Ο θάνατος του ιστορικού ηγέτη της ανανεωτικής Αριστεράς Λεωνίδα Κύρκου πέρασε στα «ψιλά» από τον κομματικό Τύπο του ΚΚΕ. Ο «Ριζοσπάστης» αφιέρωσε μόλις ένα μονόστηλο 95 λέξεων για να αναφερθεί στη ζωή του, δίχως να παραλείψει πάντως να στιγματίσει την «αντιΚΚΕ δράση» του. Στις επόμενες σελίδες, στο κείμενο για τον θάνατο του πρώην βουλευτή του κόμματος, ηθοποιού Λυκούργου Καλλέργη, αφού αναφέρονται πολλά για την πλούσια καλλιτεχνική πορεία του, δεν παραλείπεται και η επισήμανση: «Μετά την αντεπανάσταση και την ανατροπή του σοσιαλισμού (σ.σ.: την περίοδο 1989-1991) στήριξε το οπορτουνιστικό μόρφωμα του “Συνασπισμού της Αριστεράς”». Δεν είναι η πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια που σε επίσημα κείμενα του ΚΚΕ καταγράφεται μια απόσταση της ηγεσίας από πτυχές της πολιτικής της προηγούμενης ηγεσίας του κόμματος. Αν συνυπολογίσει κανείς ότι στον επικήδειο της ΚΕ του ΚΚΕ για τον Χαρίλαο Φλωράκη το 2005, (συν)δημιουργό μαζί με τον Λ. Κύρκο του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου το 1989, δεν υπήρχε καμία αναφορά στο εγχείρημα αυτό, αν και θεωρήθηκε «γνήσιο πολιτικό τέκνο» του κομμουνιστή ηγέτη, τότε μπορεί να συμπεράνει ότι για τον Περισσό αυτή η «παρένθεση» αποτελεί όχι απλώς μια «κακή ανάμνηση», αλλά κάτι περισσότερο: μια «δεξιά παρέκκλιση», η οποία δεν συνάδει με την πολιτική που πρεσβεύει η σημερινή κομματική ηγεσία.
Δεν είναι λίγοι άλλωστε εκείνοι που διαβλέπουν ότι συν τω χρόνω το ΚΚΕ, στο πλαίσιο της ριζικής επανατοποθέτησής του για σημαντικές πλευρές της πολυκύμαντης ιστορίας και της πολιτικής διαδρομής του, όπως εσχάτως με την πολιτική και κομματική αποκατάσταση του Νίκου Ζαχαριάδη, θα ξεκαθαρίσει τους «ανοιχτούς λογαριασμούς» του (και) με την πολιτική συμμαχιών που προώθησε ο Χ. Φλωράκης και η τότε ηγεσία στην κατεύθυνση της συγκρότησης του τότε (1989) ενιαίου Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου από κοινού με την Ελληνική Αριστερά (ΕΑΡ), μετεξέλιξη του ΚΚΕ Εσωτερικού υπό τον Λ. Κύρκο.
Για τον Περισσό ο εκλιπών ήταν πολιτικά ο «ορκισμένος εχθρός» και με κάθε ευκαιρία δεν δίσταζε να τον καταγγέλλει ως βασικό φορέα του «οπορτουνιστικού ρεύματος» και χαϊδεμένο παιδί της αστικής τάξης. «Ο Λ. Κύρκος είναι ένας ορκισμένος εχθρός του ΚΚΕ. Ενα από τα πρώην ηγετικά στελέχη του, που μαζί με τον Μ. Γλέζο και άλλους επιχείρησαν δύο φορές να διαλύσουν το ΚΚΕ (δεκαετίες του ΄50 και του ΄60 και 1989-1991) και να το μετατρέψουν σε σοσιαλδημοκρατικό κόμμα» έχει γράψει ο ιδεολογικός «ινστρούχτορας» του κόμματος κ. Μ. Μαΐλης αναλύοντας το «οπορτουνιστικό “φαινόμενο” Λ.Κύρκος», καταλογίζοντάς του ότι ανέκαθεν προσπαθούσε να φραξιονίσει στις γραμμές του ΚΚΕ, από τις αρχές της δεκαετίας του 80 όταν «οργάνωνε ομάδες μέσα στο ΚΚΕ (με τον Ν. Μπίστη και άλλα τότε στελέχη)».
Η σημερινή ηγετική ομάδα του ΚΚΕ δεν συγχώρεσε ποτέ, ούτε πρόκειται να συγχωρήσει, όχι μόνο τον Κύρκο, αλλά και τους «ανανεωτικούς» του κόμματος οι οποίοι συντέλεσαν στη σύγκλιση με την άλλοτε ΕΑΡ για να διαμορφωθεί ο ενιαίος Συνασπισμός, εξωθώντας στο σχίσμα του 1991. Για το ΚΚΕ είναι ξεκάθαρο ότι «επιχειρήθηκε η διάλυση του κόμματος μέσω της διάχυσής του στον τότε Συνασπισμό», αλλά αυτή «η επιδίωξη του οπορτουνισμού συνάντησε ισχυρή αντίδραση», γεγονός το οποίο οδήγησε στη ρήξη. Και στην εξέλιξη αυτή θεωρούν ότι ο Λ. Κύρκος συνέβαλε τα μέγιστα.
Στην ανακοίνωση του Περισσού όταν πέθανε ο Χ. Φλωράκης έλειπε κάθε θετική αναφορά στη συγκρότηση του ΣΥΝ: «Εμεινε όρθιος,υπεράσπισε το ΚΚΕ, κόντρα σε εκείνους που μεθόδευαν τη διάλυσή του με τη βοήθεια και την παρασκηνιακή συμμετοχή αστικών δυνάμεων. (…) Τότε που επιχειρήθηκε η “μεγάλη έφοδος” για τη διάχυση του ΚΚΕ στον τότε Συνασπισμό» αναφερόταν, ενώ και από το βιογραφικό που έδωσε το κόμμα στη δημοσιότητα απουσίαζε κάθε νύξη για το 1989.
Από το 14ο Συνέδριο του κόμματος, τη χρονιά της διάσπασης, το θέμα αυτό έμοιαζε με «καυτή πατάτα» στα χέρια της νέας ηγετικής ομάδας. Η κυρία Αλέκα Παπαρήγα είχε πει τότε ότι «το ζήτημα της συμμετοχής μας στην κυβέρνηση Τζαννετάκη έχει τεθεί σαν θέμα που πρέπει να αντιμετωπιστεί μετά το 14ο Συνέδριο».
Οι προβληματισμοί και οι αποστάσεις από την πολιτική αυτή, για την οποία ουδέποτε μετάνιωσε ο ίδιοςτο αντίθετο, καυχιόταν για τη συνεργασία με τις άλλες δυνάμεις της Αριστεράς, όπως και για τη συγκυβέρνηση που προέκυψε ( «το ΄89 ήταν μια μεγάλη χρονιά για την Αριστερά στη χώρα μας» έχει πει)-, υπήρχαν ήδη εν τη γενέσει του εγχειρήματος: η κυρίαρχη θέση του Χ. Φλωράκη ήταν να πει «ναι» ο ΣΥΝ σε μια κυβέρνηση ευρύτερης δυνατής αποδοχής για να προχωρήσει η κάθαρση, ο εκδημοκρατισμός κτλ., μια άλλη άποψη ήταν να συμφωνήσει σε μια κυβέρνηση μη πολιτικών προσώπων και μια τρίτη, της κυρίας Παπαρήγα, ήταν να αρνηθεί να συμμετάσχει σε οποιοδήποτε κυβερνητικό σχήμα.
Λίγα χρόνια αργότερα, το 2000 και εν όψει του 16ου Συνεδρίου του κόμματος, τα πυρά άρχισαν να γίνονται εμφανέστερα.
Στο πλαίσιο του προσυνεδριακού διαλόγου δημοσιεύθηκαν στον κομματικό Τύπο επιθετικά άρθρα για τις επιλογές του ΄89, παρ΄ ότι ο Χ. Φλωράκης έλεγε και ξανάλεγε ότι «η Αριστερά το ξεβρώμισε το ΄89, δεν το βρώμισε». Ετσι, σταδιακά οι αποστάσεις της νεότερης φουρνιάς στελεχών από αυτόν άρχισαν να γίνονται μεγαλύτερες και σε ορισμένες περιπτώσεις οριακές. Ωστόσο όλοι γνωρίζουν στον Περισσό ότι τυχόν επίσημη αποκήρυξη του ΄89 θα συνιστά εξ αντικειμένου και αποκήρυξη του ιστορικού ηγέτη του κόμματος, όπως παραμένει στη συνείδηση των μελών του αλλά και ευρύτερα ο Χ. Φλωράκης.
Ενα μεγάλο αγκάθι υπήρχε στις σχέσεις των δύο ηγετών: η ονομασία «ΚΚΕ Εσωτερικού».Αν και άνθρωποι διαφορετικής κουλτούρας, συγκρότησης και πορείας,ο Χ.Φλωράκης και ο Λ.Κύρκος,όταν ξεπεράστηκε αυτό το «εμπόδιο»- έπειτα από επίμονες προσπάθειες του πρώτου,ο οποίος το έθεσε ως απαράβατο όρο για να προχωρήσει κάθε απόπειρα σύγκλισης ανάμεσα στους δύο χώρους-, συνεργάστηκαν με εποικοδομητικό πνεύμα,ο πρώτος από τη θέση του προέδρου του ενιαίου ΣΥΝ και ο δεύτερος από τη θέση του γραμματέα.Ο άνθρωπος που τους έφερε κοντά ήταν ο κ. Μ. Ανδρουλάκης, τότε ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ,ο οποίος καλλιέργησε με τον Λ. Κύρκο μια σχέση εμπιστοσύνης και συνέβαλε στο να δημιουργηθεί μεταξύ των δύο κλίμα συμφιλίωσης και εξοικείωσης.
Κάποιοι πιστεύουν ότι ο «καπετάν Γιώτης» εκτιμούσε τις ικανότητες του «αντιπάλου» του και κυρίως τη ρητορική και επικοινωνιακή του δεινότητα, αν και θεωρούσε ότι «παρασυρόταν εύκολα», ενώ δεν έτρεφε για εκείνον ρεβανσιστικές διαθέσεις παρά τη σφοδρή οργή του για τη χρήση του τίτλου του κόμματος από τους «αναθεωρητές» που αποσχίστηκαν το 1968 από το ΚΚΕ, μεταξύ των οποίων και ο Λ. Κύρκος. Ωστόσο σεβόταν ο ένας τον άλλον και υπολόγιζε με ιδιαίτερη βαρύτητα ο ένας τις θέσεις και τις απόψεις του άλλου. Από «αδιαφιλονίκητοι εχθροί» στο ατέρμονο πεδίο της διακομματικής διαμάχης κατόρθωσαν να βρεθούν συνομιλητές και συμπρωταγωνιστές στην κοινή απόπειρα για ενότητα της Αριστεράς, έστω και αν το εγχείρημα απέτυχε. Ο Χ. Φλωράκης πάντως καταλόγιζε στον Λ. Κύρκο ότι επιδίωξε να εκμεταλλευθεί την κρίση στο ΚΚΕ προς όφελος ενός μελλοντικού ενιαίου Συνασπισμού, αν και αυτό δεν τον εμπόδισε να διατηρήσει μια ανθρώπινη ματιά στα πράγματα. Ετσι, ακόμη και με νωπά τα τραύματα της διάσπασης του 1991, όταν πέθανε η αγαπημένη σύντροφος του Λ. Κύρκου, η Καλλί, ο Χ. Φλωράκης εξέφρασε τα ειλικρινή του συλλυπητήρια.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ