Μέσα στη γλυκιά απραξία των καλοκαιρινών διακοπών διαπίστωσα πόσο διαβρωτικό έχει γίνει το στρες για τους μαθητές όλων των βαθμίδων. Τα νέα (από τους παραθερίζοντες στο ίδιο με εμένα κομμάτι της Εύβοιας) ήταν καταιγιστικά. Μια ασθμαίνουσα μητέρα που έκανε εξοντωτικές τηλεφωνικές συνεντεύξεις σε υποψήφιες που θα αναλάμβαναν την κατ’ οίκον υποστήριξη του 8χρονου γιου της τη νέα σχολική χρονιά. Μια 15χρονη (άριστη μαθήτρια) που έβαλε τα κλάματα μόλις άκουσε το εφετινό πρόγραμμα του φροντιστηρίου. Δύο νεαροί γονείς που διαπληκτίζονταν (αγγλιστί) παρά θίν’ αλός για τις επιδόσεις της 9χρονης κόρης τους στα αγγλικά. Ενας 20χρονος που εγκατέλειψε με συμπτώματα υπερκόπωσης και κατάθλιψης (σύμφωνα τουλάχιστον με τη μαρτυρία του πατρός του) τις σπουδές του στο Λονδίνο.
Κάτι φαίνεται να πηγαίνει πολύ στραβά. Τα σημερινά παιδιά είναι τόσο επιβαρημένα με σχολικές υποχρεώσεις, οργανωμένες δραστηριότητες και βέβαια γονεϊκές προσδοκίες, που εμφανίζουν ήδη από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού συμπτώματα burnout μεγαλοστελέχους πολυεθνικής. Εχουν σχεδόν σταματήσει να παίζουν, έχουν σταματήσει να έχουν χρόνο για κάτι που δεν είναι «δομημένο» και «χρήσιμο» για το επαγγελματικό μέλλον τους.
Σύμφωνα με αμερικανική έρευνα για τον ελεύθερο χρόνο των παιδιών ηλικίας 6 έως 8 ετών, εν έτει 1997 τα παιδιά περνούσαν (σε σχέση με το 1981) 18% περισσότερο χρόνο στο σχολείο, 145% περισσότερο χρόνο διαβάζοντας για το σχολείο και 168% περισσότερο χρόνο κάνοντας ψώνια με τους γονείς τους! Αποτέλεσμα; Ο καθαρός χρόνος τους για παιχνίδι (συμπεριλαμβανομένου και του παιχνιδιού μπροστά σε μια οθόνη) περιορίζονταν (πάντα το 1997) σε μόλις 11 ώρες την εβδομάδα.
Τα παιδιά σήμερα μαθαίνουν με μοναδικό στόχο την επαγγελματική αποκατάσταση. Οπως μου έλεγε χαρακτηριστικά τις προάλλες ένας θορυβημένος μπαμπάς δύο εφήβων: «Eχεις ακούσει σήμερα κανένα παιδί να ονειρεύεται να γίνει κάτι; Να σου λέει «όταν θα μεγαλώσω θέλω να γίνω ωκεανολόγος ή κοινωνικός λειτουργός;»». Η παιδική ηλικία θυμίζει πλέον ένα εναγώνιο κυνήγι εκπαιδευτικών στόχων (με συνεχείς αξιολογήσεις, εξετάσεις κ.ο.κ.). Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι όλο και περισσότερα παιδιά ανά τον πλανήτη πάσχουν από το «άγχος των εξετάσεων» (test anxiety). Είναι τέτοια η εσωτερική πίεση να πετύχεις, που παραλύει το χέρι σου όταν πας να γράψεις. Σε περυσινό εκτενές άρθρο του με τίτλο «It’s Only a Test» το αμερικανικό «Time» εξέταζε την εν λόγω πανδημία «που μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες συνέπειες στη ζωή του ατόμου. Κάποιος, π.χ., που αγχώνεται υπερβολικά με ένα διαγώνισμα μαθηματικών, μπορεί να αποφεύγει συγκεκριμένα μαθήματα επιλογής και να στερεί εαυτόν από πολλά υποσχόμενες επαγγελματικές επιλογές».
Οι ίδιοι οι γονείς, βέβαια, συμβάλλουν τα μάλα στο να παραγκωνιστεί το πάθος για μάθηση (και να υποδαυλιστεί η ψύχωση με το τέλειο βιογραφικό). Η μαμά πίνει φρέντο με τις φίλες της και μιλάει για το άριστα της κόρης της στη Γλώσσα της Γ΄ Δημοτικού ή για το open class του μπαλέτου, ο πατέρας ζει και αναπνέει για την ημέρα που ο γιος θα πάρει το Zertifikat B2 στα γερμανικά. Οι ειδικοί έχουν φθάσει πλέον στο σημείο να ζητούν από τους γονείς να απομακρύνουν την καυτή ανάσα τους από τον (μονίμως σκυμμένο) σβέρκο των παιδιών, να σταματήσουν αυτή την ευνουχιστική υπερεμπλοκή στην ακαδημαϊκή ζωή τους, να πάψουν επιτέλους να τα «βοηθούν» (συχνά με ουρλιαχτά και απειλές) στο διάβασμα. Δεν είναι τυχαίο ότι η πρώτη αυτού του είδους έρευνα (για την επίδραση δηλαδή της γονεϊκής ανάμειξης στις ακαδημαϊκές επιδόσεις των παιδιών) που είδε μέσα στο 2014 το φως της δημοσιότητας αιφνιδίασε τους ίδιους τους ενορχηστρωτές της. Ο Κιθ Ρόμπινσον, καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Τέξας και ο Εϊντζελ Χάρις, της αυτής ειδικότητος στο Πανεπιστήμιο Ντιούκ, διαπίστωσαν εμβρόντητοι (αφού πρώτα μελέτησαν 63 εκφάνσεις της γονεϊκής συμμετοχής, όπως π.χ. στενό τσεκάρισμα του καθημερινού homework, επικοινωνία με δασκάλους, μαραθώνιες συζητήσεις περί επαγγελματικού προσανατολισμού) πως όταν οι γονείς ανακατεύονται υπερβολικά οι επιδόσεις καταβαραθρώνονται.
Ισως στην Ελλάδα της κρίσης να μην είμαστε ακόμη έτοιμοι για μια επανάσταση à la japonaise, όπως ήταν το 2002 η περίφημη «yutori kyōiku» (εκπαίδευση χωρίς πιέσεις). Τουλάχιστον ας χαλαρώσουμε λίγο αυτό το απάνθρωπο σφίξιμο στα παιδιά. Για να μην πάρουν στα σοβαρά αυτό που έλεγε ο Μαρκ Τουέιν χαριτολογώντας: «Δεν επέτρεψα ποτέ στα σχολικά μου χρόνια να ανακατευτούν με την εκπαίδευσή μου».
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2014
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ