Aπό τη 13η Νοεμβρίου 2015 το γενικό εμπάργκο στα δελτία ειδήσεων που έχω επιβάλει στα παιδιά μου έγινε ακόμη πιο σκληρό. Την επομένη των επιθέσεων (ημέρα Σάββατο) καταβρόχθιζα λάθρα τις εξελίξεις στο iPad, καταχώνιαζα σαν δαιμονισμένη τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων κ.ο.κ. Την Κυριακή το πρωί, όμως, είδα επιτέλους το φως. Πόσο μάταιη και παιδαγωγικώς γελοία ήταν η προσπάθεια να αποκρύψω από τα παιδιά μου το ευρωπαϊκό ισοδύναμο της αμερικανικής 11ης Σεπτεμβρίου, για το οποίο θα άκουγαν ούτως ή άλλως τη Δευτέρα στο σχολείο, στον δρόμο, στο φροντιστήριο αγγλικών κ.ο.κ. Το ίδιο βράδυ άνοιξα μόνη μου το θέμα, έστω και αν τελούσα ακόμη εν συγχύσει. Καλύτερα ένα μισάνοιχτο παράθυρο, παρά μια ερμητικά κλειστή πόρτα, που, όταν κάποια στιγμή ανοίξει –σκόπιμα ή κατά λάθος -, θα ξεβράσει δαίμονες.
Σταχυολογώντας τις οδηγίες των ειδικών από τα ξένα media για το πώς να μιλήσει κανείς για την τρομοκρατία στα μικρά παιδιά (του Δημοτικού), διαπίστωσα ότι οι περισσότεροι ακολουθούν πιστά τη θεωρία της γαλλίδας ψυχαναλύτριας Φρανσουάζ Ντολτό: άπλετη ειλικρίνεια (προσαρμοσμένη, βέβαια, στην ηλικία και στην ψυχοσύνθεση του παιδιού). Παραδείγματος χάριν, ο Χάρολντ Κόπλεβιτς, πρόεδρος του Child Mind Institute, συμβουλεύει μέσα από το «Time»: «Μην τους πείτε ότι είναι κουτό να ανησυχούν –αν και οι ψυχοθεραπευτές υποστηρίζουν πως είναι καλό να τονίζετε ότι τέτοια περιστατικά είναι σπάνια και είναι ακόμη πιο μικρές οι πιθανότητες να συμβούν σε παιδιά. Οι φόβοι τους είναι φυσιολογικοί. Τα παιδιά αυτής της ηλικίας είναι εγωκεντρικά και πιστεύουν πως οτιδήποτε κακό συμβαίνει οπουδήποτε θα κατευθυνθεί προς αυτά». Στους «Los Angeles Times» προτιμώνται οι πρακτικές συμβουλές, όπως «διατηρήστε την καθημερινή σας ρουτίνα», διότι «είναι σημαντικό να δουν ότι οι ενήλικοι της ζωής τους δεν ζουν μέσα στον φόβο». Στους «New York Times», πάλι, η Πάμελα Ντράκερμαν (που ζει μια ανάσα από το αιματοκυλισμένο Bataclan) γράφει ότι επέλεξε τελικά να μιλήσει στην κόρη της για μια δική της τραυματική εμπειρία. Τότε που ληστές μπήκαν στο διαμέρισμά της ενώ εκείνη έλειπε. «Φοβήθηκα, αλλά σταδιακά το ξεπέρασα» ήταν το μάθημα.
Ιδιαίτερα εντυπωσιακό το παιδικό εφημεριδάκι «Le P’tit Libé» της γαλλικής «Libération» (με την αρωγή δύο εξειδικευμένων παιδοψυχιάτρων) για Γαλλάκια 7-12 ετών. Δίνει απάντηση σε τέσσερα ερωτήματα: 1) Tι συνέβη την Παρασκευή το βράδυ; 2) Γιατί επιτέθηκαν οι τρομοκράτες; 3) Τι αλλάζει στην καθημερινότητά μας και 4) Τι θα γίνει από εδώ και πέρα; Στα δύο πρώτα ερωτήματα οι απαντήσεις είναι απλές και σαφείς («Ανθρωποι πολύ βίαιοι, οι τρομοκράτες, προετοιμάστηκαν για να επιτεθούν στο Παρίσι…»). Χωρίς εξωραϊσμούς, χωρίς μισόλογα (δεν αποσιωπάται ότι «ο συνολικός αριθμός των νεκρών είναι τουλάχιστον 129») και με τις απαραίτητες διευκρινίσεις για τον ISIS, τις απαρχές του πολέμου στη Συρία, αλλά και τις βόμβες που έστειλε εκεί η Γαλλία.
Το ενδιαφέρον, όμως, βρίσκεται στις δύο τελευταίες, «καυτές» (για τα παιδιά και για τους ενηλίκους της Δύσης) απαντήσεις. Η παραδοχή, για παράδειγμα, ότι η «καθημερινότητά μας είναι λίγο άνω-κάτω: η τηλεόραση μιλάει πολύ για τις επιθέσεις, το ίδιο και οι ενήλικοι. Είναι φυσιολογικό, όταν συμβαίνει κάτι που σε σοκάρει, σε θλίβει ή σε ανησυχεί, πρέπει να μιλάς γι’ αυτό. Είναι στις δύσκολες στιγμές που νιώθουμε την επιθυμία να είμαστε μαζί και να μοιραζόμαστε αυτό που αισθανόμαστε». Εκεί όμως που οι ειδικοί επιλέγουν να τα πουν τσεκουράτα είναι στο «από εδώ και πέρα». «Οι αστυνομικοί δεν κατάφεραν να εμποδίσουν τους τρομοκράτες να δράσουν, γιατί αυτοί ήταν πολύ καλά οργανωμένοι» και «Για την ώρα, δεν μπορούμε να πούμε ότι δεν θα γίνουν άλλες (σ.σ.: επιθέσεις)».
Αφησα τελευταίο το δημοφιλές βίντεο που κυκλοφόρησε στο Διαδίκτυο με τον γάλλο μπαμπά να λέει στον απορημένο μικρό γιο του: «Aυτοί έχουν όπλα, εμείς έχουμε λουλούδια». Συγκινητικό, αλλά, ας μου επιτραπεί, μακριά από τον στόχο. Τα παιδιά αγαπούν τα λουλούδια, αλλά δεν ζουν στον Αρη.
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2015
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ