Προχθές, ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Σόιμπλε δήλωσε για πολλοστή φορά ότι δεν πρόκειται να αλλάξει η πολιτική του Βερολίνου παρά τα όσα συμβαίνουν, ενώ αναγνώρισε μάλιστα ότι… δικαίως οι πάντες φωνάζουν πια εναντίον της Γερμανίας. Είπε όμως ότι αυτή δεν έχει πρόβλημα, αρά η πολιτική δεν μεταβάλλεται!
Ταυτόχρονα, ακόμα και μεγάλα γερμανικά μέσα επαναφέρουν ξαφνικά το ζήτημα του αν θα αντέξει η ευρωζώνη, αν θα βγουν χώρες ή όχι, αλλά και αν η Γερμανία έχει συνειδητοποιήσει ότι οδηγεί την Ευρώπη στον γκρεμό…
Οι γερμανοί δεν θα κάνουν πίσω. Και όποιος το ονειρεύεται αυτό, όπως δυστυχώς συνέβη με την παρούσα κυβέρνηση, πλανάται επικίνδυνα.
Αντίθετα, θα πάνε μέχρι τέλους. Και όποιος αντέξει. Τα υπόλοιπα, είναι όλα δοξασίες. Αν δεν το συνειδητοποιήσουμε αμέσως, είναι αδύνατον να προετοιμαστούμε γι αυτά που έρχονται. Γιατί έρχονται – είναι πλέον απλώς ζήτημα χρόνου…
Όλα αυτά τα χρόνια της κρίσης, οι αυταπάτες του ελληνικού πολιτικού και του ευρύτερου δημόσιου συστήματος διαδέχονται η μία την άλλη με καταστρεπτικά αποτελέσματα για την Ελλάδα. Και, δυστυχώς, παρά τα όσα έχουμε ζήσει και τα όσα θα έπρεπε, επιτέλους, να είχαμε διδαχθεί, επιμένουμε ακόμα να κοροϊδεύουμε πεισματικά τους εαυτούς μας.
Τα χρόνια ήρθαν και έφυγαν με διάφορα παραμύθια να κυριαρχούν στη δημόσια συζήτηση σχετικά με την πορεία της χώρας αλλά και της Ευρώπης. Ας θυμηθούμε μερικά, απλώς ενδεικτικά της διαρκούς ολίσθησης:
Ποιος θυμάται σήμερα την πάλαι ποτέ κυρίαρχη δοξασία ότι την ώρα που θα σχηματιζόταν η κυβέρνηση του μεγάλου συνασπισμού στη Γερμανία, θα άλλαζε και η πολιτική του Βερολίνου; Αυτό δεν φώναζαν οι πάντες; Εγινε; Όχι βέβαια. Ηταν δεδομένο ότι δεν θα γινόταν, καθώς η Γερμανία ασκεί μία αμιγώς εθνική πολιτική την οποία ονομάζει δήθεν «ευρωπαϊκή» – ουσιαστικά είναι απόλυτα εθνικιστική αφού για να ενισχύσει τη θέση της χώρας βλάπτει δραματικά και συστηματικά τη θέση των εταίρων της.
Ποιος θυμάται το γεγονός ότι μέχρι και τα μέσα του 2011 ουδείς μιλούσε για το ρόλο της Γερμανίας και για το που αυτή οδηγεί την Ευρώπη – δεν είχε ακόμα συνειδητοποιηθεί από τους πολλούς, οι οποίοι πίστευαν γενικώς και αορίστως ότι «κάτι θα γίνει» και αυτή η πολιτική «θα αλλάξει» ως δια μαγείας…
Ποιος θυμάται την πάλαι ποτέ κυρίαρχη στην Ελλάδα βεβαιότητα ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος θα οδηγηθεί σε κούρεμα δήθεν πάνω στη βάση των αποφάσεων του Eurogroup; Η κυβέρνηση το εμφάνιζε ως δεδομένο, παρά το γεγονός ότι τόσο η προϋποθέσεις που είχαν τεθεί ήταν αδύνατο να επιτευχθούν, όσο και ότι το Βερολίνο είχε από την πρώτη στιγμή ξεκαθαρίσει ότι δεν θα συναινέσει.
Ποιος θυμάται την κυρίαρχη αντίληψη ότι αν κάνουμε «τα καλά παιδιά» οι «εταίροι» μας θα χαλαρώσουν το πρόγραμμα γιατί θα καταλάβουν, λέει, ότι η Ελλάδα δεν βγαίνει;. Και ποιος θυμάται, επίσης, ότι στα δύο πρώτα χρόνια μιλούσαμε με κύρια ορολογία την «αλληλεγγύη» των «εταίρων» και τη «βοήθεια» που παρέχουν στην Ελλάδα…
Ποιος θυμάται ότι το πρόγραμμα αυτό είχε μετρηθεί εξαρχής ότι δεν ήταν βιώσιμο και τότε η κυβέρνηση έλεγε «ναι αλλά θα γίνει», για να αποδειχθεί ότι τελικά δεν έγινε; Ποιος θυμάται από πού ξεκίνησε το δημόσιο χρέος και που έφτασε;
Όλα αυτά, απλώς ενδεικτικά. Η ουσία του θέματος είναι ότι το ελληνικό σύστημα δεν μπόρεσε ή/και δεν θέλησε να δει το τι πραγματικά συμβαίνει από την αρχή της κρίσης μέχρι σήμερα – το τελευταίο σύμπτωμα αυτής της τραγικής αναλυτικής αδυναμίας το είδαμε μόλις την περασμένη εβδομάδα με την υπόθεση του ΔΝΤ, την οποία όλοι πανηγύριζαν μη αντιλαμβανόμενοι που οδηγούσε την Ελλάδα και γιατί.
Τώρα, είμαστε δυστυχώς πάλι πρόθυμοι να κλείσουμε τα μάτια στην πραγματικότητα.