Στο Πανεπιστήμιο, ένας από τους πραγματικά καλούς δασκάλους, μας έλεγε: « Η γνώση για το αντικείμενο είναι απαραίτητη αλλά αυτό που μετράει στο τέλος, είναι να μετατρέψεις το «αντικείμενο» σε πράξη, να βρίσκει εφαρμογή στη κοινωνία». Σε μια συνάντηση γονέων, πριν από λίγα χρόνια, αναφορικά με τη λειτουργία του παιδικού σταθμού, τέθηκε το θέμα κατά πόσο ένα μικρό παιδί, στο φάσμα του αυτισμού, οριακά θα έλεγα, μπορεί να βρίσκεται στην ίδια τάξη με τα υπόλοιπα παιδιά. Ακούστηκε από γονείς, λίγους ομολογώ, ότι μάλλον εμποδίζει τα «παιδιά μας», πρέπει να πάει σε «ειδικό σχολείο» και άλλου τέτοιου τύπου αναχρονιστικά και αντικοινωνικά σχόλια. Με αφορμή τα λόγια του πανεπιστημιακού και το περιστατικό στον παιδικό σταθμό, θα προσπαθήσω να αναδείξω το θέμα του δικαιώματος που έχουν τα παιδιά με αναπηρία και τον αγώνα που δίδεται καθημερινά για να συμμετέχουν ισότιμα στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Τι σημαίνει όμως «Ενσωμάτωση στο σχολείο»; Θα χρησιμοποιήσω τον ορισμό που έδωσε ένα παιδί με αναπηρία: «είναι όταν όλοι έχουν το ίδιο δικαίωμα να σπουδάσουν, να έχουν πρόσβαση σε καλής ποιότητας εκπαίδευσης, αν κάποιος έχει ένα πρόβλημα, να υπάρχει κάποιος που θα τον καθοδηγήσει και θα τον βοηθήσει να ενταχτεί. Ένταξη γίνεται από ολόκληρη την κοινότητα: την οικογένεια, το σχολείο, ανεξάρτητα από το πόσο διαφορετικός είσαι».
Δυστυχώς, τα παιδιά με αναπηρία, στην Ευρώπη, αντιμετωπίζουν τον εκπαιδευτικό αποκλεισμό. Σχεδόν ένα τρίτο είναι έξω από την εκπαιδευτική διαδικασία. Ακόμη και αν, πηγαίνουν στα σχολεία, ένας μεγάλος αριθμός παιδιών αδυνατεί να ολοκληρώσει ακόμα και τη βασική εκπαίδευση και αυτό επιφέρει συνέπειες στη σύνδεση του ατόμου με αναπηρίες στην απασχόληση αφού, στο σύγχρονο ανταγωνιστικό περιβάλλον, η απόκτηση δεξιοτήτων είναι προαπαιτούμενο για την ένταξή του και στην αγορά εργασίας. Είναι πλέον κοινός τόπος, για τον σχεδιασμό κοινωνικής πολιτικής η αναγνώριση της σπουδαιότητας που έχει η συμμετοχική εκπαίδευση για τη δημιουργία μιας κοινωνίας χωρίς αποκλεισμούς. Η εκπαίδευση είναι ένα θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα που χρειάζεται προστασία και εφαρμογή σε όλες τις βαθμίδες και για όλους.
Το Συμβούλιο της Ευρώπης αναφέρεται στη σημασία της δημιουργίας ευκαιριών για τα άτομα με αναπηρία ώστε να συμμετέχουν στη γενική εκπαίδευση ως παράγοντα που θα ωφελήσει συνολικά την ίδια τη κοινωνία και τη ποικιλομορφία της.
Η ενθάρρυνση ένταξης των παιδιών με αναπηρία στα σχολεία ενώ ταυτόχρονα και η λειτουργία ειδικών σχολείων, για συγκεκριμένες κατηγορίες παιδιών με αναπηρία(βαριά νοητική υστέρηση κ.α.)αποτελούν προϋποθέσεις ενσωμάτωσης τους μέσα στις δομές της κοινωνίας. Εξάλλου, η ενσωμάτωση στη σχολική διαδικασία, αποτελεί το πιο αποτελεσματικό μέσο για την καταπολέμηση των διακρίσεων, για τη δημιουργία μια φιλόξενης κοινότητας και για την οικοδόμηση μιας κοινωνίας χωρίς αποκλεισμούς. Αυτό αποτελεί και τον στόχο των πολιτικών των κρατών-μελών, για τα άτομα με αναπηρίες.
Η πραγματικότητα καταδεικνύει ότι τα παιδιά με αναπηρίες εξακολουθούν να εκπαιδεύονται χωριστά ενώ και η υποστήριξη από ειδικό εκπαιδευτικό προσωπικό δεν είναι επαρκής. Λόγοι όπως, η φτώχεια, οι διακρίσεις και η κοινωνική περιθωριοποίηση είναι οι κύριοι παράγοντες για το έλλειμμα στην εκπαιδευτική ενσωμάτωση και έτσι, απαιτείται συστηματική δράση από όλα τα κράτη μέλη.
Απαιτούνται νομοθετικές πρωτοβουλίες για την πρόληψη των διακρίσεων εις βάρος των παιδιών, των νέων και των ενηλίκων με αναπηρίες, ώστε να τυγχάνουν πρόσβασης σε όλες τις φάσεις της εκπαίδευσής τους, ιδιαίτερα από τα πρώτα τους μαθησιακά χρόνια, ενθάρρυνση και ανάπτυξη ενός ενιαίου εκπαιδευτικού συστήματος, που θα περιλαμβάνει και τη μεγαλύτερη ένταξη των παιδιών με αναπηρίες, πλήρως προσβάσιμο εκπαιδευτικό υλικό καθώς και να διασφαλίσει ότι η ευαισθητοποίηση σε θέματα αναπηρίας θα αποτελεί βασικό τμήμα των εκπαιδευτικών προγραμμάτων.
Η ενσωμάτωση των παιδιών με αναπηρίες στην εκπαιδευτική διαδικασία, μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη συμμετοχή των γονέων, ενός καλά εκπαιδευμένου και καταρτισμένου προσωπικού και της συναίνεσης της ευρύτερης κοινωνίας. Γι’ αυτό απαιτείται να υπάρχει ενημέρωση ώστε να υπάρξει ευαισθητοποίηση στα μέλη της σχολικής κοινότητας, δημιουργώντας ένα σχολικό περιβάλλον ασφαλές και ανεκτικό για όλους, μακριά από προκαταλήψεις και αρνητικά στερεότυπα του παρελθόντος. Επειδή, συνήθως οι μεγάλες αλήθειες λέγονται από τα παιδιά, θα επαναλάβω τα λόγια του εξάχρονου γιού μου, σχετικά με το πώς αντιλαμβάνεται την «σχολική ενσωμάτωση»: «…να μπορούμε να παίζουμε όλοι μαζί».
Ο Δημήτριος Π. Νικόλσκυ είναι Πρόεδρος της Επιτροπής για τα Δικαιώματα των Aτόμων με Αναπηρίεςτου Συμβουλίου της Ευρώπης