Από τα μέσα του 2014, οι δύο συγκυβερνήσεις είχαν μόνιμα το μυαλό τους στο κομματικό τους ακροατήριο. Η κυβέρνηση Σαμαρά δραπέτευσε με τη βολική μη εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας διατηρώντας ανοιχτή τη διαπραγμάτευση, η κυβέρνηση Τσίπρα δημιούργησε ένα νέο διετή κύκλο ύφεσης, μέσα από ένα αχρείαστο δημοψήφισμα, τους ελέγχους κίνησης κεφαλαίων και την προκήρυξη των εκλογών. Με άλλα λόγια, κανείς δεν θέλει να κυβερνήσει και να επωμιστεί το κόστος των δύσκολων αποφάσεων του. Άλλο να λες γενικότητες στο μικρόφωνο και να κάνεις χιούμορ στα προεκλογικά σποτ και άλλο να διοικήσεις το Λεβιάθαν του ελληνικού Δημοσίου.
Η χώρα μοιάζει με οδοιπόρο χαμένο στην έρημο, που μετακινείται με ωτο-στοπ προς έναν προορισμό που απομακρύνεται διαρκώς. Στην πορεία χάνει αποσκευές και ελπίδες.
Η κεντρική διοίκηση είναι αδύναμη να διαχειριστεί σύγχρονες προκλήσεις και κρίσεις. Το βλεπουμε από τις μεταναστευτικές ροές μέχρι την ανομία στα αστικά κέντρα, τις διαδρομές του μαύρου χρήματος, τα διαλυμένα τελωνεία και τα κενά στα σχολεία. Είναι γνωστή η αδυναμία της Επιθεώρησης Εργασίας να ‘συλλάβει’ την αδήλωτη εργασία ή της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου να διενεργεί αξιόπιστους ελέγχους στα πρατήρια καυσίμων.
Είναι λυπηρό, αλλά μετά από έξι χρονια “μεταρρυθμίσεων” το κράτος ακόμη δεν έχει τα εργαλεία, τη μέθοδο και τους ανθρώπους να στηρίξει ούτε μνημονιακές ούτε εξωμνημονιακές τομές. Δεν έχει μάθει να συνεργάζεται, να ελέγχει έσοδα και έξοδα, να εξυπηρετεί ηλεκτρονικά, να έχει ξεκάθαρες αρμοδιότητες, να αξιοποιεί ανθρώπους, να ελέγχεται και να αξιολογείται. Παρά την ‘προσαρμογή’ της ποσότητας (βρισκόμαστε κάπου στη μέση των κρατών του ΟΟΣΑ σε ό,τι αφορά τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων), η ποιότητα υπολείπεται δραματικά.
Οι κρίσεις επανέρχονται σε κράτη με ισχνούς θεσμούς. Ακόμη και αν ο οικονομικός κύκλος σταθεροποιηθεί και το 2017 είναι μια χρονιά ανάπτυξης, αυτή δεν μπορεί να είναι βιώσιμη χωρίς την υποστήριξή μιας στιβαρής διοικητικής μεταρρύθμισης. Αν χαθεί και τώρα η ευκαιρία να δημιουργηθούν σταθερές δομές και ικανές υπηρεσίες στο Δημόσιο και δεν ενισχυθεί η ελληνική δημόσια διοίκηση με τεχνική βοήθεια από το εσωτερικό και το εξωτερικό, θα μιλάμε και τυπικά για κρατική αποτυχία, που θα πλήξει και άλλο τις ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες. Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα η πρόταση που έχει κατατεθεί για τη δημιουργία ενός μηχανισμού υλοποίησης, παρακολούθησης και κοινωνικού ελέγχου των μεταρρυθμίσεων που περιέχονται στο 3ο Μνημόνιο, ώστε να μη μπορεί κανείς να κρυφτεί από τις ευθύνες του.
Σε αυτήν την προεκλογική περίοδο, οι δύο μονομάχοι της πρωτιάς συμφωνούν στη μεγάλη εικόνα, αλλά οι πραγματικές προθέσεις κρύβονται όταν καλούνται να γίνουν συγκεκριμένοι. Αυτοί που άδειασαν τα ταμεία, στέγνωσαν τον ιδιωτικό τομέα για να διασώσουν την πελατεία τους και “χαρίζουν” χρέη στους φίλους τους δεν έχουν ούτε το πολιτικό ούτε το ηθικό πλεονέκτημα να υπερασπιστούν μεταρρυθμίσεις. Αντίθετα, το Ποτάμι έχει και τους ανθρώπους και το σχέδιο να κινητοποιήσει μια πραγματική επανάσταση στο Δημόσιο, που δεν κοστίζει τίποτα, αλλά θα ωφελήσει την κοινωνία, την οικονομία και κυρίως, τις επόμενες γενιές. Ας του δώσουμε την ευκαιρία, ψηφίζοντας “πρώτη φορά στα σοβαρά”.
Ο Παναγιώτης Βλάχος είναι υπ. Βουλευτής Επικρατείας με το “Ποτάμι” και επικεφαλής της συνεργαζόμενης πολιτικής κίνησης “Μπροστά”