Την ώρα που ο Πολ Κρούγκμαν κατηγορεί εκ νέου το Βερολίνο ως αποκλειστικά υπεύθυνο για την καταστροφή που ζει η Ευρωζώνη και που στο Παρίσι διαδηλώνουν χιλιάδες μικρομεσαίοι επιχειρηματίες που βλέπουν τη γη να χάνεται σταδιακά κάτω από τα πόδια τους, η Ελλάδα ζει και πάλι την απόλυτη συμπίεση – η γερμανική μηχανή δεν μετακινείται, όπως αναμενόταν, ούτε χιλιοστό κι ας ωθεί τα πράγματα στην καταστροφή.
Όμως, δυστυχώς, δεν το κάνει μόνη της, αλλά έχοντας εκβιάσει μέχρι τελικής πτώσεως και το ελληνικό πολιτικό σύστημα – δηλαδή, επί της ουσίας, τα δύο κεντρικά ως τώρα κόμματα. Πολιτικό σύστημα, πλέον διπλά υπεύθυνο, όπως και ένα μεγάλο μέρος του προσωπικού του: και για την έλευση της τραγωδίας και για τη διαχείρισή της.
Εμείς όμως προφανώς έχουμε ζαλιστεί τόσο πολύ από την κρίση, ώστε να αδυνατούμε πλέον να αντιληφθούμε τα απολύτως αυτονόητα: το κυριότερο είναι ότι στη δημοκρατία είναι αδιανόητη η απουσία εναλλαγής στην εξουσία και η παραμονή σε αυτήν των ίδιων και των ίδιων ανθρώπων επί απλώς όχι χρόνια, αλλά επί πολλές δεκαετίες. Και μάλιστα με τέτοιες συνέπιες.
Ας δούμε όμως πρώτα τα αδιαμφισβήτητα δεδομένα, χωρίς, προς στιγμή, αξιολογήσεις:
Από το 1974 μέχρι το 2010 η Ελλάδα είχε, με ένα σύντομο διάλυμα, κυβερνηθεί αποκλειστικά από τα δύο πάλαι ποτέ «μεγάλα κόμματα» της μεταπολίτευσης, τη Ν.Δ. και το ΠαΣοΚ. Ειχαν και τις καλές στιγμές τους. Δυστυχώς, οι κακές τελικά νίκησαν κατά κράτος.
Στα 35 αυτά χρόνια έγιναν πάρα πολλά, με κορυφαίο θετικό την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ το 1979 και κορυφαίο αρνητικό την επιβολή διεθνούς οικονομικού ελέγχου, η οποία εγκαινίασε και τη νέα επαχθή περίοδο που σήμερα ζούμε. Το πρώτο έγινε από τη ΝΔ, ενώ το δεύτερο έγινε επί ΠαΣοΚ – χωρίς να σημαίνει αυτό ότι οι ευθύνες είναι αποκλειστικά και μόνον δικές του.
Από τότε μέχρι τώρα, έχουν περάσει άλλα πέντε χρόνια, κατά τα οποία το παλαιό πολιτικό σύστημα επιχειρεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να «σώσει» τη χώρα, αλλά, εκείνο που με σιγουριά καταφέρνει δεν είναι αυτό, αλλά κάτι άλλο: ουσιαστικά ενώθηκε απειλώντας, για να διασώσει τον εαυτό του. Αυτό γίνεται και όλα τα άλλα είναι περικοκλάδες.
Ετσι όμως παρουσιάζεται το οξύμωρο, σχεδόν ιλαροτραγικό σχήμα, αυτό το σύστημα να ονοματίζει εαυτό σωτήριο, την ώρα που είναι εκείνο το οποίο αντικειμενικά και αποκλειστικά ευθύνεται για την καταστροφή του τόπου. Τώρα το πώς γίνεται αυτό, δεν έχει επαρκώς εξηγηθεί.
Η ουσία όμως είναι ότι μέσα από την κρίση και την καταστροφή που έχει επιφέρει, τελικά, το κομματικό / πολιτικό σύστημα βρήκε και πάλι την οδό της επιβίωσης και της συνέχισης της επιβολής του στα πράγματα της χώρας.
Πρόσωπα και περιβάλλοντα με ξεκάθαρες μεγάλες αμαρτίες του παρελθόντος, πλήθος πολιτικές οικογένειες που δεν τις κουνάει τίποτα, αλλά και μαζί διάφοροι κύκλοι επιχειρηματιών, συνθέτουν το ακλόνητο μωσαϊκό πάνω στο οποίο γλίστρησε και έπεσε τελικά η χώρα. Και όλα αυτά, είναι μπετόν αρμέ.
Ε, αν δεν τιναχθούν, η Ελλάδα άσπρη μέρα, δεν πρόκειται να δει ποτέ, τουλάχιστον στη διάρκεια της δικής μας ζωής. Το μεγάλο ζητούμενο των επερχόμενων εκλογών λοιπόν, δεν είναι μόνον ή, ούτε καν, κυρίως, το ποιοι θα έρθουν στα πράγματα. Αυτό είναι το λιγότερο.
Το ύψιστης σημασίας ζήτημα είναι το ποιοι θα φύγουν. Το ένοχο πολιτικό σύστημα πρέπει επιτέλους να αφυπηρετήσει, να αποχωρήσει. Οφείλει, όσο κι αν δεν του περνά από το μυαλό να φύγει – ούτως ή άλλως, απέτυχε παταγωδώς στη λεγόμενη «διάσωση». Από αυτό ξεκινούν όλα και σε αυτό καταλήγουν – όπως κατέληξαν…
Η Ελλάδα πρέπει να γυρίσει κάποτε σελίδα, όχι τόσο ιδεολογικά ή πολιτικά, αλλά λόγω της συσχέτισης του παλιού πολιτικού κόσμου με την καταστροφή και την αποτυχία του να τη διαχειριστεί. Αυτή είναι η βάση για ότι άλλο. Αλλά με τα ίδια πρόσωπα και τα ίδια σχήματα, πολύ απλά, δεν γίνεται.
Αν δεν συμβεί αυτό…