Το δράμα που ζουν οι απολυθείσες καθαρίστριες του υπουργείου Οικονομικών χάρη στην αγωνιστική εμμονή τους, που την τροφοδοτούν τα τηλεοπτικά μέσα με την καθημερινή προβολή των συμπλοκών που επιδιώκουν με την Αστυνομία έξω από το υπουργείο, το συμμερίζονται όλοι οι τηλεθεατές και το καπηλεύονται όλοι οι αυτόκλητοι υπερασπιστές κάθε θορυβώδους και βίαιης διαμαρτυρίας. Εχω κατ’ επανάληψιν τονίσει ότι όταν ένας άνθρωπος μείνει ξαφνικά άνεργος, που σημαίνει χωρίς εισόδημα, με χρέη που δεν μπορεί να πληρώσει, με μηδενική αγοραστική δύναμη, χωρίς μέλλον, τότε όλα τα άλλα τού είναι αδιάφορα. Αν, π.χ., θα παραμείνει η κυβέρνηση ή θα καταρρεύσει, αν θα γίνει αναθεώρηση του Συντάγματος ή πότε η εκλογή νέου Προέδρου της Δημοκρατίας και όλα αυτά τα συναρπαστικά για τους βολεμένους και χωρίς παραμικρό ενδιαφέρον όχι μόνο για τις καθαρίστριες αλλά και για κάθε άλλον που έχασε τη δουλειά του.
Για να κάνουμε όμως το πρόβλημα των καθαριστριών δικό μας πρόβλημα, ας σκεφθούμε ως άμεσα ενδιαφερόμενοι. Λίγο ως πολύ στα περισσότερα σπίτια χρησιμοποιούμε τις υπηρεσίες μιας παραδουλεύτρας ή κάποιας οικιακής βοηθού. Οταν όμως δεν κάνει καλά τη δουλειά της ή απαιτεί περισσότερα, τη διώχνουμε και παίρνουμε άλλη. Ή κάνουμε την καθαριότητα μόνοι μας. Οπως και όταν τα οικονομικά μας δεν μας επιτρέπουν να συνεχίσουμε ιδιαίτερα μαθήματα για τα παιδιά μας. Ποιος θα διενοείτο να απαιτήσει να μην έχουμε το δικαίωμα να τερματίσουμε τη συνεργασία με όλους αυτούς τους εργαζομένους; Τολμά ο κ. Τσίπρας, ο κ. Κουτσούμπας ή ο κ. Κουίκ να απαιτήσουν να συνεχίσουμε να πληρώνουμε μια καθαρίστρια, έναν εκπαιδευτικό, έναν γυμναστή, έναν κηπουρό ενώ δεν έχουμε πια την οικονομική δυνατότητα ή επειδή βρήκαμε άλλον καλύτερο ή φθηνότερο; Πιστεύω ότι ούτε και ο πιο λαϊκιστής θα σκεφτόταν να το απαιτήσει. Και κανένας μας δεν θα δεχόταν να του υπαγορεύουν ή να του απαγορεύουν τι θα κάνει στο σπίτι του.
Το ίδιο λογικά θα έπρεπε να ισχύει και για το κράτος. Δεν θέλει αυτές τις καθαρίστριες ή δεν θέλει πια τόσες καθαρίστριες –και μάλιστα μόνιμες. Προτιμά λιγότερες και φθηνότερες και να τις αλλάζει αν δεν του κάνουν. Είναι βέβαια τραγικό σε προσωπικό επίπεδο ότι οι κυρίες δημόσιοι υπάλληλοι έμειναν ξαφνικά άνεργες. Στη θέση τους όμως εργάζονται σήμερα κάποιες άλλες, με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου, που επίσης είχαν ανάγκη για δουλειά. Αν επαναπροσληφθούν οι απολυθείσες, τότε αναποφεύκτως θα απολυθούν αυτές που τις αντικατέστησαν. Γι’ αυτές θα ενδιαφερθεί κανείς; Και τι θα γίνει αν αρχίσουν να συρρέουν κι εκείνες έξω από το υπουργείο Οικονομικών απαιτώντας να επαναπροσληφθούν; Ποιος θα τους συμπαρασταθεί; Φοβούμαι κανείς. Οχι μόνο γιατί θα ήταν παράλογο να επαναπροσληφθούν και αυτές, αλλά επειδή δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι και εργάζονταν στον ιδιωτικό τομέα. Κάθε μέρα απολύονται χιλιάδες συνάνθρωποί μας και σ’ αυτόν κανένας δεν αγωνίζεται για την επαναπρόσληψή τους. Ούτε καν η καθαρίστρια κυρία Κούνεβα, αν δεν κάνω λάθος. Ισως γιατί αναβαθμίστηκε σε ευρωβουλευτή.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ