Ενα μέρος της αξιολόγησης που τρέχει να κλείσει τώρα η κυβέρνηση θα έπρεπε να είχε κλείσει από τα τέλη του περασμένου έτους και το υπόλοιπο στις αρχές του τρέχοντος. Αυτό προέβλεπε το τρίτο Μνημόνιο που υπέγραψε ο Αλέξης Τσίπρας πέρυσι το καλοκαίρι ώστε η χώρα να μπει σε τροχιά ανάκαμψης. Η «σκληρή διαπραγμάτευση» όμως της λαϊκο-πατριωτικής κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ το μόνο που κατάφερε ήταν να χαθεί και άλλος κρίσιμος χρόνος για την οικονομία που βρίσκεται στην εντατική. Για ακόμη μία φορά αποδείχθηκε ότι έγινε μόνο και μόνο για να πείσει η κυβέρνηση τον εαυτό της ότι πρέπει να ψηφίσει όλα όσα υπέγραψε πέρυσι το καλοκαίρι ο κ. Τσίπρας για να βγάλει τη χώρα από τη στενωπό της εξόδου από το ευρώ όπου την είχαν οδηγήσει οι αυταπάτες της «πρώτη φορά Αριστεράς».
Διότι όλα όσα άφησε έξω από το πολυνομοσχέδιο που ψήφισε πριν από το Eurogroup της 23ης Μαΐου τα συμπεριέλαβε με τις τροπολογίες που ψηφίστηκαν στη Βουλή την περασμένη εβδομάδα. Αν και οι Ευρωπαίοι είχαν διαμηνύσει στον Ευκλείδη Τσακαλώτο ότι η εξαίρεση της πώλησης των δανείων με εγγύηση Δημοσίου από τον νόμο για τα «κόκκινα» δάνεια δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτή, εν τούτοις η κυβέρνηση επέμεινε να μην το συμπεριλάβει στο πολυνομοσχέδιο των 7.500 σελίδων, για να έλθει τώρα να ψηφίσει όχι μόνο αυτό αλλά και την ανάθεση σε εταιρείες διαχείρισης «κόκκινων» δανείων των δανείων με υποθήκη πρώτης κατοικίας αντικειμενικής αξίας μικρότερης των 140.000 ευρώ!
Σε ό,τι αφορά το ΕΚΑΣ, ναι μεν δεν θα επιστραφούν αναδρομικά ποσά, αλλά το 2017 θα χάσουν το επίδομα περισσότεροι συνταξιούχοι. Αλλά και το ΕΚΑΣ που δεν θα επιστραφεί θα καλυφθεί στον προϋπολογισμό από κρατικό κονδύλι το οποίο θα λείψει από κάποια άλλη παροχή που θα μπορούσε να δοθεί στοχευμένα σε πολίτες με ανάγκες. Επιπλέον με άλλη διάταξη η κυβέρνηση επαναβεβαιώνει ότι το σύνολο των εσόδων του ΤΑΙΠΕΔ και του ΤΧΣ διατίθεται μόνο για τη μείωση του χρέους και όχι για κοινωνική πολιτική και ανάπτυξη, όπως διακήρυττε. Επίσης αποδέχθηκε την αυστηροποίηση των διατάξεων για τον «κόφτη» μισθών και συντάξεων που θα ενεργοποιείται αν πέσουν έξω τα έσοδα.
Τι κόστισε αυτός ο τελευταίος γύρος «σκληρής διαπραγμάτευσης»; Η οικονομία ακόμη περιμένει τα 3,5 δισ. ευρώ που προβλέπει το τρίτο Μνημόνιο για την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών της κυβέρνησης, τα οποία θα μπορούσαν να είχαν αρχίσει να ρέουν από το τέλος του 2015 προσφέροντας ζωτικές ανάσες στην αγορά. Επιπλέον, η φθηνή χρηματοδότηση των τραπεζών και κατά συνέπεια της οικονομίας πάει ακόμη πιο πίσω. Διότι ο Μάριο Ντράγκι, παρά τις κυβερνητικές προσδοκίες, επανέλαβε ότι θα πρέπει να ψηφιστούν όλα τα προαπαιτούμενα για να γίνουν και πάλι δεκτά τα ελληνικά ομόλογα ως ενέχυρο για φθηνή χρηματοδότηση των τραπεζών από την ΕΚΤ.
Ολα αυτά συντελούν στη διατήρηση του αρνητικού κλίματος και απομακρύνουν την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των επενδυτών και της αξιοπιστίας της χώρας, που είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για να βγούμε στο ξέφωτο, όπως επιθυμεί και ο κ. Τσίπρας.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ