Παλιά, πολύ παλιά, οι μεγαλύτεροι, που είχαν τερματίσει τις πίστες στο παιχνίδι που λέγεται φλερτ, μία μόνο συμβουλή έδιναν στους νεότερους: μη φλερτάρετε στον χώρο εργασίας. Στη δουλειά υπάρχουν εντάσεις, οι παρεξηγήσεις καραδοκούν, τα νεύρα περισσεύουν –ένα φλερτ, πετυχημένο ή αποτυχημένο, μπορεί να καταστρέψει μια επαγγελματική συνεργασία.
Ετοιμος να φλερτάρεις πρέπει να είσαι, όταν διασκεδάζεις –κυρίως γιατί χαλαρώνοντας μπορείς να αρέσεις. Μόνο που στο μεταξύ ήρθε η εποχή της θορυβώδους διασκέδασης, η οποία είναι ο απόλυτος εχθρός του φλερτ. Οι disco μεταμορφώθηκαν σε γιγάντια κλαμπ, στα μπαρ η μουσική γινόταν ολοένα και δυνατότερη, η κάποτε γλυκιά νύχτα πνίγηκε σε έναν ωκεανό ασταμάτητης φασαρίας που σε κυνηγάει. Οι άνθρωποι μπορούσαν να κοιτάζονται εξ αποστάσεως για ώρα, αλλά ήταν ολοένα και πιο δύσκολο να μιλήσουν. Το φλερτ από τέχνη επικοινωνίας άρχισε να γίνεται αποκριάτικη παράσταση.
Οι γυναίκες που ήθελαν να φλερτάρουν έπρεπε να ντύνονται έτσι ώστε να πιστέψεις πως για αυτό είναι διαθέσιμες. Οι άνδρες έπρεπε να είναι ευθείς –άλλωστε ο χρόνος προσέγγισης ήταν ελάχιστος. Η κάποτε αγαπημένη φράση της γυναίκας, η χαζοχαρούμενη ερώτηση «τι ζώδιο είσαι;», αντικαταστάθηκε από το «δεν ακούω». Μετά ήρθαν τα κινητά. Προ κινητών, όταν κάποια σου έδινε το τηλέφωνό της, ήταν γιατί ήθελε να βγείτε. Τώρα σ’ το δίνει για να τη φλερτάρεις: το αν θα βγείτε εξαρτάται από το αν με τα SMS θα καταφέρεις να της προκαλέσεις ενδιαφέρον.
Επειδή το φλερτ στον χώρο διασκέδασης έγινε πιο δύσκολο, άρχισαν να γεννιούνται ιστορίες με φλερτ στους εργασιακούς χώρους –ειδικά στις μεγάλες επιχειρήσεις. Το φλερτ στον εργασιακό χώρο, όμως, εύκολα δημιουργεί παρεξηγήσεις. Η καταιγίδα των καταγγελιών για παρενοχλήσεις στη δουλειά ξεκίνησε όταν στους πιο πολλούς το όνομα του Γουάινστιν ήταν άγνωστο. Σύντομα καταλάβαμε ότι τα όρια ανάμεσα στο φλερτ και στην παρενόχληση είναι συχνά δυσδιάκριτα.
Εβλεπα τα σποτάκια που παίζονται στη δημόσια τηλεόραση με θέμα την παρενόχληση. Σε κάποιες από τις μικρές αυτές ιστορίες η παρενόχληση κρύβεται πίσω από φαινομενικά αθώες προτάσεις, που στα σποτ αποκωδικοποιούνται. Ο καθηγητής που δίνει το τηλέφωνό του στη φοιτήτρια, ο δικηγόρος που αγκαλιάζει την ασκούμενη και της λέει πως τη γνωρίζει από μικρή, ο διευθυντής που ρωτάει την υπάλληλό του αν θέλει να περάσουν ένα βράδυ μαζί στο γραφείο, παρενοχλούν. Ή μήπως φλερτάρουν; Ρωτάω, και την ίδια στιγμή αναρωτιέμαι τι άραγε θα έκαναν διαφορετικά αν ήθελαν να φλερτάρουν. Σε όλες αυτές τις ιστορίες ο άνδρας είναι μεσήλικος, δεν μοιάζει συμπαθής και είναι αφεντικό. Ομως δικαίωμα στο φλερτ έχουν και οι μεσήλικοι και οι αντιπαθητικοί και όσοι κατέχουν θέσεις διευθυντικές. Ή μήπως όχι; Στις σκηνοθετημένες αυτές ιστορίες η παρενόχληση μοιάζει με πιεστικό φλερτ χωρίς ανταπόκριση. Ετσι συμβαίνει και στη ζωή: το φλερτ έχει όρια που δεν πρέπει κάποιος να τα ξεπερνά. Τα όρια που ο άλλος ορίζει.
Τα τελευταία χρόνια η γνώση αυτών των ορίων έχει κάπως χαθεί. Νομίζω φταίει το Διαδίκτυο. Το φλερτ στο Διαδίκτυο δεν έχει κανόνες και είναι εικονικό –ο καθένας μπορεί να σκηνοθετήσει και να παίξει τον ρόλο που αγαπά. Δυο ρετουσαρισμένες φωτογραφίες, ένα ψεύτικο βιογραφικό και μια ικανότητα στα ψέματα μπορούν να σε βοηθήσουν να γίνεις κάποιος άλλος στο Facebook, στο Tinder, στις κάθε λογής ιστοσελίδες που έχουν στηθεί για τους πλασιέ φαντασιώσεων. Κάποτε, όταν φλερτάραμε θέλαμε να προκαλέσουμε το ενδιαφέρον για τον εαυτό μας. Τώρα στο chat, τον εαυτό μας τον αφήνουμε στην άκρη και του ζητάμε να μας παρακολουθεί ενώ ξεπερνάμε τα όριά μας –γινόμαστε επιθετικότεροι, πιο δυναμικοί, πιο ελεύθεροι, αφού το χειρότερο που μπορεί να μας συμβεί είναι να μας μπλοκάρουν. Με έναν περίεργο τρόπο αυτό έχει επίπτωση και στην πραγματική μας ζωή. Ξεχνάμε, δηλαδή, πως όλα έχουν όρια.
Ο Γουάινστιν, βέβαια, παρενοχλούσε χρησιμοποιώντας την εξουσία του. Αλλά κάτι μου λέει ότι ο κατήφορός του ξεκίνησε γιατί ξέχασε ότι το φλερτ έχει όρια. Που σίγουρα, όσο σπουδαίος κι αν είσαι, δεν τα ορίζεις.
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 17 Δεκεμβρίου 2017.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ