Σε επίπεδο αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων της ευρωζώνης οδηγείται το ζήτημα της κάλυψης του ελληνικού κρατικού χρέους, το οποίο έχει πλέον λάβει διαστάσεις μείζονος ευρωπαϊκής κρίσης. Η εμμονή της Γερμανίας στη θέση ότι «αυτή τη φορά θα βάλουν το χέρι στην τσέπη και οι ιδιώτες που επένδυσαν σε ελληνικά κρατικά ομόλογα», και μάλιστα κατά τρόπο που οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης μάλλον θα θεωρήσουν ότι συνιστά «πιστωτικό επεισόδιο», προβληματίζει τους κοινοτικούς ιθύνοντες τόσο στις Βρυξέλλες όσο και στη Φραγκφούρτη, όπου ο κ. Ζαν-Κλοντ Τρισέ επανέλαβε αυτή την εβδομάδα την αντίδρασή του στις γερμανικές ιδέες. Αντίθετη δηλώνει και η Γαλλία, οι τράπεζες της οποίας είναι εξαιρετικά εκτεθειμένες σε ελληνικά χρεόγραφα. Το ζήτημα του ελληνικού χρέους αναμένεται να κυριαρχήσει στην καθιερωμένη προ των συνόδων κορυφής συνάντηση Σαρκοζί Μέρκελ που θα πραγματοποιηθεί στο τέλος της εβδομάδας.



Το ζήτημα της συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα στο δεύτερο πρόγραμμα διάσωσης της ελληνικής οικονομίας έχει λάβει στη Γερμανία εξαιρετικά μεγάλες διαστάσεις για λόγους κυρίως ιδεολογικούς και δευτερευόντως οικονομικούς.

Υπό την πίεση της γερμανικής κοινής γνώμης (και των δημοσιευμάτων της «Βild») οι Χριστιανοδημοκράτες και Φιλελεύθεροι βουλευτές, πολλοί εκ των οποίων ουδέποτε «χώνεψαν» την ένταξη της Νότιας Ευρώπης στην ευρωζώνη, επιδιώκουν τη συμμετοχή των ιδιωτών ομολογιούχων στο κόστος διάσωσης της Ελλάδας για να πείσουν τους ψηφοφόρους τους ότι εν τέλει δεν πληρώνουν μόνο οι κρατικοί κορβανάδες, δηλαδή οι φορολογούμενοι. Το γεγονός ότι, με βάση τα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν τη Δευτέρα από την Τράπεζα Διεθνών Συναλλαγών, οι γερμανικές τράπεζες έχουν στη διάθεσή τους ελληνικά χρεόγραφα της τάξεως των 8 δισ. ευρώ, ενώ οι γαλλικές της τάξεως των 29 δισ. ευρώ, δεν είναι άνευ σημασίας.

Κατά τη γερμανική επιχειρηματολογία οι τράπεζες-κάτοχοι των ελληνικών ομολόγων θα πρέπει να πειθαναγκαστούν σε επταετή αναβολή της είσπραξης της αξίας των ελληνικών ομολόγων, αντιλαμβανόμενες πως αν δεν το πράξουν η χώρα θα προχωρήσει σε στάση πληρωμών και τελικώς θα χάσουν τα χρήματά τους. Εξάλλου, όπως υποστηρίζουν οι Γερμανοί, οι αγορές «κοιτούν μπροστά» και «προτιμούν τους μετανοημένους αμαρτωλούς από τους ηθικούς αυτόχειρες». Οι εν λόγω γερμανικές αντιλήψεις έχουν προς το παρόν μεγάλη απήχηση στην Ολλανδία, όπου το κεντροαριστερό Εργατικό Κόμμα εμφανίστηκε αυτή την εβδομάδα να αλλάζει ρότα στο θέμα της Ελλάδας και να συντάσσεται με το ανερχόμενο λαϊκιστικό Κόμμα της Ελευθερίας, το οποίο θεωρεί «πεταμένα λεφτά» τη διάσωση της Ελλάδας. Αν η στροφή αυτή είναι πραγματική, δύσκολα θα συγκροτηθεί στην ολλανδική Βουλή πλειοψηφία υπέρ της περαιτέρω ενίσχυσης της Ελλάδας. Αντίστοιχες τάσεις εμφανίζονται στην Αυστρία, στη Φινλανδία, στη Σλοβενία κ.α.

Σαν το εγκεφαλικό…


Οι αντιλήψεις αυτές προκαλούν ανατριχίλα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, οι παράγοντες των οποίων υπενθυμίζουν ότι ο οικονομικός όρος «πιστωτικό επεισόδιο» σε ιατρικούς όρους είναι ισοδύναμος με το «εγκεφαλικό επεισόδιο», από το οποίο δύσκολα κάποιος βγαίνει αλώβητος. Υπενθυμίζουν επίσης ότι τα τελευταία 60 χρόνια καμία αναπτυγμένη χώρα δεν έχει προκαλέσει «πιστωτικό επεισόδιο» και ότι όποιες από τις αναπτυσσόμενες χώρες το προκάλεσαν έχασαν την εμπιστοσύνη των αγορών για πάνω από δέκα χρόνια. Σημειώνουν ακόμη ότι ουδείς είναι σήμερα σε θέση να προβλέψει τις «παράπλευρες απώλειες» ενός ελληνικού πιστωτικού επεισοδίου.

Οι δύο αυτές αντιλήψεις συγκρούονται πλέον καθημερινώς στις πάσης φύσεως διαβουλεύσεις για την αντιμετώπιση του ελληνικού χρέους, στις οποίες συμμετέχουν οι Ευρωπαίοι, το ΔΝΤ και οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης. Με βάση τα ως σήμερα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων φαίνεται πως οι πάντες συμφωνούν ότι θα μπορούσε να μη χαρακτηρισθεί πιστωτικό επεισόδιο μια μορφή εθελουσίας παραμονής των ιδιωτών επενδυτών στα ελληνικά χρεόγραφα με την παροχή κάποιων οικονομικών κινήτρων τα οποία θα μπορούσαν ενδεχομένως να προέλθουν και από την αξιοποίηση τμημάτων της ελληνικής δημόσιας περιουσίας. Για τους Γερμανούς ωστόσο αυτή η λύση κρίνεται ανεπαρκής.

Συμφωνία ή στον αέρα!

Η επίτευξη συμφωνίας στο θέμα της συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα στο κόστος της δεύτερης διάσωσης της Ελλάδας έχει πλέον κομβική σημασία, αφού επί της ουσίας συνδέεται με το αν και κατά πόσον το ελληνικό χρέος θα μπορεί τα επόμενα χρόνια να χαρακτηρίζεται βιώσιμο. Αν χαρακτηρίζεται βιώσιμο, θα έχει τη δυνατότητα να συμβάλει και το ΔΝΤ, ενώ στην αντίθετη περίπτωση η συμβολή του είναι νομικώς αδύνατη. Αν δεν συμβάλει το ΔΝΤ, τότε το πρόγραμμα στήριξης της ελληνικής οικονομίας θα τιναχθεί στον αέρα. Από το περιεχόμενο αυτής της συμφωνίας θα εξαρτηθούν όμως και οι όροι λειτουργίας του πιστωτικού συστήματος στην Ελλάδα τα επόμενα χρόνια, δηλαδή οι όροι και οι ρυθμοί ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας μεσοπρόθεσμα. Και αυτό διότι, αν ο ιδιωτικός τομέας «κάψει τα δάχτυλά του» με τα ελληνικά χρεόγραφα, σίγουρα θα απαιτηθούν πολλά χρόνια για να τα ξαναπιάσει. Κατά πάσα πιθανότητα, δε, θα αρχίσει να αποφεύγει και τα χρεόγραφα άλλων «επικίνδυνων» κρατών της ευρωζώνης.

Ολα αυτά οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της ευρωζώνης θα πρέπει να τα επιλύσουν τις επόμενες ημέρες, με τις αγορές να αδημονούν, τους αναλυτές να αμφιβάλλουν και τους (αγγλοσάξονες κυρίως) κατόχους των ασφαλίστρων κινδύνου έναντι των κρατικών χρεών να κερδοσκοπούν καθημερινώς και να ελπίζουν σε μεγαλύτερα κέρδη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ