή σύμβαση των 139 δισ., σαλπάρουν για τη δραχμή και πρέπει να είναι καθαροί σε αυτό.
Αυτό το γνωρίζουμε πολύ καλά όσοι θα υπογράψουν και όσοι θα ψηφίσουμε. Κανείς δεν μας υποχρεώνει για τη φύση και την ποιότητα των μέτρων. Η ιστορία «το λέει η Τρόικα», αφορά υπαλλήλους, προσωπικά δεν με αφορά. Οι όροι αυτοί εάν κάποιοι έχουν να προτείνουν ισοδύναμα, μπορούν να αλλάξουν τώρα και αυτό αφορά το σύνολο των Κομμάτων. Όλα τα κόμματα που πιστεύουν στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό να κάνουν τις προτάσεις τους Δημοκρατική Αριστερά και η Δημοκρατική Συμμαχία, να κάνουν τώρα, πριν υπογράψουμε, τις προτάσεις τους. Να βοηθήσουν αυτή την κοινή προσπάθεια που είναι η συνεργασία με τους δανειστές μας, υπεύθυνα. Αν δεχόμαστε την ανάγκη των 139 δισ. και το θεωρούμε ότι δεν γίνεται χωρίς αυτά, είναι η στιγμή όλα τα Κόμματα όχι μόνο αυτά που είναι στην Κυβέρνηση αλλά και τα Κόμματα που έχουν ευρωπαϊκό προσανατολισμό δηλαδή και η
Θεωρώ ότι όπως και να εξελιχθούν τα πράγματα, η επόμενη Κυβέρνηση και ανεξαρτήτως του αποτελέσματος, θα πρέπει να είναι Κυβέρνηση προγραμματικής συμφωνίας και με Πρωθυπουργό τύπου Παπαδήμου.
Η ευελφάλεια δηλαδή η ευελιξία και η ασφάλεια, είναι και τώρα η λύση. Και βεβαίως δεν μπορεί να συνεχίσουμε απλά με τη λογική των κλαδικών και ομοιοεπαγγελματικών συμβάσεων. Δεν μπορεί ο εργαζόμενος να είναι αδιάφορος για το τι συμβαίνει στην επιχείρησή του, δεν μπορεί να μην πάμε στη λογική των επιχειρησιακών συμβάσεων και στη συνεννόησηπια ανάμεσα στον εργοδότη και στον εργαζόμενο».