Κι ενώ όλα τα βλέμματα είναι, όπως είναι φυσικό, καρφωμένα στις εκλογές έστω κι αν μέχρι στιγμής τουλάχιστον ουσιαστική δημόσια συζήτηση δεν έχει γίνει, ξαφνικά, πριν καν το αντιληφθούμε, ανακαλύπτουμε μια πραγματικότητα πιο πολύπλοκη και δυσχερέστερη ακόμα και από αυτή που συνταράζει διαρκώς επιδεινούμενη την Ελλάδα από το 2010.
Πρώτον, ως προς το κεντρικό ζήτημα της δικής μας κρίσης έχει πλέον καταστεί σαφές ότι ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ ούτε υπήρξε, ούτε υπάρχει, αλλά ούτε και αναμένεται: παρά τα όσα έχουν κατά καιρούς απειλήσει οι δανειστές δεν είναι αυτή η επιλογή τους – αντίθετα, ακόμα και αν στο Βερολίνο άρεσε η ιδέα, άλλες χώρες διαφωνούν, όπως η Γαλλία ή οι ΗΠΑ. Η επιλογή του αδιάσπαστου της ευρωζώνης έχει αποδειχθεί κυρίαρχη και όλα προσδιορίζονται από αυτήν: αυτό το «όλα» όμως σημαίνει και την πιθανότατη παγίωση της εσωτερικής ελληνικής χρεοκοπίας: αν δεν γίνουν βήματα μπροστά, η χώρα απλώς θα αφεθεί να λιώνει μέχρι που να μην πάει άλλο…
Δεύτερον, παρά το γεγονός ότι φαινομενικά οι εκλογές συνιστούν ένα ακόμα βήμα αστάθειας και σίγουρα φέρνουν περεταίρω βλάβη στην οικονομία, στην πραγματικότητα οι πολιτικές εξελίξεις συνηγορούν στην κατεύθυνση εκτόνωσης και σταθεροποίησης: ότι κι αν λένε τώρα, είναι προφανές ότι τα δύο κόμματα που αναμένεται να έρθουν πρώτα στις εκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ και η Ν.Δ., ασφαλώς και θα συνεργαστούν τελικά σε μία μετεκλογική κυβέρνηση για την εφαρμογή και την ολοκλήρωση του νέου μνημονίου, εν μέσω βέβαια ισχυρών πλην ανεπαρκών αντιδράσεων – άλλωστε πολλά έχουν ήδη γίνει σε αυτή την κατεύθυνση. Το ζήτημα δεν είναι εκεί. Το μείζον ζήτημα είναι αν και έτσι θα είναι σε θέση να επαναφέρουν τη χώρα σε μια τροχιά στοιχειώδους ομαλοποίησης και προοπτικής, κάτι που για πλήθος λόγους και σχετικούς με το μνημόνιο και σχετικούς με τις ελληνικές παθογένειες κάθε άλλο παρά αυτονόητο ή εύκολο φαντάζει ακόμα και σε τέτοια συγκυβέρνηση.
Τρίτον και, ενδεχομένως, σημαντικότερο πλέον όλων: ξαφνικά νέες μείζονες κρίσεις αναδύονται στον ορίζοντα και απειλούν την Ευρώπη και τον κόσμο. Από τη μία, οι νέοι τριγμοί από την οικονομία της Κίνας κάνουν τον πλανήτη ολόκληρο να τρέμει και τις διεθνείς αγορές να κινούνται άναρχα: δείξανε δείγματα αυτή την εβδομάδα, αλλά ποιος προεξοφλεί ότι θα μείνουν στα δείγματα; Από την άλλη, η τραγωδία με τους εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες του πολέμου που φτάνουν καθημερινά στον ευρωπαικό χώρο, αλλά και οι τζιχατζιστές που όλο και εξαπλώνονται. Και τα δύο μας αφορούν κάτι περισσότερο από άμεσα και σε πολλά επίπεδα και κάθε άλλο παρά απλά ζητήματα είναι, ειδικά για μια πτωχευμένη χώρα που βρίσκεται τόσο κοντά τους.
Ολα αυτά κάθε άλλο παρά μπορούν να αγνοηθούν από την Ευρώπη. Ετσι, μέσα σε ένα περιβάλλον που διαρκώς επιδεινώνεται, η συνολική επαναφορά της Ελλάδας στη σταθερότητα καθίσταται απόλυτα αναγκαία: όχι τόσο ως προς το ευρώ, όσο ως προς τα σύνορα της Ευρώπης προς την Ανατολή που, αργά ή γρήγορα, θα πρέπει να ενισχυθούν για να μην «πέσει» η χώρα προπύργιο της Ε.Ε.
Όπως λοιπόν έγινε και με τη χρεοκοπία του 1932 η οποία ταλάνισε τον τόπο μέχρι το ξέσπασμα του πολέμου το 1939, ίσως, έτσι και τώρα υπέρτερα κατά πολύ πιο επικίνδυνα ζητήματα ενδέχεται να θέσουν την κρίση σε δεύτερο πλάνο – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα είναι αναγκαστικά για καλό με τόσα που έτσι κι αλλιώς πρέπει να γίνουν, ειδικά δε όταν είναι και τέτοιες οι κρίσεις που πλησιάζουν.
Το συμπέρασμα είναι λοιπόν ένα: πρέπει να γίνει ότι είναι δυνατόν η χώρα αυτή να σταθεί το γρηγορότερο που μπορεί ξανά στα πόδια της καθώς οι απειλές που συνθέτουν τη νέα πραγματικότητα είναι πλέον εξαιρετικά μεγάλες.