Προ ηµερών, στη διάρκεια ολιγοήµερων οικογενειακών διακοπών, ο ήχος ενός κινητού έσκισε την υγρή, ασέληνη καλοκαιρινή νύχτα. Πρέπει να ήταν 1.15 μετά τα μεσάνυχτα, θορυβήθηκα, κάτι σοβαρό θα συμβαίνει, ηλικιωμένοι γονείς, αιφνίδια επαγγελματική επιστράτευση, πυρκαγιά, πυρηνικός όλεθρος. Πλησιάζω ακροποδητί και έρχομαι en face με τον μοναδικό εφιάλτη που είχα κατορθώσει επιτυχώς να απωθήσω. Χτυπούσε το smartphone της (σχεδόν) 12χρονης, κοιμώμενης κόρης μου. Αυτό που αγοράστηκε πριν από έναν μήνα και έπειτα από κάμποσoυς εφηβικούς μελοδραματισμούς και κρίσεις ταυτότητας («Ολοι οι συμμαθητές μου έχουν από την
Ε’ Δημοτικού. Εγώ τι είμαι που δεν έχω;»).
Κοίταξα με λύσσα την οθόνη του κινητού. «Aντωνία», το όνομα της φίλης της που παραθερίζει σε γειτονικό σπίτι. Είπα προς στιγμήν να απαντήσω καταλλήλως (αλλά και να το εκτοξεύσω ηδονικά στον τοίχο) αλλά εν συνεχεία σκέφτηκα ότι αυτή θα ήταν η ταφόπλακα στη σχέση με το κατευθυνόμενο ιλιγγιωδώς προς τη βαθιά εφηβεία σπλάχνο μου. Toυλάχιστον η συσκευή βρισκόταν έξω από το δωμάτιό της. Θυμίζω ότι τον Ιούλιο του 2014 ένα 13χρονο κορίτσι από το βόρειο Τέξας ξύπνησε μέσα στη νύχτα από τη μυρωδιά καμένου. Το κινητό της είχε υπερθερμανθεί και λιώσει μέσα στα σεντόνια της.
Είµαι πλήρως συνειδητοποιηµένη. Με την απόκτηση του smartphone, η κόρη μου είναι και αυτή μια εκπρόσωπος της iGen (iΓενιάς) –ας μου επιτραπεί να υποκλέψω τον νεολογισμό της Τζιν Μ. Τουέντζ, καθηγήτριας της Ψυχολογίας στο Πολιτειακό Πανεπιστήμο του Σαν Ντιέγκο. Περιλαμβάνει κάπως αυθαίρετα τους γεννημένους μεταξύ 1995 και 2012. Μπροστά τους οι περίφημοι Μillennials (χονδρικά οι γεννημένοι από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 μέχρι το 2000) είναι κάτι σαν τους Homo Εrectus του Internet (γιατί το iPad έκανε την εμφάνισή του μόλις το 2010). Οσο για εμάς, τους περισσότερους γονείς εφήβων, τη Γενιά Χ δηλαδή (χονδρικά, μεταξύ 40 και 55 ετών), δεν είμαστε παρά θλιβερά απομεινάρια ενός αναλογικού κόσμου που παλεύουν να το «παίξουν» κάτι που δεν θα γίνουν ποτέ: ψηφιακά ιθαγενείς.
Σε άρθρο της στο «Atlantic» (Σεπτέμβριος 2017) με τίτλo «Have Smartphones Destroyed a Generation?» («Τελικά τα smartphones κατέστρεψαν μια ολόκληρη γενιά;»), η Τουέντζ εμφανίζεται κομιστής λίαν δυσοίωνων προβλέψεων. «Ακόμη και όταν ένα κοσμογονικό γεγονός –ένας πόλεμος, ένα τεχνολογικό άλμα, μια free συναυλία μέσα στη λάσπη –παίζει έναν θεμελιώδη ρόλο στη διαμόρφωση μιας ομάδας νέων ανθρώπων, δεν υπάρχει ένας και μοναδικός παράγοντας ικανός να καθορίσει μια ολόκληρη γενιά. Τα στυλ γονεϊκότητας εξακολουθούν να αλλάζουν, όπως άλλωστε και η σχολική ύλη και η κουλτούρα, και αυτά μετρούν. Αλλά η ταυτόχρονη ανάδυση του smartphone και των social media έχει προκαλέσει σεισμική δόνηση μιας κλίμακας που έχουμε πολύ καιρό να δούμε, αν δηλαδή την έχουμε δει ποτέ. Υπάρχουν αδιάσειστες αποδείξεις ότι οι συσκευές που έχουμε εναποθέσει στα χέρια των νέων ανθρώπων έχουν βαρύτατες συνέπειες και τους καθιστούν σοβαρά δυστυχείς».
Κατάθλιψη, αποστέρηση ύπνου, απομόνωση (σε μια περίοδο που οι κοινωνικές δεξιότητες πρέπει να ακονίζονται), αποξένωση από τους γονείς (ο σημερινός έφηβος απλώς περιμένει πότε η μαμά θα βγει από το δωμάτιο για να μείνει μόνος με το smartphone του), «δεν θα ήταν υπερβολή να πεις ότι οι εκπρόσωποι της iGen βρίσκονται στο χείλος της χειρότερης κρίσης ψυχικής υγείας εδώ και δεκαετίες». Θυμίζω βέβαια και το άρθρο «Αre Teenagers Replacing Drugs With Smartphones?» («Mήπως οι έφηβοι αντικαθιστούν τα ναρκωτικά με τα smartphones τους;») πριν από λίγους μήνες στους «Νew York Times». Η Tουέντζ τα αναλύει όλα αυτά διεξοδικά στο βιβλίο της «iGen» (εκδ. Simon & Schuster) που μόλις κυκλοφόρησε.
Γονείς και ειδικοί τα έχουν χαμένα. Το να μεγαλώνεις έναν/μία εκπρόσωπο της iGen είναι σαν το stand up paddling (όταν καλείσαι να κωπηλατήσεις όρθιος επάνω σε μια σανίδα). Στέκεσαι αγέρωχος, πιάνεις το κουπί, σιγά σιγά, YOLO!, θα καταφέρεις να σταθείς όρθιος για κάμποση ώρα. Ομως ένα ελαφρύ ταρακούνημα, μια καινούργια app ή ένα εφηβικό swipe left και έχεις πέσει σε παντελώς αχαρτογράφητα νερά.
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 29 Αυγούστου 2017.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ