Τo ελληνικό twitter είναι γεμάτο τέτοιες αναρτήσεις, μια που υπήρξε κατεξοχήν χώρος όπου θεωρήθηκε ότι μπορούν να ειπωθούν τα πάντα και να εξαπολυθούν χαρακτηρισμοί και κατηγορίες ατεκμηρίωτες.
Μόνο που εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με κάποιο τρολ, αλλά με τον ίδιο τον υπουργό Εθνικής Άμυνας στον προσωπικό του λογαριασμό, ο οποίος σχολιάζοντας μια αυτονόητη κίνηση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης να στείλει ένα στέλεχος στην ορκωμοσία του άρτι εκλεγέντος προέδρου της Τουρκίας, σπεύδει:
– Να συνδέσει το θέμα με την υπόθεση των 2 Ελλήνων στρατιωτικών στην Τουρκία, χωρίς φυσικά να αναφέρει ότι ήταν αυτός και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ που υποτίμησαν το θέμα, αρνούνται να κάνουν επιθετικά διαβήματα και βεβαίως ούτε καν τη μετάθεσή τους σε κάποια διπλωματική υπηρεσία σε τουρκικό έδαφος δεν μπορούν να ολοκληρώσουν.
– Να παρουσιάσει έναν τηλεοπτικό σταθμό ως… όργανο Τουρκικής προπαγάνδας.
– Να παρουσιάσει μια πολιτικό ως ενεργούμενο επιχειρηματιών.
– Να επαναλάβει τα περί «τουρκικής ηρωίνης» και να τα συνδέει μάλιστα με εξαγορά πολιτικών ώστε να έχουν «φιλοτουρκικές» θέσεις.
Και όλα αυτά βέβαια χωρίς στοιχεία και χωρίς προφανώς να πρόκειται να πάει την επόμενη μέρα σε κανέναν εισαγγελέα και σε καμία Βουλή για να καταθέσει τα στοιχεία που φυσικά δεν έχει.
Όχι αυτό που έχουμε, είναι ένας υπουργός και μάλιστα σε κορυφαίο υπουργείο, πολιτικός προϊστάμενος των Ενόπλων Δυνάμεων, θεωρεί ότι μπορεί, οχυρωμένος πίσω από μια βουλευτική ασυλία που δεν θα την έχει για πολύ ακόμη, να κατηγορεί ότι επώνυμοι επιχειρηματίες είναι έμποροι τουρκικής ηρωίνης και ότι πολιτικοί είναι ενεργούμενα αυτών των επιχειρηματιών, εξαγορασμένοι από τα χρήματα από αυτή την ηρωίνη, και πράκτορες της Τουρκίας που προδίδουν τα εθνικά συμφέροντα.
Σε οποιαδήποτε χώρα του κόσμου, λίγα λεπτά μετά από μια τέτοια ανάρτηση που παραβιάζει θεμελιώδη δικαιώματα και ανατρέπει βασικούς κανόνες για το χωρισμό των εξουσιών, ο πρωθυπουργός θα είχε αποπέμψει τον υπουργό.
Στην Ελλάδα ο Πάνος Καμμένος παραμένει ο αγαπημένος συγκυβερνήτης του πρωθυπουργού.
Βέβαια, η πραγματικότητα είναι ότι σε οποιαδήποτε άλλη χώρα πολύ δύσκολα κάποιος σαν τον Πάνο Καμμένο θα είχε φτάσει να έχει έναν τόσο σημαντικό πολιτικό ρόλο.
Γιατί η αμετροέπεια και ο τρόπος που εξαπολύει ανυπόστατες κατηγορίες είναι στοιχεία γνωστά από παλιά. Θυμάται κανένας ότι κάποτε έγραψε βιβλίο στο οποίο ανάμεσα στα άλλα κατηγορούσε τη σημερινή αντιπρόεδρο της Βουλής Τασία Χριστοδουλοπούλου, τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Νίκο Μανιό, τον Νίκο Κωνσταντόπουλο, τον Περικλή Κοροβέση ως συμπαθούντες της τρομοκρατίας; Την συνεργασία του – που κατέληξε βέβαια σε εξώδικα για οικονομικές διαφορές – με τον «ιδεολόγο» της Χούντας Γεωργαλά; Το πώς αναφερόταν σε διαδηλωτές ως «ταραχοποιούς»;
Γιατί ο Πάνος Καμμένος δεν εμφανίστηκε στην πολιτική με την ίδρυση των Ανεξαρτήτων Ελλήνων. Η διαδρομή του στην πολιτική μέσα στη ΝΔ και η προτίμησή του για τις πιο δεξιές δυνατές πολιτικές θέσεις ήταν γνωστή. Όπως και ήταν γνωστό ότι ήταν και ένας άνθρωπος με πάθη (τζόγος, αλκοόλ και άλλες ουσίες) που πολλές φορές τον παράσερναν. Γνωστές είναι επίσης και οι κάθε είδους επιχειρηματικές δραστηριότητες της οικογένειάς του και τα όποια οικονομικά προβλήματα μπορεί κατά καιρούς να εμφάνισαν.
Υπό κανονικές συνθήκες ο Πάνος Καμμένος ήταν ο πολιτικός με τη μικρότερη πιθανότητα να συνεργαστεί με την αριστερά. Όπως και να το δει κανείς τον χώριζε πολιτικό, πολιτιστικό και αξιακό χάσμα με την αριστερά.
Όμως, ο Καμμένος έκανε την επιλογή να αναβαπτιστεί στην «αντιμνημονιακή κολυμβήθρα» και από «σκληρός δεξιός» να εμφανιστεί ως αγωνιστής κατά της Τρόικας. Ήταν η εποχή που η ελληνική κοινωνία βρισκόταν αντιμέτωπη με μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις της, με σχέσεις εκπροσώπησης να διαλύονται και στους δρόμους τις πλατείες να συναντιέται το πιο ετερόκλητο πλήθος με αποτέλεσμα κυριολεκτικά «να είσαι ό,τι δηλώσεις».
Και έτσι ο Καμμένος αυτοπαρουσιάστηκε ως αντισυστημικός και ως υποψήφιος συνεργάτης του ΣΥΡΙΖΑ, η ηγεσία του οποίου έκανε τον κυνικό υπολογισμό ότι η προοπτική της συνεργασίας θα άνοιγε την απεύθυνση σε ένα «πατριωτικό» ακροατήριο και στον κόσμο της «Πάνω Πλατείας».
Άλλο βέβαια ότι ακόμη και στην περίοδο των ΑΝΕΛ ως δύναμης αντιπολιτευτικής ο Καμμένος έτρεχε να μαζεύει ερωτήσεις βουλευτών του μπας και θιχτεί κανένας επιχειρηματίας ή ότι έτρεχε να φωτογραφηθεί με Μελισσανίδη και Σαββίδη στην Παναγία Σουμελά.
Έτσι ο Καμμένος αντί για το πολιτικό περιθώριο βρέθηκε συγκυβερνήτης. Με τις ίδιες ακροδεξιές παρακαταθήκες, τα ίδια πάθη, τις ίδιες σχέσεις με επιχειρηματίες και φυσικά την ίδια αμετροέπεια. Και φυσικά την ίδια ιδεολογική, πολιτική και… αισθητική απόσταση από την αριστερά (γιατί ό,τι και να τους προσάψεις δύσκολα μπορείς να φανταστείς στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ να καταθέτουν στεφάνι στους… σαλαμινομάχους).
Και το χειρότερο από όλα θεώρησε ότι είχε την εξουσία για να «κάνει παιχνίδι»: Είτε προωθώντας εξοπλιστικά προγράμματα που δεν είναι βέβαιο ότι θα ενισχύσουν την άμυνα της χώρας αλλά σίγουρα θα γεμίσουν τις τσέπες των εμπόρων όπλων που συναντά σε εκθέσεις οπλικών συστημάτων στο Λονδίνο και βγάζει σέλφι μαζί τους πριν πάει να ξεσκάσει σε πανάκριβο καζίνο. Είτε κάνοντας διάφορες συμφωνίες με απίθανους «μεσάζοντες», για να πουλήσουμε όπλα στη Σαουδική Αραβία που θα κατέληγαν στον αιματηρό εμφύλιο πόλεμο στην Υεμένη. Είτε επιμένοντας να στοχοποιεί επιχειρηματίες που δεν συμπαθεί, πιέζοντας ισοβίτες να καταθέσουν εναντίον τους και επαναλαμβάνοντας διαρκώς ανυπόστατες κατηγορίες και «θεωρίες συνωμοσίας».
Στην πραγματικότητα είναι μια λούμπεν εκδοχή πολιτικής που απλώς μία ακόμη από τις πολλές αρνητικές επιπτώσεις που έφεραν οι ανατροπές από τα μνημόνια και η συνακόλουθη ιδεολογική κρίση.
Μια λούμπεν εκδοχή πολιτικής που πρόλαβε, όμως, χάρη και στο κυνικό υπολογισμό της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, να αφήσει το τοξικό χνάρι της στη δημόσια σφαίρα.
Και τώρα που διαισθάνεται ότι έρχεται το τέλος του δρόμου και αντιλαμβάνεται ότι για την πλευρά Τσίπρα είναι πια αναλώσιμος, καθώς το παζάρι για την αντικατάσταση των ΑΝΕΛ από πρόθυμους βουλευτές του Ποταμιού γίνεται περίπου ανοιχτά, δεν μπορεί να κάνει τίποτα άλλο παρά να καταφύγει σε ακόμη μεγαλύτερη αμετροέπεια και σε ακόμη περισσότερη προσπάθεια σπίλωσης και συκοφάντησης.
Μόνο που είναι απλώς οι τελευταίοι κραδασμοί της πολιτικής του διαδρομής.
Σύντομα θα βρεθεί χωρίς κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, χωρίς βουλευτική έδρα, χωρίς την «κάλυψη» που δίνουν ακόμη και σήμερα δυστυχώς διάφορα αριστερά ΜΜΕ, χωρίς βουλευτική ασυλία να πρέπει να αντιμετωπίσει τις συνέπειες για αυτά που λέει ή κάνει.
Και τότε τα τουίτ του θα είναι μάλλον πιο μετρημένα…