Ο Υπουργός Παιδείας κ. Μπαλτάς με τις προτεινόμενες αλλαγές – σε ότι αφορά τουλάχιστον τα πανεπιστήμια- μας πείθει ότι ζει τη δικιά του φαντασιακή πραγματικότητα.
Και μας θυμίζει αυτό που αναφέρει ο Χέγκελ στον πρόλογο της «Φιλοσοφίας του Δικαίου». Δηλαδή ότι η ερμηνεία μιας εποχής που αλλάζει γίνεται πάντοτε καθυστερημένα από τους ανθρώπους ( και η γλαύκα της Αθήνας που πετάει μόνο το σούρουπο συνιστά κατά τον Χέγκελ το σύμβολο μιας τέτοιας διεργασίας).
Έτσι ο Υπουργός Παιδείας μάλλον δεν μπορεί να κατανοήσει ότι οι ιστορικές συνθήκες άλλαξαν ριζικά και δυστυχώς – ζώντας ο ίδιος σε μια άλλη εποχή- μας προτείνει να επιστρέψουμε ολέθρια στον ν. 1268/1982 ο οποίος είχε ψηφιστεί επί Ανδρέα Παπανδρέου ( ως αντίδοτο στον αυταρχισμό της παλιάς « καθηγητικής έδρας»).
Ο νόμος αυτός – όπως όλοι γνωρίζουν- είχε ολοκληρώσει την ιστορική του δυναμική αρκετά νωρίς και από ένα σημείο και ύστερα παρήγαγε μόνο θεσμική διαφθορά ( επειδή είχε κομματικοποιήσει στο έπακρο τα εκπαιδευτικά ιδρύματα τα οποία θεωρούνταν βδελυρά ως πεδίο εκκόλαψης στελεχών για τα διάφορα κόμματα ).
Ας μη λησμονούμε άλλωστε ότι ακόμη και πρωθυπουργοί έβγαζαν «φθηνούς» κομματικούς λόγους κατά τη διάρκεια των φοιτητικών εκλογών !
Και αντί να ξεπεράσουμε αυτό το απωθητικό μοντέλο του πανεπιστημίου ο Υπουργός Παιδείας – καταργώντας ακόμη και τις πιο θετικές διατάξεις του ν. 4009/2011 που είχε ψηφιστεί από μια ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία- μας προτείνει μια ακατανόητη επιστροφή στο παρελθόν!
Και θα αναφέρω ενδεικτικά δύο αλλαγές που προτείνονται ( ως υποδηλωτικές μιας τέτοιας οπισθοδρομικής φιλοσοφίας):
1. «Το άσυλο». Στο άρθρο 12 του επίμαχου σχεδίου νόμου επαναφέρεται ο νομοθετικός ορισμός της έννοιας του «πανεπιστημιακού ασύλου». Και αναρωτιέται κανείς εύλογα το εξής : Ποια είναι η ιστορική αναγκαιότητα το 2015 να υπάρχει ένας τέτοιος νομοθετικός ορισμός , ο οποίος να μας λέει ότι η παραπάνω έννοια στοχεύει στην προστασία της διακίνησης των ιδεών;
Και μάλιστα από τη στιγμή κατά την οποία το κρίσιμο μέγεθος επί πέντε δεκαετίες ήταν κάτι άλλο. Δηλαδή η διαστροφική μετατροπή της έννοιας του ασύλου σε μια «κοινότητα» όπου κατέφευγαν οι ποικιλόμορφοι αυτουργοί διαφόρων εγκληματικών πράξεων ή όπου διακινούνταν ναρκωτικές ουσίες.
Και όταν επιπρόσθετα είχε εκκολαφθεί και μια «κουλτούρα αποχής» από την αστυνομία ή τις εισαγγελικές αρχές , οι οποίες ήσαν απρόθυμες να παρεμβαίνουν ακόμη και όταν διαπράττονταν κακουργηματικές αξιόποινες πράξεις.
Υπό αυτές τις συνθήκες φοβάμαι ότι με τη νομοθετική κατοχύρωση του ασύλου τα πράγματα θα χειροτερεύσουν και οι μηδενιστικές αντεξουσιαστικές και αναρχικές ομάδες θα αποθρασυνθούν ακόμη περισσότερο ( σε ότι αφορά την κατάληψη των πανεπιστημιακών χώρων).
2. «Η εκλογή Πρυτάνεων με τη συμμετοχή των φοιτητών». Στο άρθρο του 3 του σχεδίου νόμου ορίζεται ότι οι πρυτάνεις θα εκλέγονται και με τη συμμετοχή των φοιτητών. Ποια είναι άραγε η θεσμική αναγκαιότητα για μια τέτοια ρύθμιση ( εφόσον οι πρυτάνεις τα τελευταία τρία χρόνια εκλέγονται μόνο από τους καθηγητές, όπως γίνεται στις περισσότερες χώρες του κόσμου);
Και μάλιστα από τη στιγμή που η απεχθής μεταπολιτευτική εμπειρία αποκαλύπτει διάφανα ότι η συμμετοχή των φοιτητών στην εκλογή των πρυτανικών αρχών είχε οδηγήσει στην ανάδειξη «κομματικά εξαρτημένων πρυτάνεων».
Και στη μετατροπή των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων σε πεδίο εκκόλαψης κομματικών παθών και κάλυψης των κτιρίων τους με «γκράφιτι» , δηλαδή μεγέθη το οποία είναι εντελώς ασύμβατα από αυτά που απαιτούνται για την καλλιέργεια της γνώσης και για την επώαση δασκάλων που θα αφυπνίζουν τους φοιτητές τους με την libido sciendi , δηλαδή τη λαχτάρα της γνώσης («George Steiner, Τα μαθήματα των δασκάλων») .
Το συμπέρασμα; Γενικότερα το συζητούμενο σχέδιο νόμου χαρακτηρίζεται από μια τέτοια «φιλοσοφία αριστερής οπισθοδρόμησης» , η οποία μάλιστα πλασάρεται με τον μανδύα της επαναφοράς της δημοκρατίας ( και οδηγεί επίσης και στην κατάργηση της δημοκρατικότατης ηλεκτρονικής ψηφοφορίας, άρθρο 4) .
Και είναι αναγκαίο να γίνει ένας ολοκληρωμένος δημόσιος διάλογος για όλα αυτά τα ακανθώδη ζητήματα!
Για να μη ξαναγυρίσουν τα πανεπιστήμια μας στην «εποχή των παγετώνων»!
* Ο Γρηγόρης Καλφέλης είναι καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ