Οι οδηγοί ταξί αποτελούν μια καλή πηγή για να μαθαίνει κανείς τι συμβαίνει στην κοινωνία, τι προβληματίζει τον κόσμο και τι συζητούν οι πολίτες. Καθημερινά περνούν από το ταξί τους εκατοντάδες πελάτες με τους οποίους τις περισσότερες φορές πιάνουν κουβέντα, ενώ τριγυρνούν στους δρόμους περί τις 10 ώρες τη μέρα παρατηρώντας τι συμβαίνει τριγύρω. Ως εκ τούτου ακούν και βλέπουν πολλά και έχουν πάντα μια απάντηση γι’ αυτά που συμβαίνουν στην καθημερινότητά μας. Ενίοτε θυμοσοφική. Τι καλύτερο λοιπόν από το να ρωτήσεις έναν οδηγό ταξί πού οφείλεται η αυξημένη κίνηση που παρατηρείται στους δρόμους τον τελευταίο χρόνο. Πού πάει όλος αυτός ο κόσμος με το αυτοκίνητό του, που τα προηγούμενα είχε αφήσει το ΙΧ; Η απάντηση ταξιτζή σε σχετικό ερώτημα ήταν ότι «ο κόσμος σταμάτησε να πληρώνει και τρώει τα λεφτά του».
Εν πρώτοις δεν φαίνεται λογική, αν αναλογιστούμε το πρωτογενές πλεόνασμα που ξεπέρασε τους στόχους. Ωστόσο, αν αναλύσει κανείς προσεκτικά τα στοιχεία, φαίνεται πως ο οδηγός ταξί είχε δίκιο, τουλάχιστον για ένα μέρος των πολιτών.
Και τούτο διότι παρατηρείται το εξής οξύμωρο: τη στιγμή που αυξάνονται τα έσοδα από φόρους, αυξάνονται και οι απλήρωτες οφειλές των φορολογουμένων προς το Δημόσιο!
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, στο ενδεκάμηνο Ιανουαρίου – Νοεμβρίου 2016 οι απλήρωτες οφειλές των φορολογουμένων αυξήθηκαν κατά 12,6 δισ. ευρώ, δηλαδή πάνω από 1 δισ. ευρώ τον μήνα. Πράγμα που σημαίνει ότι για όλο το 2016 θα ξεπεράσουν τα 13,5 δισ. ευρώ, όταν το 2015, έτος με «σκληρή» διαπραγμάτευση, capital controls, δημοψήφισμα, τρίτο Μνημόνιο, εκλογές κ.λπ., ήταν 11 δισ. ευρώ. Δηλαδή το 2016 οι φορολογούμενοι άφησαν 2,5 δισ. ευρώ περισσότερες οφειλές απλήρωτες.
Ταυτόχρονα όμως στο ενδεκάμηνο του 2016 τα δημόσια έσοδα ήταν ύψους 48 δισ. ευρώ και ήταν 1,5 δισ. ευρώ περισσότερα από τον στόχο. Δηλαδή, αν και δεν πληρώθηκαν φόροι ύψους 12,6 δισ. ευρώ, η κυβέρνηση πέτυχε να εισπράξει 1,5 δισ. ευρώ πάνω από τον στόχο.
Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, παρά τις «σκληρές» διαπραγματεύσεις με την τρόικα, κατέληξε να βάλει πολύ περισσότερους φόρους από αυτούς που χρειαζόταν. Δηλαδή έβαλε φόρους 60,5 δισ. ευρώ για να εισπράξει 48 δισ. ευρώ, ενώ, σύμφωνα με το πρόγραμμα, έπρεπε να εισπράξει 46,4 δισ. ευρώ. Μέρος από το υπερβάλλον πλεόνασμα ύψους 600 εκατ. ευρώ το διένειμε στους χαμηλοσυνταξιούχους αδιακρίτως εισοδηματικών και περιουσιακών κριτηρίων.
Δηλαδή ένα μεγάλο μέρος των συμπολιτών μας σταμάτησε να πληρώνει και να αποδίδει τις υποχρεώσεις του προς το κράτος, όπως πολύ σωστά παρατήρησε ο οδηγός ταξί, ενώ το υπόλοιπο, δηλαδή οι συνεπείς και όσοι δεν μπορούν να ξεφύγουν (μισθωτοί, μεγάλες επιχειρήσεις, ιδιοκτήτες ακινήτων, καταναλωτές κ.λπ.), πλήρωσαν περισσότερα, με τα οποία ο Αλέξης Τσίπρας αποφάσισε να κάνει «κοινωνική» πολιτική στην υγειά των κορόιδων, προς άγραν εκλογικής πελατείας.
Αντί να εστιάσει τις προσπάθειες της κυβέρνησής του στην πάταξη της φοροδιαφυγής και της φοροκλοπής και στη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, υπερφορολογεί τους συνεπείς και όσους δεν μπορούν να φοροδιαφύγουν, πλήττοντας θανάσιμα τις προοπτικές ανάκαμψης της οικονομίας. Σε αντάλλαγμα ευελπιστεί να εξασφαλίσει τα ψηφαλάκια των κατά συνείδηση «δεν πληρώνω», ως ένας παλαιομοδίτης πολιτικός.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ