Δεν ξέρω αν τους πληρώνουν αυτούς που κάνουν τις καμπάνιες του ΣΥΡΙΖΑ, ή αν λειτουργούν με «υποσχετικές» εξουσίας… Αν πάντως συμβαίνει το πρώτο, το λιγότερο που δικαιούται να κάνει το, μέχρι προχθές, κυβερνητικό κόμμα, είναι να ζητήσει τα λεφτά του πίσω. Αν πάλι ισχύει το δεύτερο, μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι στην Κουμουνδούρου: έχουν ήδη πάρει την εκδίκησή τους από αυτούς που τους έκαναν την καμπάνια, καθώς, έτσι όπως την έκαναν, εξουσία δεν βλέπουν…
Η αναστροφή του κλίματος που είναι πλέον σαφής υπέρ της Ν.Δ. έχει σε μεγάλο βαθμό να κάνει με τον λόγο που αρθρώνουν τα κόμματα στις λίγες εβδομάδες των εκλογών, κάτι στο οποίο η σημασία της καμπάνιας είναι καθοριστική.
Η στρατηγική του Μεϊμαράκη είναι απλή και αποδείχθηκε από την πρώτη στιγμή εξαιρετικά αποτελεσματική: ο άνθρωπος κάνει κάτι που έχει να γίνει πάρα πολύ καιρό: απλώς, λέει την αλήθεια. Και, ίσως το κυριότερο, τη λέει χωρίς αγριάδες, χωρίς πολώσεις, χωρίς απειλές, χωρίς εκφοβισμούς – αυτό κι αν έχει να γίνει πολύ καιρό όταν η Ν.Δ. και το ΠαΣοΚ, δηλαδή το προηγούμενο σχήμα εξουσίας, είχαν βασιστεί κυρίως πάνω στην απειλή το πρώτο και στον υπερφίαλο εγωτισμό το δεύτερο.
Από την άλλη πλευρά, ο ΣΥΡΙΖΑ, το χει ρίξει στην κενολογία ανούσιων συνθημάτων τα οποία λογικά δεν πρέπει να πείθουν ούτε εκείνους που τα γράφουν. Από κοντά, πετάει που και που και καμιά αριστερόστροφη κορώνα, η οποία, αντί να βοηθήσει, μάλλον υποσκάπτει την προσπάθειά του. Γιατί; Επειδή απέναντι σε όλα αυτά, υπάρχει η πραγματικότητα, η οποία είναι πλέον αβάσταχτη όχι μόνον για το κόμμα αλλά και προσωπικά για τον αρχηγό του. Το κλίμα στο οποίο ανακοίνωσε ότι πάει τη χώρα σε εκλογές ουδεμία σχέση πλέον έχει με αυτό που υφίσταται σήμερα, με τάσεις να γίνει ακόμα πιο επιβαρυντικό για τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ακόμα χειρότερη όμως από την αμήχανη κενολογία, είναι η φαιδρή ψευδολογία: η λογική είμαστε το νέο και διώχνουμε το παλιό όχι μόνον δεν βοηθά αυτούς που τη σκεφτήκανε, αλλά, προδήλως, τους υπονομεύει, καθώς προκαλεί την κρίση των πολιτών που την ακούν.
Πριν από λίγους μήνες, ο ΣΥΡΙΖΑ υποσχόταν ότι θα σκίσει τα μνημόνια. Ο κόσμος του συγχώρησε ότι δεν τα έσκισε και ότι δεν έβαλε τους δανειστές να… χορεύουν πεντοζάλη, γιατί, πολύ απλά, δεν είχε πιστέψει τίποτα από όλα αυτά. Τι είχε ελπίσει; Αφενός ότι μπορούσε να επέλθει κάποια μικρή αλλαγή στα πράγματα και, αφετέρου, ίσως το κυριότερο, ότι μπορούσε να ανανεωθεί το πολιτικό δυναμικό της χώρας έπειτα από σαράντα χρόνια και μια χρεοκοπία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε και στο ένα και στο άλλο. Και όχι μόνον απέτυχε, αλλά, αντιθέτως, έκανε τα πράγματα ακόμα πιο δύσκολα: οικονομικά και δημοσιονομικά έπεσε… βόμβα, ενώ, πολιτικά, εκεί που φεύγανε οι παλιοί ως ηττημένοι της ιστορίας, τώρα ο κόσμος στρέφεται και πάλι στη Ν.Δ., έστω και μία διαφορετική Ν.Δ. από εκείνη των τελευταίων χρόνων. Κι αυτά, όλα, είναι έργο Τσίπρα. Κανενός άλλου…
Με ψεύδη, με αμηχανία και με συνθήματα της κακιάς ώρας, δεν κερδίζονται μάχες, ειδικά σε αυτή τη φοβερή εποχή. Χρειάζεται αληθινή αυτοκριτική, πειστική, συστηματική. Και αυτή λείπει εντελώς. Αυτό είναι που θα πληρώσει ο ΣΥΡΙΖΑ: ουσιαστικά, την ύβρη της εξουσίας, από την οποία κάθε άλλο παρά γλύτωσε και της οποίας το πιο βαθύ χαρακτηριστικό είναι ακριβώς η κενολογία και το ψέμα στο λαό.
Αλλά ακόμα κι αν κερδηθεί για τον ΣΥΡΙΖΑ η μάχη των εκλογών καθώς στην πολιτική τίποτα δεν είναι σίγουρο μέχρι την ώρα που θα κλείσουν οι κάλπες, δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι θα χαθεί ο πόλεμος της επόμενης μέρας. Κι αυτό είναι που μετράει πάνω απ’ όλα. Τίποτε άλλο.