Μπορεί όλα τα βλέμματα να ήταν μέχρι χθες στραμμένα στο Eurogroup, το οποίο, για πολλοστή φορά απογοήτευσε τους θιασώτες των δραματικών εξελίξεων, όμως η ουσία του πράγματος βρίσκεται εντελώς αλλού: στην πρόσφατη δήλωση του Γερμανού υπουργού Σόιμπλε, ο οποίος ούτε λίγο ούτε πολύ εμφάνισε εαυτόν ως πνευματικό πατέρα του ελληνικού δημοψηφίσματος.

Σε πολλούς ίσως να ακούγεται παράδοξο αυτό, καθώς την τελευταία φορά που ακούστηκε η λέξη δημοψήφισμα από επίσημα χείλη στην Ελλάδα είχαμε αλλαγή κυβέρνησης με την πτώση του Γιώργου Παπανδρέου, του ανθρώπου που έθεσε τη χώρα υπό διεθνή οικονομικό έλεγχο.

Εκτοτε, έγιναν πάρα πολλά και ουκ ολίγες κυβερνήσεις αναλώθηκαν στις μυλόπετρες της κρίσης. Τώρα όμως, σε αντίθεση με το τι συνέβαινε τότε, ξαφνικά το δημοψήφισμα καθαγιάζεται ουσιαστικά από το Βερολίνο που του δίνει το πράσινο φως. Γιατι; Είναι πάρα πολύ απλό: επειδή τότε η πιθανότητα να βγει αρνητικό το δημοψήφισμα, με ότι συνέπειες θα είχε κάτι τέτοιο ήταν ουσιώδης, ενώ, τώρα, είναι πρακτικά ανύπαρκτη.

Η συνεχής λοιπόν επίκληση του δημοψηφίσματος από ορισμένα κομβικά κυβερνητικά στελέχη, δεν είναι ούτε τυχαία, ούτε, κυρίως, βρίσκεται στην κατεύθυνση της σύγκρουσης την οποία από κεκτημένη ταχύτητα οι περισσότεροι φαντάζονται.

Αντίθετα, το δημοψήφισμα, αν διεξαχθεί, αυτό θα γίνει με τις ευλογίες των δανειστών. Και το αποτέλεσμά του είναι ήδη μετρημένο και διασφαλισμένο ότι θα είναι υπέρ της όποιας συμφωνίας προκύψει στις επόμενες εβδομάδες – άλλωστε, έτσι κι αλλιώς, οι κυβερνήσεις δεν χάνουν δημοψηφίσματα, εκτός κι αν το επιθυμούν, οπότε δεν τα προκηρύσσουν.

Το κυριότερο όμως είναι ότι το δημοψήφισμα δεν πρόκειται να χαθεί γιατί δεν υπάρχει καμία ουσιώδης πολιτική ή άλλη δύναμη που να βρίσκεται «απέναντι». Αντίθετα, περίπου όλοι, κυβέρνηση και μη, θα πέσουν με ορμή να στηρίξουν τη συμφωνία.

Το δημοψήφισμα συνεπώς, είναι ουσιαστικά ο από μηχανής θεός που θα δώσει στη νέα ελληνική τραγωδία την τελική της έκβαση: από την ώρα που θα μιλήσει απευθείας ο ελληνικός λαός, τέλος ο κρύος ιδρώτας στη Βουλή για το ποιος θα ψηφίσει τι, τέλος οι έννοιες μνημόνιο – αντιμνημόνιο, τέλος οι αμφισβητήσεις των όσων θα έχουν συμφωνηθεί, τέλος, τέλος, τέλος… Οριστικά.

Η κυβέρνηση θα κάνει μία συμφωνία, με τα καλά και τα κακά της. Ακριβώς επειδή θα υπάρχουν τα δεύτερα και θα ξέρει ότι δεν μπορεί να επιβιώσει δια μακρόν με αυτά, με το δημοψήφισμα θα πετύχει να δώσει μία αδιαμφισβήτητη, προς πάσα κατεύθυνση, εντολή για την υπογραφή και τήρηση αυτής της συμφωνίας.

Το γεγονός αυτό όχι μόνον θα βουλώσει όλα τα στόματα σε εσωτερικό πολιτικό επίπεδο καθιστώντας οριστικά άνευ περιεχομένου την όποια αντιπολίτευση σε αυτή τη συμφωνία, αλλά και θα επιτρέψει στους δανειστές να εξάρουν τα επίπεδα δημοκρατίας της ευρωζώνης και την αποφασιστικότητα του ελληνικού λαού να πάρει επάνω του μεγάλες θυσίες για το καλό του ιδίου, του ευρώ και της Ευρώπης στο σύνολό της. Και, ασφαλώς, από εκεί και πέρα, τα πράγματα θα είναι πολύ διαφορετικά σε σχέση με ότι ήταν μέχρι εκείνη τη στιγμή.

Στην ουσία, από το δημοψήφισμα και μετά μία νέα εποχή θα ξεκινήσει όχι μόνον για την κατάσταση στην Ελλάδα, αλλά και για άλλες χώρες όπως η Ισπανία που βρίσκεται μπροστά στο ενδεχόμενο οι (πεσμένοι σήμερα) Ποντέμος, να αναδειχθούν σε πρώτη δύναμη το ερχόμενο Φθινόπωρο – το ίδιο δεν ισχύει πάντως για τη Μεγάλη Βρετανία: αν οι Αγγλοι τελικά ψηφίσουν για το αν μένουν ή όχι στην Ε.Ε. όπως ανήγγειλε ότι θα συμβεί ο Ντέιβιτ Κάμερον αμέσως μετά τη μεγάλη νίκη του, τα κριτήρια του εκεί εκλογικού σώματος δεν θα επηρεαστούν, φυσικά, από τις εδώ εξελίξεις.

Ουδείς θέλει κρίση: ούτε στην κυβέρνηση, ούτε στο Βερολίνο, ούτε στις Βρυξέλλες, ούτε στην Ουάσιγκτον ή ακόμα και στο Πεκίνο.

Είναι συνεπώς σαφές ότι εκεί οδηγούνται πλέον τα πράγματα, όσο κι αν αυτό πικράνει την προηγούμενη ελληνική κυβέρνηση, η οποία μόλις τώρα αρχίζει να αντιλαμβάνεται το τι πραγματικά έχει συμβεί τους τελευταίους μήνες στην Ελλάδα…