Ολοι θυμούνται ότι πριν από λίγες εβδομάδες, σε ανύποπτο ουσιαστικά χρόνο, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Σόιμπλε είχε εκφραστεί πολύ θετικά για το ενδεχόμενο ελληνικού δημοψηφίσματος λέγοντας ότι, τελικά, είναι μία καλή ιδέα. Αυτό και μόνο το γεγονός θα έπρεπε να είχε στοιχειώσει κάθε τέτοια σκέψη στην ελληνική κυβέρνηση – αλλά δυστυχώς κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Και φυσικά για τον Σόιμπλε ένα ελληνικό δημοψήφισμα είναι μία καλή, πολύ καλή μάλιστα, ιδέα. Ας δούμε το γιατί:
Πρώτον επειδή θα ήταν εντελώς ακατάληπτο για την ευρωπαική κοινή γνώμη ένα ελληνικό δημοψήφισμα με περιεχόμενο άλλο παρά, ουσιαστικά, το «ευρώ ή δραχμή». Αυτό αρέσει πολύ στον υπουργό Σόιμπλε και αυτό έγινε – η ελληνική κυβέρνηση έσφαλε πιστεύοντας ότι θα μπορούσε να εκληφθεί ή να κατανοηθεί αλλιώς. Αρά, μονομιάς, σχηματίστηκε μια καταστρεπτική για εμάς συμμαχία της μορφής «ένας εναντίον όλων»…
Δεύτερον, επειδή, όταν διεξαχθεί, το δημοψήφισμα έχει δύο δυνατά αποτελέσματα: ένα «ναι» ή ένα «όχι».
Στο «όχι», έχει ήδη διαμορφωθεί, με τον πιο πάνω τρόπο, μία κατάσταση τραγικού ελληνικού εγκλωβισμού τόσο διεθνούς όσο και εσωτερικού. Μέσα καθώς γεννιούνται αμέσως οι προυποθέσεις ενός πολύ επικίνδυνου διχασμού και, έξω, επειδή του δώσαμε στο πιάτο εκείνο που επιθυμούσε αλλά δεν μπορούσε να το πάρει – ούτε και ήθελε κανείς στο Βερολίνο την ταύτιση της Γερμανίας με το εξωπέταγμα (σε όποια μορφή) της Ελλάδας. Το «όχι», τους τα κάνει όλα αυτά δώρο, με «μπόνους» ότι, ακριβώς επειδή γίνεται μια τεράστια κρίση κατά τρόπο ασύντακτο, η χώρα χάνει ασφαλώς και τα οφέλη που θα μπορούσε να αποκομίσει από μία συντεταγμένη έξοδο τόσο στο επίπεδο του χρέους όσο και στο επίπεδο της στήριξής της σε ένα ενδεχόμενο κοινής θέλησης, διαζύγιο.
Στο «ναι», ο Σόιμπλε – και δικαίως από την πλευρά του – μπορούσε πλέον να λέει ότι ο ελληνικός λαός έλυσε τα χέρια όλων των κυβερνήσεων για τα επόμενα…. πενήντα χρόνια. Δεν θα υπήρχε πλέον καμία δυνατότητα να εγερθεί κανένα θέμα σε κανένα επίπεδο αν η δραματική κατάληξη όλων αυτών που έχουν συμβεί ήταν να ψηφίσει ο ελληνικός λαός ότι θέλει τα μέτρα. Γιατί, τότε, το Βερολίνο, αλλά και κάθε άλλος, θα…. Ξεχνούσε το «ευρώ ή δραχμή», αυτό θα είχε λυθεί, και θα έλεγε ότι οι Ελληνες στήριξαν τα μέτρα… Ταυτόχρονα, όπως φάνηκε μετά από τις σχετικές δηλώσεις Τσίπρα, ένα «ναι» θα άνοιγε αμέσως το δρόμο για το σχηματισμό νέας κυβέρνησης στην Ελλάδα, προφανώς με τη διακομματική σύνθεση και την ατζέντα που το Βερολίνο και μαζί με αυτό και οι Βρυξέλλες επιθυμούν.
Όλα αυτά θα έπρεπε να τα είχε υπολογίσει πολύ καλύτερα η κυβέρνηση πριν προχωρήσει και πριν επιμείνει στη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος – με το ίδιο σκεπτικό άλλωστε, η παρούσα στήλη, όπως πάρα πολλοί άλλοι, είχε ταχθεί και εναντίον του δημοψηφίσματος Παπανδρέου.
Όμως, όλα αυτά, δεν είναι τίποτα μπροστά το κυριότερο, που είναι ο διχασμός: αυτός είναι το μείζον που πρέπει να αποφύγουμε. Πάση θυσία. Και το δημοψήφισμα, αναίτια και λανθασμένα, τον φέρνει πιο κοντά. Γι αυτό και μόνον, η κυβέρνηση πρέπει, έστω και στο «παρά ένα», να το ματαιώσει. Οφείλει να βρει και το κουράγιο και τον τρόπο γι αυτό…