Το ζήτημα των σχέσεων Εκκλησίας – Κράτους επανέρχεται σταθερά. Σε βαθμό κουραστικό. Ακόμη και όταν υποχωρεί, γνωρίζουμε ότι με κάποια νέα αφορμή θα επιστρέψει.
Ετσι και τον τελευταίο καιρό η κατεστημένη Εκκλησία με τρόπο διακριτό και φωνή δυνατή απευθύνεται στο Κράτος, στη λεγόμενη Πολιτεία, και ζητάει να ρυθμιστούν τα ζητήματα της Εκκλησίας κατά τις επιλογές της. Κάθε φορά που τίθεται ένα ζήτημα –ιδεολογικού τύπου –το οποίο τη βρίσκει αντίθετη, ακούμε την επίκλησή της προς το Κράτος. Εγείρει επιχειρήματα, διατυπώνει ισχυρισμούς για «χρηστά ήθη» και «κοινή λογική» μαζί με αφορισμούς περί «καταστροφής του ανθρώπου», αναζητεί και εναγκαλίζεται κόμματα ως πολιτικούς συμμάχους.
Στη ροή του χρόνου τα προβλήματα των ανθρώπων ποικίλλουν, οι αντιλήψεις μεταπλάθονται και οι συμπεριφορές αλλάζουν. Το κανονιστικό πλαίσιο που ορίζει τη συνύπαρξη δεν μπορεί να παραμένει παγωμένο και αμετάβλητο. Η κοινωνία διαρκώς τελεί σε κίνηση, οι σχέσεις εντός της αλλάζουν, ποτέ και τίποτα δεν παραμένει όπως πριν.
Σε αυτή τη μεγάλη ροή η θέση της Εκκλησίας είναι με το Κράτος ή εναντίον του; Εννοώ την Εκκλησία, όπως αυτή γίνεται αντιληπτή και θεμελιώνεται κατά το μήνυμα του Ευαγγελίου και κυρίως κατά το παράδειγμα του Ιησού.
Μπορεί η Εκκλησία αυτή να είναι προσηλωμένη στην ισχύ του Κράτους;
Να πορεύεται ως σύμμαχος αυτού του διοικητικού εξουσιαστικού μηχανισμού και να προσφεύγει στη δύναμη του καταναγκασμού του για την επιβολή των επιλογών της ή τη συντήρησή τους; Αυτή η επιλογή ισχύος εκ μέρους της κατεστημένης Εκκλησίας δεν αναιρεί και δεν εκκενώνει το μήνυμα;
Μπορεί η Εκκλησία να συνδέει τον εαυτό της, την παρουσία της και την επιρροή της με την κρατική δικαιοδοσία;
Μπορεί η Εκκλησία να διεκδικεί ισχύ από τον φορέα δύναμης που είναι το Κράτος, ώστε και η ίδια να υπάρχει και να συντηρείται ως φορέας ισχύος;
Η απάντηση έχει από καταβολής δοθεί.
Το Ευαγγέλιο είναι μήνυμα αντι-ισχύος. Το παράδειγμα του Ιησού είναι μανιφέστο αντι-ισχύος και αντι-δύναμης. Και ως τέτοιο, μανιφέστο ελευθερίας.
Από τον πυρήνα αυτού –πιστεύω –του μηνύματος και νοήματος η Εκκλησία βρίσκεται εναντίον του Κράτους.
Η σύγκρουση με την εξουσία στο βάθος του ορίζοντα του Γολγοθά δεν μπορεί να διαγραφεί από μια κατεστημένη και ιστορικά προσδιορισμένη σχέση. Η διάσταση αυτή είναι πέραν ιστορικών συνθηκών και συνταγματικών ρυθμίσεων. Η σύγκρουση αυτή είναι πέραν της Ιστορίας. Και ενσαρκώνεται ως προσήλωση στη θεμελιωτική στάση της αντι-ισχύος απέναντι σε κάθε Αρχή και εξουσία. Στο μέτωπο αυτό βρίσκεται η επαναστατική εκρηκτικότητα του χριστιανισμού και η αντοχή του στον χρόνο.
Για τον λόγο αυτόν ο χωρισμός Κράτους – Εκκλησίας θα έπρεπε να είναι το διαρκές, ζωντανό και ζωοποιό αίτημα της ίδιας της Εκκλησίας.
Ο κ. Λευτέρης Κουσούλης είναι πολιτικός επιστήμονας.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ