Στη μνήμη του Γιάννη Χ.
Πριν από λίγες ημέρες αποχαιρετίσαμε το Γιάννη. Είκοσι δύο χρονών, φοιτητής του Πολυτεχνείου, ψηλός λεβέντης, διαγνώσθηκε πριν από δυόμιση περίπου χρόνια με επιθετική λευχαιμία. Άρχισε αμέσως θεραπεία και υποβλήθηκε σε μεταμόσχευση μυελού των οστών από τον αδελφό του. Ενώ όλα έδειχναν να είναι καλύτερα, από το Πάσχα, υποτροπή της λευχαιμίας. Πάλι νοσηλεία, μόνον χημειοθεραπεία αυτή τη φορά. Αγωνίσθηκε σιωπηλά, συχνά με δυνατούς πόνους, με τους γονείς και τα αδέλφια του πλάι του. Από κοντά οι συμφοιτητές του και με όλες του τις δυνάμεις το νοσηλευτικό προσωπικό στο Νοσοκομείο «Παπανικολάου» στη Θεσσαλονίκη και στο Πανεπιστημιακό της Αλεξανδρούπολης. Δεν διαμαρτυρήθηκε, δεν παραιτήθηκε, δεν είπε «γιατί σε μένα», δεν κατέθεσε τα όπλα. Πάντοτε με ελπίδα. Έφυγε την ημέρα του Σταυρού. Τον αποχαιρετίσαμε την άλλη μέρα. Παντού λουλούδια, κρίνα και τριαντάφυλλα και χρυσάνθεμα. Όλα λευκά. Την ελπίδα την κρατήσαμε, γιατί αυτή δεν πεθαίνει.
Πρόσφατα ήλθε πάλι στην επικαιρότητα η συζήτηση για την ευθανασία. Ας μου επιτραπούν λίγες απλές σκέψεις, με όλο το σεβσμό στον πόνο των ανθρώπων που υποφέρουν.
Ο όρος ευθανασία δεν κυριολεκτεί. Έχει όμως επικρατήσει να σημαίνει σήμερα την με τη βοήθεια τρίτου (ενεργητική ή παθητική) επίσπευση του θανάτου ενός ανθρώπου που υποφέρει από ανίατη και επώδυνη ασθένεια και έχει εκφράσει ο ίδιος την επιθυμία του να διακοπεί η ζωή του.
Όσοι εκφράζουν δημόσια την επιθυμία αυτή και όσοι σπεύδουν να την επικροτήσουν, λησμονούν τον καθημερινό αγώνα τόσων ανθρώπων που υποφέρουν, για να κρατηθούν στη ζωή. Αντί να τους δώσουν κουράγιο, θεωρούν τον αγώνα τους μάταιο και ακουσίως ή εκουσίως, τους προσβάλλουν. Ανάμεσά τους είναι άνθρωποι που εθεωρούντο «ξεγραμμένοι» και όμως ζουν και δημιουργούν.
Όσοι σχετικοποιούν το ανεκτίμητο δώρο της ζωής, υποβαθμίζουν την προσφορά και την αποστολή των ιατρών και νοσηλευτών, αποστολή που είναι ταυτόσημη με τη θεραπεία και την καταπράυνση του πόνου και ασύμβατη με τη συνδρομή στο θάνατο. Πολύ λιτά και εύστοχα, το έθεσε σε πρόσφατη συνέντευξη, η κ. Γιαννάκου : Δεν είμαι με την ευθανασία, επειδή είμαι γιατρός. Εφόσον είναι γιατρός, πώς μπορεί να είναι με το θάνατο, αφού υπηρετεί τη ζωή;
Όσοι θελουν να «δραπετεύσουν», λησμονούν όλους τους άλλους, δικούς και διπλανούς και ξένους. «Δεν έχεις δικαίωμα να πας μόνος σου στο θάνατο!…Αυτός ο ένας άνθρωπος που εσύ μπορείς να τον κάνεις λιγότερο δυστυχή, λιγότερο μόνο… αυτός ο ένας άνθρωπος σε δένει με τη ζωή … με τη ζωή και με τους άλλους» επαναλαμβάνει τα λόγια του σωτήρα του ο ήρωας του Σαμαράκη, για να καταλήξει να φωνάξει «αρνούμαι» στο θάνατο, «αρνούμαι» στην άρνηση της ζωής, όσο υπάρχουν δύο άνθρωποι. Πόσο σεβόμαστε αυτά τα δικαιώματα των διπλανών μας, όταν επιζητούμε τη βοήθειά τους στην αφαίρεση της ζωής και όταν τους στερούμε από τον εαυτό μας, είτε ως παρουσία είτε ως συμπαράσταση, στο όνομα ενός αξιοπρεπούς και ανώδυνου θανάτου;
Μήπως, αντιστρόφως, όσοι είναι υπέρ της ευθανασίας, λησμονούν τον ίδιο τον πάσχοντα, πόσο μας χρειάζεται στη μοναξιά και στον πόνο του και στο φόβο του ότι αποτελεί βάρος για τους άλλους; Μήπως μας έχει καταλάβει μια εφήμερη και υλιστική αντίληψη για τη ζωή, ώστε να τη θεωρούμε άξια μόνον όταν συμβάλλει μόνον στην παραγωγή και τηην κατανάλωση; Μήπως το λεγόμενο «δικαίωμα» στο θάνατο, κινδυνεύει να μετατραπεί σε απειλή της ζωής όσων ασθενών δεν μπορούν να ανταποκριθούν οικονομικά στις απαιτήσεις της νοσηλείας τους;
Επιστρέφω στην αρχή. Ο Γιάννης δεν ήταν επώνυμος, δεν το επεδίωξε, αλλλά έδωσε με τη στάση του κόλαφο σε όσους έσπευσαν να μιλήσουν για «αξιοπρεπή» θάνατο και για «δικαίωμα» στο θάνατο. Γιάννη μου, σ’ευχαριστούμε για το χαστούκι. Είναι μάθημα ζωής και αιωνιότητας.
Η κυρία Ρόη Δ. Παντελίδου είναι καθηγήτρια του Αστικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης