Η διεθνής προσοχή στράφηκε σε δύο κυρίως πτυχές της πρωτοβουλίας Τίλερσον: στις συζητήσεις για το πυρηνικό πρόγραμμα της Βορείου Κορέας και στη διαμόρφωση των σινοαμερικανικών σχέσεων.
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Ντόναλντ Τραμπ έγραψε σε tweet του ότι η Πιονγκγιάνγκ «συμπεριφέρεται πολύ άσχημα», κατηγορώντας το Πεκίνο πώς έχει κάνει «λίγα για να βοηθήσει». Με αυτό το πλαίσιο, οι περισσότεροι Αμερικανοί αναλυτές εκτιμούν πως η Βόρειος Κορέα θα μπορούσε να αποτελέσει την πρώτη πραγματική κρίση για τον Τραμπ.
Για παράδειγμα, άρθρο του Councilon Foreign Relations προειδοποιεί ότι «δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο». Επίσης, ανάλυση του Hudson Institute υποστηρίζει πως «ο χρόνος τελειώνει» και σχόλιο του Heritage Foundation αναφέρει ότι «η οργή του Τραμπδεν έχει περιορίσει τις βορειοκορεατικές πυρηνικές φιλοδοξίες».
Και οι δύο χώρες συμφωνούν για την ανάγκη να συνεργασθεί η Πιονγκγιάνγκ με τη διεθνή κοινότητα βάσει των σχετικών ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Και οι δύο, επίσης, εργάζονται για την αποφυγή ενός πολέμου, αν και ο Τίλερσονδεν απέκλεισε δημοσίως το ενδεχόμενο στρατιωτικής δράσης.
Από την πλευρά της, η Ουάσιγκτον ασκεί «σκληρή» εξωτερική πολιτική και παραγνωρίζει σκόπιμα το θέμα της ασφάλειας της Βορείου Κορέας, καθώς, φυσιολογικά, δεν εμπιστεύεται τον ηγέτη της, Κιμ Γιόνγκ-ουν. Απώτερος στόχος της είναι η αποπυρηνικοποίηση της Κορεατικής Χερσονήσου και, ενδεχομένως, η επανένωση των δύο χωρών, χωρίς τονΚιμ Γιόνγκ-ουν. Ακολούθως η Ουάσιγκτον χαρακτηρίζει την κινεζική στάση προβληματική, θεωρώντας πως δεν έχει εφαρμόσει όλες οι κυρώσεις κατά της Πιονγκγιάνγκ.
Η έναρξη της εγκατάστασης του αμφιλεγόμενου αντιπυραυλικού συστήματος (THAAD) στη Νότια Κορέα δείχνει ότι η διακυβέρνηση Τραμπ παραμένει ανένδοτηστη θέση της να ενισχύσει την άμυνά της στη Χερσόνησο κατά της Βορείου Κορέας – παρά τη διαφωνία της Κίνας.
Όσο η εγκατάσταση αυτή συνεχίζεται και οι Ηνωμένες Πολιτείες συνεχίζουν να επεξεργάζονται το δόγμα της εξωτερικής τους πολιτικής προς την Ασία, δεν υπάρχει κοινός τόπος για πρόοδο στις διαπραγματεύσεις πέρα από κάποιες γενικές τοποθετήσεις.
Πολλά βέβαια θα εξαρτηθούν από την εξέλιξη της προσωπικής του σχέσης με τον Τραμπ. Ορισμένα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης έχουν ήδη αναφερθεί σε πιθανή συνάντηση των δύο προέδρων τον Απρίλιο στη Φλόριδα. Επίσης, ο Σι προσκάλεσε τον Τραμπ στην Κίνα.Μετά την επίσκεψη Τίλερσον και ενόψει της συνάντησης του Τραμπ με τον Σι, πάντως, το τοπίο παραμένει θολό.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι έλλειψαν δημόσιες αναφορές σε θέματα που είχαν πυροδοτήσει την αντιπαράθεση των δύο χωρών τους προηγούμενους μήνες, όπως ο πιθανός εμπορικός πόλεμος ή κατάσταση στη Νότιο Κινεζική Θάλασσα.
Όσον αφορά τις μελλοντικές εξελίξεις, κομβικό θα είναι κατά πόσο ο Τραμπ θα επενδύσει στην πιθανή συμβολή της Κίνας στη διευθέτηση του προβλήματος με το πυρηνικό πρόγραμμα της Βορείου Κορέας και πώς θα ανταποκριθεί η Κίνα. Αναμένονται πολύ δύσκολες συνομιλίες που απαιτούν αμοιβαίες υποχωρήσεις.