Η εξουσία ενίοτε διαφθείρει
Ο υπουργός Επικρατείας κ. Μιλτ. Παπαϊωάννου παραδέχεται σε συνέντευξή του στο «Βήμα» το βαρύ πολιτικό κλίμα που έχει δημιουργηθεί για την κυβέρνηση και με μια σιβυλλική διατύπωση «η εξουσία όταν αντιμετωπίζεται μόνο ως διαχείριση, φθείρει και ενίοτε διαφθείρει» αναγνωρίζει και ανάρμοστες συμπεριφορές και κακούς χειρισμούς κυβερνητικών στελεχών. Ο κ. Παπαϊωάννου ζητεί να αντεπιτεθεί το ΠαΣοΚ πολιτικά με την ιδεολογία του αλλά και να θεσμοθετήσει τον έλεγχο των δαπανών των βουλευτών και να καταστήσει πιο αποτελεσματικό το «πόθεν έσχες». Υπερασπίζεται τον πρωθυπουργό κ. Κ. Σημίτη και λέει ότι σε ένα σύστημα εξουσίας τόσων χρόνων είναι φυσικό να υπάρχουν δυσαρεστημένοι. Το ανεπίτρεπτο είναι τα συντροφικά μαχαιρώματα. Ο υπουργός μιλάει και για την εργατική αναταραχή και τονίζει ότι χωρίς υποχρεωτική και δημόσια κοινωνική ασφάλιση δεν μπορεί να υπάρξει ασφάλεια για τον πολίτη.
Το τελευταίο διάστημα γινόμαστε μάρτυρες γεγονότων και καταγγελιών που κάθε άλλο παρά ευχάριστες είναι για την πολιτική, τους πολιτικούς και κυρίως για την κυβέρνηση. Πού αποδίδετε αυτό το κλίμα και, αν βλέπετε, ποια διέξοδο βλέπετε;
«Είναι αλήθεια ότι το γενικότερο πολιτικό κλίμα των ημερών είναι πολύ βαρύ. Είναι αλήθεια, όμως, ότι η εικόνα μας αδικεί τόσο ως κυβέρνηση όσο και ως χώρα. Μην ξεχνάτε ότι έχουμε πετύχει πολύ σημαντικά πράγματα. Ισχυροποιήσαμε την οικονομία, βελτιώσαμε τη ζωή των πολιτών, αναβαθμίσαμε τη θέση της χώρας μας, έχουμε δρομολογήσει βαθιές αλλαγές που οδηγούν στην πρόοδο και όλα αυτά επισκιάζονται από εφήμερες εντυπώσεις, που παραμορφώνουν την πραγματικότητα.
Η Ελλάδα του σήμερα δεν έχει καμία σχέση με την Ελλάδα του χθες. Εχουν γίνει άλματα προς τα εμπρός σε πολλούς τομείς. Σίγουρα δεν έχουμε φθάσει στην Ελλάδα των οραμάτων μας. Αυτό, όμως, δεν δικαιολογεί τις ισοπεδωτικές κριτικές και τη σημερινή εικόνα.
Την κύρια ευθύνη γι’ αυτή την εικόνα φέρουν η αντιπολίτευση, οι υπερβολές και η μάχη της «θεαματικότητας» με την οποία κινούνται τα περισσότερα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αλλά φταίμε κι εμείς, ως ΠαΣοΚ, στον βαθμό που κακοί χειρισμοί, συμπεριφορές ή και πρακτικές δίνουν λαβές για αρνητικά σχόλια και «πατήματα» για ανοιχτές επιθέσεις. Σε καμία περίπτωση όμως δεν μπορώ να δεχθώ τις εξαιρέσεις να εμφανίζονται ως κανόνας και να ισοπεδώνονται τα πάντα.
Μια από τις μεγάλες αδυναμίες του πολιτικού μας συστήματος είναι ότι η χώρα δεν διαθέτει αξιόπιστη αντιπολίτευση. Ιδιαίτερα αυτή την περίοδο αποδεικνύεται η πιο ανεύθυνη που υπήρξε ποτέ. Η ΝΔ δεν μπορεί να χωνέψει ότι για άλλη μία φορά έχασε τις εκλογές και αντί να δει πώς θα αποκτήσει αξιόπιστη πολιτική πρόταση, έχει επιδοθεί σε έναν πόλεμο φθοράς των πάντων. Δυστυχώς σε αυτόν τον ανορθόδοξο σχεδιασμό συναθροίζονται και οι άλλες δυνάμεις της αντιπολίτευσης από τυφλό αντιπολιτευτικό μένος».
Ωστόσο, κι εσείς μιλήσατε στην Κεντρική Επιτροπή του κόμματός σας για «ανάρμοστη συμπεριφορά» από την πλευρά ορισμένων στελεχών σας.
«Μίλησα για ορισμένα φαινόμενα που συνδέονται με αδυναμίες του πολιτικού μας συστήματος αλλά και δεν έκρυψα ότι υπάρχουν ανάρμοστες, μεμονωμένες όμως, συμπεριφορές και στον δικό μας χώρο. Αυτές είναι οι λίγες εξαιρέσεις, δεν είναι ο κανόνας. Μίλησα για εμάς τους υπουργούς και τα στελέχη, να προσέχουμε τα λόγια μας, τη στάση ζωής μας, γιατί πιστεύω ότι «η γυναίκα του Καίσαρα δεν αρκεί να είναι τίμια, αλλά και να φαίνεται». Επίσης υποστήριξα πως στις αδυναμίες μας περιλαμβάνεται και το ότι δεν δίνουμε ιδεολογικό περιεχόμενο στο κυβερνητικό μας έργο. Ετσι η όλη προσέγγιση, η κριτική του κυβερνητικού έργου εξαντλείται στο αν υπάρχει καλή ή κακή διαχείριση. Το κυβερνητικό έργο γίνεται ουδέτερο. Αυτό όμως είναι λάθος.
Η εξουσία, όταν αντιμετωπίζεται μόνο ως διαχείριση, φθείρει και ενίοτε διαφθείρει. Δεν θα αποκλείσω λοιπόν ότι μπορεί να υπάρχουν ή να υπάρξουν τέτοια μεμονωμένα κρούσματα, αλλά το ζήτημα είναι πώς τα αντιμετωπίζεις. Και για το θέμα αυτό, που είναι ο πυρήνας της «διαπλοκολογίας» των ημερών, ο Πρωθυπουργός και το ΠαΣοΚ έχουν απαντήσει συγκεκριμένα και ολοκληρωμένα σε πολλά επίπεδα: σε θεσμικό, πολιτικό και κομματικό.
Εχουμε διαμορφώσει θεσμούς διαφάνειας και μηχανισμούς ελέγχου που ποτέ άλλοτε δεν υπήρχαν στη χώρα. Διακομματικές επιτροπές, ανεξάρτητες διοικητικές αρχές, διεύρυνση αρμοδιοτήτων Ελεγκτικού Συνεδρίου κτλ. Τις κατοχυρώνουμε και συνταγματικά και τις διευρύνουμε μέσα από την αναθεώρηση του Συντάγματος.
Εχουμε διασφαλίσει και διασφαλίζουμε και στο Σύνταγμα κατά τον καλύτερο τρόπο την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Υπάρχει και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για κάθε έλληνα πολίτη.
Υπάρχει η Επιτροπή Διαφάνειας της Βουλής, που καλό θα ήταν να αξιοποιείται από την αντιπολίτευση, αντί η τελευταία να προτιμά τα τηλεοπτικά παράθυρα και τις προτάσεις-πυροτεχνήματα περί εξεταστικών επιτροπών. Για όλα τα πολιτικά θέματα θέλει εμπλοκή της Δικαιοσύνης, επιδιώκει την ποινικοποίηση του δημόσιου βίου και είναι αυτό που συμβάλλει όσο τίποτε άλλο στο σημερινό νοσηρό κλίμα.
Υπάρχει ακόμη και η κομματική λειτουργία, και ο Πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΠαΣοΚ απέδειξε ότι παίρνονται σκληρές μεν, επιβαλλόμενες δε, αποφάσεις για όσους συμβάλλουν στην απαξίωση της πολιτικής με τον έναν ή τον άλλον τρόπο».
Θα σας θυμίσω λίγο και την προηγούμενη ιδιότητά σας, του υπουργού Εργασίας, καθώς την εικόνα των ημερών συμπληρώνουν οι απεργίες, εν όψει αλλαγών στο Εργασιακό και στο Ασφαλιστικό. Μήπως απειλείται η εργασιακή ειρήνη που είχε παγιωθεί τα τελευταία χρόνια;
«Δεν υπάρχει λόγος να οδηγηθούμε σε μια κοινωνική αναταραχή. Θα ήταν τεράστιο λάθος. Μέσα από τον ειλικρινή κοινωνικό διάλογο μπορεί να βρεθούν κατάλληλες και αποδεκτές λύσεις. Με τη μέθοδο αυτή πραγματοποιήσαμε τον μεγάλο στόχο της χώρας για την ένταξή μας στην ΟΝΕ, με αυτή τη μέθοδο προχώρησαν οι διαρθρωτικές αλλαγές, με αυτή τη μέθοδο οδηγηθήκαμε στην πλήρη εναρμόνιση των εργασιακών σχέσεων με τα ευρωπαϊκά δεδομένα, αλλά και υλοποιήσαμε την πρώτη φάση της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης.
Η μεγάλη δύναμη του ΠαΣοΚ είναι η δύναμη της πειθούς και της συνεννόησης με τους εργαζομένους και τις λοιπές παραγωγικές δυνάμεις του τόπου. Πιστεύω λοιπόν ότι θα πείσουμε για τις αναγκαίες αλλαγές και προσαρμογές και θα διαφυλάξουμε την κοινωνική συνοχή. Είναι λάθος να εστιάζουμε τις αλλαγές στον άλφα ή στον βήτα τομέα αποκομμένες από το ευρύτερο περιβάλλον τους.
Οσον αφορά τις εργασιακές σχέσεις, δεν πρέπει να τις δούμε αποκομμένες από τον στόχο της ανάπτυξης και της αύξησης της απασχόλησης. Για τον σκοπό αυτόν έχουμε διαμορφώσει το Εθνικό Σχέδιο Δράσης με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Ενωσης, το οποίο αναπροσαρμόζεται και βελτιώνεται διαρκώς και η εφαρμογή του προέχει. Η συζήτηση λοιπόν πρέπει να γίνει πάνω στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Απασχόληση.
Στο πλαίσιο αυτό, και καλές πρακτικές που αποδίδουν πρέπει να υιοθετήσουμε και όποιες βελτιώσεις στο εργασιακό μοντέλο χρειάζεται να κάνουμε, αλλά και τις διαρθρωτικές αλλαγές να προωθήσουμε. Η ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και της επιχειρηματικότητας των νέων και των γυναικών, η διά βίου μάθηση, η αναπροσαρμογή των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού, η εμμονή σε ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης, η ολοκλήρωση της νομιμοποίησης των οικονομικών μεταναστών είναι σημεία-κλειδιά για την καταπολέμηση της ανεργίας».
Στο Ασφαλιστικό είχαμε και τις υποδείξεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τρεις πυλώνες. Πώς βλέπετε να εξελίσσεται το θέμα;
«Θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι είμαστε ακόμη πολύ μακριά από την εναρμόνιση των ασφαλιστικών συστημάτων της Ευρώπης. Θα πρέπει πρώτα να φθάσουμε στην πλήρη οικονομική ενοποίηση, στην ενιαία πολιτική μισθών και έπειτα στο Ασφαλιστικό.
Η προβληματική της Επιτροπής για τους τρεις πυλώνες της ασφάλισης δεν μας είναι ξένη. Είναι και η πρόταση του ΠαΣοΚ. Είναι από τους άξονες της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης. Και βέβαια ο πρώτος πυλώνας που αφορά την κύρια δεν έχει σχέση με αυτό που καταγράφεται ως «ελάχιστη εθνική σύνταξη». Οι κύριες και οι επικουρικές συντάξεις δεν κινδυνεύουν. Η εθνική σύνταξη, όπου έχει καθιερωθεί, είναι ένα προνοιακού χαρακτήρα μέτρο, ως ένα ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, το οποίο χορηγείται σε όλους, στο πλαίσιο του Δικτύου κατά της Φτώχειας και του Αποκλεισμού που δημιουργούμε. Ούτε βέβαια ο πυλώνας της ιδιωτικής ασφάλισης μπορεί να υποκαταστήσει σε καμία περίπτωση τους άλλους. Εχει αξία, αρκεί να λειτουργήσει συμπληρωματικά, αφού παραμείνει ο αναδιανεμητικός και ενισχυθεί ο ανταποδοτικός χαρακτήρας της κοινωνικής ασφάλισης.
Για μένα είναι ξεκάθαρο ότι χωρίς υποχρεωτική και δημόσια κοινωνική ασφάλιση δεν μπορεί να υπάρξει ασφάλεια για τον πολίτη, ούτε φυσικά κοινωνική συνοχή. Οπως είναι προφανές ότι αν δεν ολοκληρώσουμε την ασφαλιστική μεταρρύθμιση με βάση τις αρχές που έχουμε καθορίσει, δεν θα μπορέσουμε να εξασφαλίσουμε τη βιωσιμότητα του συστήματος σε βάθος χρόνου και να εξασφαλίσουμε και τους νέους μας.
Για το κρίσιμο αυτό θέμα πιστεύω ότι θα προχωρήσουμε με τόλμη και ουσιαστική συμμετοχή των εργαζομένων και των συνταξιούχων. Εχουν συνειδητοποιήσει το μέγεθος του προβλήματος, έχουν επεξεργασθεί θέσεις και μαζί με τις προτάσεις που θα έλθουν από την κυβέρνηση θα επιτελέσουμε μαζί το χρέος μας απέναντι στη σημερινή αλλά και στις μέλλουσες γενιές».