Αν οι προχθεσινές δηλώσεις του πρωθυπουργού στη Βουλή σχετικά με την υπόθεση των ελληνικών διεκδικήσεων από τη Γερμανία δείχνουν το δρόμο στον οποίο θα κινηθεί τελικά η Ελλάδα, αυτό σημαίνει ουσιαστικά ότι η χώρα εισέρχεται πλέον σε ένα είδος άτυπου «πολέμου» με τη Γερμανία. Και επιτέλους! Οσο κι αν είναι δύσκολο, άλλη οδός δεν υπάρχει. Πολύ καλά κάνει.

Μια τέτοια εξέλιξη, μεσοπρόθεσμα, θα θέσει σε δεύτερη μοίρα ακόμα και τις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές, καθώς η Γερμανία θα περάσει πλέον από τη φάση της επιβολής μιας σκληρής πολιτικής στη φάση της συστηματικής προσπάθειας εξόντωσης της Ελλάδας – κι αυτό θα είναι κάτι πολύ διαφορετικό από ότι μέχρι σήμερα γνωρίζουμε. Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα αξιοποιήσει όλα τα μέσα που διαθέτει και μπορεί προς αυτή την κατεύθυνση.

Ο λόγος γι αυτό είναι ότι το διεθνές πλήγμα που απειλεί να καταφέρει η Ελλάδα στη Γερμανία κάνοντας θέμα τις γερμανικές οφειλές, μπορεί να αποδειχθεί ηθικά, οικονομικά και πολιτικά τεράστιο. Για το Βερολίνο αυτό είναι ένα ζήτημα κορυφαίας προτεραιότητας, ειδικά από την ώρα που βρίσκεται στην πλήρη ισχύ της προσπάθειάς του να ηγεμονεύσει στην Ευρώπη. Το τελευταίο πράγμα που μπορεί να αντέξουν σήμερα στη Γερμανία, είναι μια τέτοια ηθική σύγκρουση. Θα τους δημιουργήσει τεράστια, ανυπολόγιστα προβλήματα.

Παρά όλα τα παραπάνω όμως, η κυβέρνηση ορθώς αποφασίζει να προχωρήσει και να χτυπήσει τους Γερμανούς εκεί που τους πονάει. Η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια να αφήνει τα πιο σημαντικά της όπλα εκτός μάχης: οφείλει να τα ρίξει σε αυτήν, αλλά οφείλει να το κάνει με τον πιο οργανωμένο και αποτελεσματικό τρόπο.

Αν θέλει να φέρει αποτελέσματα στο ζήτημα των διεκδικήσεων, η κυβέρνηση πρέπει πρώτα απ΄ όλα να προσλάβει ένα μεγάλο, διεθνές δικηγορικό γραφείο, κατά προτίμηση αμερικανικό ή βρετανικό, για την υπόθεση του αναγκαστικού δανείου και των πολεμικών αποζημιώσεων.

Το γραφείο αυτό θα λάβει την εντολή να προχωρήσει στις απαραίτητες διεθνείς ενέργειες, τόσο νομικές όσο και επικοινωνιακές, οι οποίες θα εξασφαλίσουν ότι θα ασκηθεί η μέγιστη δυνατή πίεση στη Γερμανία επί του θέματος. Με άλλα λόγια εκτός από τις καθαρά νομικές διεθνείς ενέργειες, πρέπει να γίνουν κι εκείνες που αφορούν την πληροφόρηση, την επικοινωνία, το λόμπινγκ σε διάφορες χώρες. Πρέπει να γίνει μια διεθνής κινητοποίηση που το Βερολίνο να φοβάται ότι θα τη συναντά διεθνώς και διαρκώς μπροστά του. Αυτή είναι φυσικά μια ακριβή υπόθεση, αν θέλουμε να την κάνουμε σωστά, με παρέμβαση στα διεθνή μέσα και με συστηματικό τρόπο που θα δημιουργήσει πρόβλημα. Υπάρχει λύση: μπορεί να γίνει με ένα πολύ υψηλό success fee σε αυτούς που θα την αναλάβουν.

Και πρέπει εδώ να είναι ξεκάθαρος ο πραγματικός στόχος: αυτός δεν είναι η όποια δικαστική ή εξώδικη διαδικασία: ο πραγματικός στόχος είναι να αναγκαστεί το Βερολίνο να υποχωρήσει στην πορεία καταστροφής που έχει επιβάλλει στην Ελλάδα, την αιχμή του δόρατος της νέας γερμανικής ηγεμονίας στην Ευρώπη.

Ταυτόχρονα, πρέπει να δείξουμε το τι έχει κερδίσει η Γερμανία από την κρίση των πέντε τελευταίων ετών. Σε αυτό, έχουμε «συμμάχους» σημαντικά γερμανικά ινστιτούτα και επιστημονικές μελέτες που πρώτα απ’ όλους έδειξαν πόσα δις ευρώ έχουν μπει στα ομοσπονδιακά γερμανικά κρατικά ταμεία από τη διαχείριση της ελληνικής κρίσης. Πρέπει ακόμα να δείξουμε στον κόσμο ότι το Βερολίνο προσφέρει ασυλία στους μεγαλύτερους σύγχρονους διεθνείς απατεώνες που προκαλούν διαφθορά δισεκατομμυρίων σε τρίτες χώρες: να τα πούμε όλα αυτά διεθνώς με όνομα και διεύθυνση.

Ένα ακόμα κρίσιμο βήμα, όσο η διαπραγμάτευση θα βρίσκεται σε εξέλιξη, είναι ότι η Ελλάδα πρέπει να απευθυνθεί συστηματικά και απευθείας στη διεθνή κοινή γνώμη εξηγώντας την πραγματικότητα σε όλα τα επίπεδα. Αυτό γίνεται με δύο τρόπους: πρώτον, με ανάλυση της κατάστασης και, δεύτερον, ακόμα πιο σημαντικό, με εμπορική καμπάνια στα μέσα ενημέρωσης στη λογική «Η αλήθεια για την Ελλάδα». Υπάρχουν Ελληνες του εξωτερικού που θα δεχθούν να βοηθήσουν και να προετοιμαστεί και να χρηματοδοτηθεί μία τέτοια διεθνής καμπάνια, η οποία θα μιλά απευθείας στους λαούς, που, πολύ συχνά δεν έχουν ιδέα για τα πραγματικά δεδομένα.

Τέλος, την ίδια στιγμή, μην ξεχνάμε ότι το ΔΝΤ ήθελε να διοργανώσει συνέδριο στην Ουάσιγκτον για αυτό το χρέος, αλλά το Βερολίνο δεν το επέτρεψε. Το συνέδριο πρέπει να γίνει και να γίνει στην Αθήνα. Πιθανότατα οι ευρωπαίοι δανειστές δεν θα το αναγνωρίσουν και δεν θα θελήσουν να έρθουν, αλλά δεν πειράζει. Εμείς πρέπει να κάνουμε ότι μπορούμε για να το οργανώσουμε και να κληθούν σε αυτό οι πάντες: οργανισμοί, προσωπικότητες, όλοι οι μεγάλοι διεθνείς οικονομολόγοι που ασχολούνται συστηματικά με το ελληνικό ζήτημα όπως ο Κρούγκμαν, ιστορικοί της οικονομίας, πανεπιστημιακοί φορείς, ο διεθνής Τύπος, οργανώσεις αλλά και χώρες που θα είχαν ενδιαφέρον να ήταν παρούσες.

Μέσα από την επιτυχία αυτού του συνεδρίου θα βγει η μέγιστη δυνατή πίεση για διεθνή διάσκεψη για το χρέος και τη διαπραγμάτευση που μπορεί και πρέπει να ακολουθήσει.

Αν κινηθούμε σωστά, συντονισμένα, σχεδιασμένα, με αντοχές, επιμονή και επιμονή και, κυρίως, με διεθνή κι όχι τοπική λογική, τότε, μπορούμε να πετύχουμε πάρα πολλά, σε μία σύγκρουση με την πανίσχυρη Γερμανία, την οποία, όμως δεν επιλέξαμε εμείς, αλλά εκείνοι μας την επέβαλλαν…