Πρόθυμα η κυβέρνηση ψήφισε και έκλεισε την αξιολόγηση με μέτρα βαριά για τις πλάτες του χειμαζόμενου εδώ και έξι χρόνια λαού.
Με τα νέα μέτρα γίνεται ισοπεδωτική αφαίμαξη και της τελευταίας εναπομείνουσας οικονομικής δυνατότητας τόσο των ιδιωτών, όσο και των επιχειρήσεων.
Τα μέτρα είναι γνωστά. Ξεκινούν από την φοροεπιδρομή σε αγροτικά και επαγγελματικά αυτοκίνητα, καθώς αλλάζουν οι λιανικές τιμές τόσο των ΙΧ όσο και των επαγγελματικών από τις αρχές του επόμενου μήνα αφού αλλάζει ο τρόπος υπολογισμού των τελών ταξινόμησης.
Φέρνουν και ένα μήνα νωρίτερα τον ΦΠΑ 24% αφού πρόκειται να ισχύσει από 1ης Ιουνίου.
Μαζί του έρχονται αυξήσεις 5 έως 25 λεπτά το λίτρο στα καύσιμα, 20% αύξηση στον καφέ, 5% φόρος στη σταθερή τηλεφωνία δηλαδή μία μόνιμη λιτότητα.
Και δεν φτάνουν τα παραπάνω στα ξενοδοχεία από το 2018 θα έχουμε το γνωστό τέλος διανυκτέρευσης ανάλογα με την κατηγορία του.
Και να ο αυτόματος κόφτης που θα κόβει δαπάνες, όπως προνοιακά επιδόματα, κονδύλια για κρατικούς φορείς, φοροαπαλαγές, κονδύλια για την εκπαίδευση και άλλες δαπάνες.
Όλα αυτά θα έλεγε κανείς είναι το λιγότερο…. μπροστά στις μειώσεις συντάξεων με την ενεργοποίηση της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος που οδηγεί 400.000 χαμηλοσυνταξιούχους σε νές μειώσεις εισοδήματος αφού το μέτρο συνδέεται ταυτόχρονα με την κατάργηση του ΕΚΑΣ.
Επιπλέον θα υπάρξει μείωση 30% -40% σε χιλιάδες τραπεζουπαλλήλους που συνταξιοδοτούνται από το ΕΤΑΤ και άλλα επικουρικά ταμεία του κλάδου.
Το συμπέρασμα από τα παραπάνω είναι ένα και μοναδικό, δραματική μείωση των εισοδημάτων τόσο από τις συντάξεις και τους μισθούς. Ένα μοντέλο οικονομικό πρωτοφανές, το οποίο ομολογούν όλοι ότι δε βγαίνει, όμως η πρόθυμη ελληνική κυβέρνηση σπεύδει να τα υιοθετήσει, να τα ψηφίσει, να τα εφαρμόσει και να προσπαθεί να μας πείσει ότι είναι σωστά.
Λαϊκές αντιδράσεις δεν υπάρχουν ακόμη γιατί λόγω του μεγάλου αριθμού των μέτρων και της μη εφαρμογής τους ακόμη δεν έχει γίνει κατανοητό το μέγεθος της φτωχοποίησης του ελληνικού λαού.
Αυτή είναι αναδρομική «μόχλευση» φτώχειας εξαιτίας των νέων μέτρων που όλοι θα αντιληφθούν αργότερα.
Το μόνο βέβαιο είναι η μόνιμη λιτότητα θα οδηγήσειθ η αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών τόσο προς το δημόσιο (σήμερα είναι 87 δισ) όσο και στα ασφαλιστικά ταμεία, και εκτόξευση των κόκκινων δανείων στο ζενίθ των καθυστερήσεων τους.
*Ο κ. Παναγιώτης Μπατσαρισάκης είναι Οικονομικός-Επιχειρηματικός Σύμβουλος –Αναλυτής