Τον περασμένο Σεπτέμβριο η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγηση φάνταζε εύκολη. Όλοι οι κυβερνητικές παράγοντες βεβαίωναν ότι θα κλείσει τάχιστα χωρίς εμπλοκές και περιπλοκές.
Στη βάση αυτών των διαβεβαιώσεων και των αντίστοιχων προσδοκιών που καλλιεργήθηκαν στηρίχθηκε μάλιστα η βελτίωση του οικονομικού κλίματος στο τελευταίο τετράμηνο του 2016.
Ωστόσο οι μέρες και οι μήνες παρήλθαν χωρίς συμφωνία και ολοκλήρωση της απλής δεύτερης αξιολόγησης.
Το χειρότερο είναι ότι με τον καιρό κινδυνεύουμε να εξαντλήσουμε τα χρονικά περιθώρια και η διαπραγμάτευση να περιπέσει στη δίνη ενός απρόβλεπτου ευρωπαϊκού πολιτικού κύκλου με ότι αυτό συνεπάγεται για τα ελληνικά συμφέροντα.
Με άλλα λόγια αν δεν υπάρξει συμφωνία μέχρι τις αρχές Μαρτίου και μετατεθούν οι αποφάσεις μετά τις ολλανδικές εκλογές η περιπλοκή θα είναι μεγάλη.
Και αυτό γιατί κατά πάσα βεβαιότητα θα καθυστερήσει ο σχηματισμός κυβέρνησης στην Ολλανδία και οι αποφάσεις θα δυσκολέψουν.
Θα ακολουθήσουν μετέπειτα οι γαλλικές εκλογές και αργότερα το όλο θέμα θα κυριαρχήσει στην προεκλογική αντιπαράθεση της Γερμανίας.
Κάπως έτσι η Ελλάδα θα κινδυνεύσει να φθάσει στις κρίσιμες ημερομηνίες του καλοκαιριού χωρίς την απαιτούμενη χρηματοδότηση προκειμένου να αποπληρώσει συγκεκριμένες δανειακές υποχρεώσεις της.
Γίνεται φανερό ότι στην περίπτωση αυτή η περιπλοκή θα λάβει άλλες διαστάσεις, καθώς η χώρα θα απειληθεί με χρεοκοπία και θα αντιμετωπίσει ξανά τον κίνδυνο εξόδου από την ευρωζώνη.
Δηλαδή θα κινδυνεύσουν να χαθούν τόσα και τόσα χρόνια θυσιών.
Πολύ περισσότερο μάλιστα όταν άπαντες συμφωνούν ότι η Ελλάδα έχει επιτύχει μοναδική στην παγκόσμια οικονομική Ιστορία δημοσιονομική αναδιάρθρωση και εξυγίανση.
Ενδεχόμενη επανάληψη του 2015 δεν ταιριάζει ούτε στην προσπάθεια που έχει καταβληθεί,ούτε στις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στην ελληνική οικονομία.
Αντιθέτως αν κλείσει η αξιολόγηση μπορεί να προσβλέπει κανείς σε αναγέννηση της οικονομίας και σε πλήρη ανάταξη των προσδοκιών και οικονομικών προοπτικών.
Γι’ αυτό και επιβάλλεται να κλείσει η αξιολόγηση χωρίς άλλες καθυστερήσεις.
Η κυβέρνηση οφείλει να αναλάβει πια το πολιτικό κόστος που της αναλογεί.
Αυτό επιβάλλει το εθνικό συμφέρον. Όλα τα άλλα έπονται.
ΤΟ ΒΗΜΑ