Τελικά, όσο κι αν μοιάζει με λεκτικό παίγνιο έχει δυστυχώς ουσιώδη πραγματική σημασία: ζούμε εγκλωβισμένοι στον τεχνητό παράδεισο της δόσης μας. Από χθες που το Eurogroup έλαβε τη σχετική απόφαση εκταμίευσης στην κατά κάποιο τρόπο πανηγυρική συνάντησή του στην Αθήνα, έχει καταβληθεί μία τεράστια προσπάθεια να νιώσουμε ότι βρισκόμαστε σε… άλλη χώρα, με διαρκείς ενέσεις αισιοδοξίας που, όμως, ελάχιστα ανταποκρίνονται στο σύνολο της πραγματικότητας. Σε ένα μέρος της ίσως ναι, αλλά, σε ένα άλλο, που ενεδρεύει εκρηκτικά για την οικονομία, την κοινωνία και τη δημοκρατία στην Ελλάδα, όχι: η κατάσταση παραμένει απελπιστική.
Ο μόνος που εξαιρείται από όλη αυτή τη χαρούμενη ατμόσφαιρα των τεχνιτών παραδείσων, είναι – και έχει πολύ ενδιαφέρον, ο κύριος “παίκτης” αυτής της πολιτικής, ο πρωταγωνιστής της γερμανός υπουργός Οικονομικών Σόιμπλε, ο οποίος μίλησε μεν θετικά και για πρόοδο, αλλά ούτε διανοήθηκε να αφήσει παράθυρα βελτίωσης του προγράμματος, ούτε δέχεται ότι η λιτότητα αυτής της ακραίας μορφής βλάπτει, ούτε, πολύ περισσότερο, δέχθηκε να μετάσχει στη μάλλον φαιδρή συζήτηση για το ελληνικό χρέος, στην οποία μιλούν όλοι πλην του ιδίου, από τον οποίο όμως θα ληφθούν και οι ουσιαστικές αποφάσεις και ο οποίος έχει αμέτρητες φορές δηλώσει τη διαφωνία του.
Έτσι, τώρα, σε λίγες ημέρες περιμένουμε και την καγκελάριο Μέρκελ στην Αθήνα, σε μια προσπάθεια προεκλογικής στήριξης της κυβέρνησης, να πει τα ίδια που γνωρίζουμε, έστω και πασπαλισμένα με διάφορα “μπράβο” και “ζήτω” για την πορεία της Ελλάδας. Ο πρωθυπουργός θα την υποδεχθεί με τις δέουσες τιμές και επαναλαμβάνοντας τα όσα εντελώς ακατανόητα είπε και χθες στο Ζάππειο: ότι δήθεν η Ευρώπη είναι σήμερα πιο ενωμένη από ποτέ – ας περιμένουμε τις ευρωεκλογές και θα δούμε σχετικά με αυτό.
Το ερώτημα όμως εν προκειμένω είναι άλλο: τη σκέφτηκαν καλά αυτή την επίσκεψη; Ή μήπως, τελικά, τους φέρει τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα από εκείνα που προσδοκούν;