Η μάχη της Αθήνας αφορούσε το μέλλον, δηλαδή το μεταπολεμικό καθεστώς στην Ελλάδα, αλλά ερχόταν από το παρελθόν. Η σκληρότητα των συγκρούσεων και η βία των Δεκεμβριανών μοιάζουν ανεξήγητες αν δεν συνδεθούν με όσα είχαν συμβεί στην πρωτεύουσα το τελευταίο διάστημα της Κατοχής. Από την άνοιξη του 1944 ως και λίγες ημέρες πριν από την αποχώρηση των Γερμανών η Αθήνα είχε μετατραπεί σε πραγματικό πεδίο μάχης.

Οι «κόκκινες» συνοικίες της πρωτεύουσας, όπως η Καισαριανή, ο Βύρωνας, η Καλλιθέα, η Κοκκινιά, είχαν μπει επανειλημμένα στο στόχαστρο των γερμανικών δυνάμεων και των Ταγμάτων Ασφαλείας, με μπλόκα, εκτελέσεις και συλλήψεις, οι οποίες προκάλεσαν εκατοντάδες θύματα στις τάξεις του ΕΑΜ.

Το μίσος που είχαν προκαλέσει η αιματηρή δράση των Ταγμάτων Ασφαλείας, αλλά και η επανεμφάνισή τους στα Τάγματα Εθνοφυλακής, στο πλευρό της κυβέρνησης αυτή τη φορά, κατά τα Δεκεμβριανά μπορεί, τουλάχιστον μέχρι ενός βαθμού, να εξηγήσει την αγριότητα της σύγκρουσης και τη βία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ.

Στη διάρκεια των Δεκεμβριανών, όταν η σύγκρουση είχε κορυφωθεί, η Εθνική Πολιτοφυλακή, που διαδέχτηκε την Οργάνωση Περιφρούρησης Λαϊκού Αγώνα (ΟΠΛΑ), ανέλαβε να αποδώσει μια ιδιότυπη «επαναστατική» δικαιοσύνη με στόχο την εκκαθάριση των αντιπάλων στις συνοικίες που ήλεγχε ο ΕΛΑΣ. Πραγματικοί ή υποτιθέμενοι συνεργάτες των Γερμανών, αστοί, αξιωματικοί, «αντιδραστικοί», «ύποπτοι», τροτσκιστές συνελήφθησαν, υποβλήθηκαν σε πολύωρες ανακρίσεις, πέρασαν από «λαϊκά δικαστήρια» με συνοπτικές διαδικασίες και στη συνέχεια εκτελέστηκαν.

Σε κάποιες περιπτώσεις οι εκτελέσεις ήταν μαζικές (όπως π.χ. στο Περιστέρι, στο Γαλάτσι και στην Κυψέλη) και τα θύματα θάφτηκαν πρόχειρα σε ομαδικούς τάφους. Πέρα από την (αρνητική) μυθολογία που περιβάλλει την ΟΠΛΑ, τις «υπερβασίες» που κατήγγειλε αργότερα το Κομμουνιστικό Κόμμα και τη διόγκωση του αριθμού των θυμάτων της, με τη συναφή μεταπολεμική προπαγάνδα, οι εκτελέσεις έδειχναν την πολιτική εργαλειοποίηση της βίας στη διάρκεια μιας σκληρής εμφύλιας σύγκρουσης.

Τα Δεκεμβριανά ήταν η πιο αιματηρή σύγκρουση στην Ελλάδα κατά τη δεκαετία του 1940. Οι νεκροί των συγκρούσεων στην Αθήνα, που κράτησαν τριάντα τρεις ημέρες, υπερβαίνουν κατά πολύ τον αριθμό των θυμάτων τόσο των κατοχικών εμφύλιων συγκρούσεων όσο και των μεγάλων μαχών του Εμφυλίου, που επρόκειτο να ακολουθήσει. Αν και είναι δύσκολο να υπολογιστεί ο ακριβής αριθμός, περίπου 1.500 νεκρούς είχε ο ΕΛΑΣ, 700-800 οι κυβερνητικές δυνάμεις και 250 οι Βρετανοί. Το βαρύτερο τίμημα πλήρωσε ο άμαχος πληθυσμός, καθώς οι νεκροί ίσως να έφτασαν και τους 3.000, ανάμεσά τους εκατοντάδες ήταν τα θύματα των βρετανικών βομβαρδισμών.

Επιπλέον, 12.000 αριστεροί συνελήφθησαν από τους Βρετανούς, εκ των οποίων οι 8.000 μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδα στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, όπου κρατήθηκαν κάτω από άθλιες συνθήκες για αρκετούς μήνες. Από την άλλη πλευρά ο ΕΛΑΣ συνέλαβε περίπου 15.000 άτομα στη διάρκεια των Δεκεμβριανών, οι περισσότεροι από τους οποίους μετά τη λήξη των μαχών μετατράπηκαν σε ομήρους και οδηγήθηκαν σε στρατόπεδα μακριά από την Αθήνα.

Οι όμηροι του ΕΛΑΣ πέρασαν μια αφάνταστα σκληρή δοκιμασία, καθώς υποχρεώθηκαν σε πολύωρες, εξαντλητικές πορείες μέσα από ορεινούς, χιονισμένους δρόμους, χωρίς τα κατάλληλα ρούχα και υποδήματα, και με ελάχιστο φαγητό καθώς ο ΕΛΑΣ δεν διέθετε επαρκή τρόφιμα για να τους σιτίσει. Οι όμηροι του ΕΛΑΣ αφέθηκαν ελεύθεροι αμέσως μετά την κατάπαυση του πυρός στις 15 Ιανουαρίου 1945, αλλά δεν συνέβη το ίδιο και με τους συλληφθέντες από τους Βρετανούς και τις κυβερνητικές δυνάμεις καθώς διερευνούνταν κατηγορίες εναντίον τους για εγκλήματα κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών και οι φυλακές άρχισαν να γεμίζουν με αριστερούς πολιτικούς κρατουμένους.

Η βία δεν είναι ο μοναδικός λόγος για τον οποίο τα Δεκεμβριανά αποτελούν καμπή στη δεκαετία του 1940. Είναι η μοναδική περίπτωση στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στην οποία συμμαχικά στρατεύματα πολέμησαν κατά της Αντίστασης, έχοντας μάλιστα στο πλευρό τους και πρώην ένοπλους συνεργάτες του Αξονα. Γενικότερα, η άμεση συμμετοχή τόσο πολλών βρετανικών στρατευμάτων στην ενδοελληνική σύγκρουση του Δεκεμβρίου του 1944 αποτελεί μοναδική περίπτωση στρατιωτικής επέμβασης ξένης δύναμης στην ελληνική ιστορία.

Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση, καθώς στηριζόταν στρατιωτικά σε μια ξένη δύναμη για να διατηρήσει την εξουσία της απέναντι στον εσωτερικό αντίπαλο, είχε αποδεχτεί τον περιορισμό της παραδοσιακά νοούμενης εθνικής κυριαρχίας.

Από αυτή την άποψη, τα Δεκεμβριανά προεικόνιζαν τη συνθήκη περιορισμένης κυριαρχίας που θα επικρατήσει τα επόμενα χρόνια, δηλαδή την εξάρτηση του ελληνικού αστικού κόσμου από τις ξένες δυνάμεις και την αποφασιστικότητα των ξένων δυνάμεων να επέμβουν στην Ελλάδα για να διατηρήσουν το καθεστώς απέναντι στην πρόκληση της Αριστεράς. Τέλος, τα Δεκεμβριανά ως επαναστατική «στιγμή» θα στοιχειώσουν το φαντασιακό του αστικού κόσμου.

Η Ελλάδα ήταν μια χώρα χωρίς παρελθόν κοινωνικών επαναστάσεων και ο κίνδυνος του κομμουνισμού προπολεμικά ήταν τεχνητά διογκωμένος. Τα Δεκεμβριανά θα φέρουν αντιμέτωπο τον αστικό κόσμο με την απειλή της επανάστασης. Τους επόμενους μήνες οι αναφορές στα Δεκεμβριανά θα είναι συνεχείς· θα υπενθυμίζουν ότι η απειλή είναι υπαρκτή, άμεση και διαρκής και ο αντίπαλος θα πρέπει να συντριβεί, για να μην επαναληφθούν.



Ο κ. Πολυμέρης Βόγλης είναι αναπληρωτής καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ