Είναι αξιοθαύμαστη η επαγγελματική ευελιξία, να μη διστάζει κάποιος να αλλάξει κλάδο. Να έχει δηλαδή μια επιχείρηση και, όταν το απαιτούν οι καιροί, να αλλάζει αντικείμενο. Αυτό θα κάνουν τώρα οι τράπεζες, τώρα που πέρασε η μόδα της πίστωσης και των οικονομικών ανοιγμάτων. Οι τράπεζες θα το γυρίσουν στα κτηματομεσιτικά, διαμερισματάκια, παραθαλάσσια οικόπεδα με φως, νερό, τηλέφωνο. Προβλέπεται από τον Κώδικα Δεοντολογίας που επεξεργάστηκε η Τράπεζα της Ελλάδος. (Προσοχή: Δεν χλευάζουμε τον Στουρνάρα καθότι είναι ένας απλός κληρονόμος της πρότασης.)
Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι ο καταναλωτής δεν μπορεί να αποπληρώσει το στεγαστικό του δάνειο. Η Τράπεζα της Ελλάδος παραθέτει μια σειρά από ιδέες που θα τον διασώσουν, χωρίς βεβαίως να δημιουργήσουν πρόβλημα στον δανειστή. Θα μπορεί, λοιπόν, ο κακοπληρωτής να χαρίσει το σπίτι στην τράπεζα αλλά να ζει μέσα πληρώνοντας ενοίκιο. Δεν τίθεται κάποιο ζήτημα επιστροφής κεφαλαίου στον δανειολήπτη, ακόμη και αν βρισκόταν κοντά στην εξόφληση του δανείου. Το απλό ερώτημα «πώς γίνεται να υπάρχουν χρήματα για ενοίκιο αλλά όχι για τη δόση» παραμένει αναπάντητο.
Συμφέρει τις τράπεζες μια τέτοια ρύθμιση; Μάλλον όχι, παρεκτός αν προτίθενται να προσλάβουν υδραυλικούς και μαραγκούς, να επισκευάσουν τα σπίτια ώστε να ανεβεί η αξία και να προσπαθήσουν να τα πουλήσουν στη νεκρή αγορά ακινήτων. Και τι θα γίνει εάν εμφανιστούν μερικές χιλιάδες «συνεργάσιμοι δανειολήπτες» που θέλουν να δώσουν ακίνητα στις τράπεζες; Τίποτε δεν θα γίνει. Το ερώτημα είναι ρητορικό και πέφτει κάτω. Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δεν θα δεχτούν να κάνουν την εξυπηρέτηση επειδή δεν θέλουν να αλλάξουν αντικείμενο. Η δουλειά τους είναι να πωλούν χρήμα και ουδέποτε εκδήλωσαν την επιθυμία να αλλάξουν κλάδο.
Πέρα από τη φαιδρή πρόταση για την επιστροφή του ακινήτου, ο Κώδικας θα περιλαμβάνει και άλλες ανεφάρμοστες προτάσεις. Κουρέματα, μείωση επιτοκίων και άλλα τόσο παράξενα που μοιάζουν βγαλμένα από την Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων. Πάει, δηλαδή, ο καταναλωτής ως άλλη Αλίκη στον Καπελά και του λέει: «Θα μου μειώσετε, παρακαλώ, το επιτόκιο;». Και ευθύς αμέσως το επιτόκιο μειώνεται. Κι αν δεν μειωθεί; Κι αν ο δανειολήπτης θυμώσει και αρχίσει να φωνάζει και κάνει παύση πληρωμών, λέγοντας ότι ήταν άλλες οι εποχές με τα πανύψηλα επιτόκια; Τότε θα τον χαρακτηρίσουν «μη συνεργάσιμο» και θα γίνει το επόμενο βήμα, όπερ σημαίνει πλειστηριασμός κατοικίας.
Οι πλειστηριασμοί αποτελούν πάγιο αίτημα της τρόικας, αλλά η κυβέρνηση στύλωσε τα πόδια. Τα ακίνητα δεν θα πωλούνται στο 1/3 της αντικειμενικής αξίας τους αλλά στα 2/3. Η έμφαση στη λεπτομέρεια, χωρίς να εστιάζει κανείς στο θεμελιώδες: οι τράπεζες είναι επιχειρήσεις και όλες οι επιχειρήσεις κάποια στιγμή παίρνουν ρίσκο. Τα χρόνια της ευμάρειας οι τράπεζες υπήρξαν εξίσου απερίσκεπτες με τους καταναλωτές τους. Μοίραζαν αφειδώς τα δάνεια σε άτομα που δεν είχαν εχέγγυα αποπληρωμής. Τους ενδιέφερε τότε το μερίδιο στην αγορά και τα στελέχη ενθαρρύνονταν στην επικίνδυνη διάθεση του χρήματος.
Θα φανταζόταν κάποιος λογικός άνθρωπος ότι ο κακός υπολογισμός είναι σε βάρος του απερίσκεπτου επιχειρηματία.
Φευ, τη ζημιά των τραπεζών, οποτεδήποτε υπήρξε, πληρώνει το κράτος, δηλαδή ο φορολογούμενος. Οπερ σημαίνει ότι ο καταναλωτής που θα χάσει το σπίτι του επειδή έμεινε πίσω στην αποπληρωμή του στεγαστικού δανείου, έχει ο ίδιος χρηματοδοτήσει τη διάσωση των τραπεζών. Κάποιες φορές χρηματοδότησε και ψευδοτράπεζες, αλλά ας μην μπούμε σε λεπτομέρειες για την Proton, ας μην επικεντρωθούμε στον Ευάγγελο Βενιζέλο που αποφάσισε με δημόσιο χρήμα να πληρώσει τα σπασμένα της αυτοσχέδιας τράπεζας.
Φευ, τη ζημιά των τραπεζών, οποτεδήποτε υπήρξε, πληρώνει το κράτος, δηλαδή ο φορολογούμενος. Οπερ σημαίνει ότι ο καταναλωτής που θα χάσει το σπίτι του επειδή έμεινε πίσω στην αποπληρωμή του στεγαστικού δανείου, έχει ο ίδιος χρηματοδοτήσει τη διάσωση των τραπεζών. Κάποιες φορές χρηματοδότησε και ψευδοτράπεζες, αλλά ας μην μπούμε σε λεπτομέρειες για την Proton, ας μην επικεντρωθούμε στον Ευάγγελο Βενιζέλο που αποφάσισε με δημόσιο χρήμα να πληρώσει τα σπασμένα της αυτοσχέδιας τράπεζας.
Στο διά ταύτα. Από όσα είχαν κοινοποιηθεί προ μηνών και από όσα αφέθηκαν να διαρρεύσουν περί Κώδικα Δεοντολογίας της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων, διαπιστώνουμε ότι ο δανειολήπτης δεν έχει καμία διαπραγματευτική ισχύ. Οι τράπεζες δεν είναι υποχρεωμένες να αποδεχτούν τα αιτήματα, δεν πιέζονται να δώσουν λύση με την οποία να ζημιώνονται. Το όλο θέμα είναι αν αντί για τεράστιο κέρδος θα έχουν μεσαίο κέρδος.
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 31 Αυγούστου 2014
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ