ΤΟ ΒΗΜΑ – The Project Syndicate
Η δραματική μάχη ανάμεσα στο τουρκικό κυβερνών κόμμα Ανάπτυξης και Δικαιοσύνης (ΑΚΡ) και τον μέχρι πρότινος σύμμαχο του, το θρησκευτικό κίνημα Χιζμέτ που καθοδηγείται από τον αυτοεξόριστο κληρικό Φετιουλάχ Γκιουλέν, αποδεικνύει τις μαζικές παρανομίες στις οποίες υπέπεσαν και οι δυο αυτές ομάδες προκειμένου να παγιώσουν την κυριαρχία τους.
Εισαγγελείς που θεωρούνται πως είναι φίλα προσκείμενοι στον Γκιουλέν ξεκίνησαν μια ευρείας κλίμακας έρευνα για απάτη και διαφθορά που πήγε τόσο μακριά, ώστε πλέον εμπλέκει τέσσερις υπουργούς της κυβέρνησης Ερντογάν και φτάνει μέχρι τον ίδιο τον γιο του πρωθυπουργού της Τουρκίας.
Ο Ερντογάν και οι σύμβουλοι του ανταπάντησαν στις επιθέσεις αυτές, κατηγορώντας τον Γκιουλέν πως απεργάζονται εν «γραφειοκρατικό πραξικόπημα» και χρησιμοποιούν βρώμικα κόλπα, όπως το «φύτεμα» αποδείξεων εναντίον στρατιωτικών που είχαν καταδικαστεί πέρσι ότι συνωμοτούσαν να ανατρέψουν τον Ερντογάν μέχρι εκτεταμένες [και ανεπίσημες] υποκλοπές συνομιλιών.
Επίσης, όπως ισχυρίζονται, οι υποστηρικτές του Γκιουλέν έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν μέσα στην Τουρκία ένα κράτος εν κράτει.
Οι Γκιουλενιστές, από την άλλη, έχουν «ντύσει» την πολεμική τους εκστρατεία εναντίον του πρωθυπουργού με τον μανδύα της έρευνας για διαφθορά. Όμως, όσοι γνωρίζουν περί Τουρκίας, είναι ήδη εξοικειωμένοι με το γεγονός πως σίγουρα υπήρξε διαφθορά όσον αφορά σε πολλά κατασκευαστικά έργα στη χώρα.
Αλλά η έρευνα για τη διαφθορά είναι ξεκάθαρα πολιτικά υποκινούμενη και ο Ερντογάν έχει δίκιο να αναρωτιέται για τα κίνητρα των εισαγγελέων –παρόλο που είναι ο ίδιος αυτός που έδωσε εξαρχής τόσα περιθώρια ελευθερίας και δράσης στο κίνημα του Γκιουλέν.
Πριν από τρεισήμισι χρόνια ο Ερντογάν είχε τη χρυσή ευκαιρία, αμέσως μετά το συνταγματικό δημοψήφισμα του Αυγούστου του 2010, να κάνει μια σειρά από κινήσεις και να παγιώσει την εξουσία του. Θα μπορούσε να έχει αποκηρύξει τα δικαστικά κολπάκια και την χειραγώγηση των ΜΜΕ που είχαν δώσει τη δυνατότητα στο καθεστώς του να πάρει την εξουσία. Εκείνο τον καιρό, έγραφα πως «αν ο Ερντογάν δεν αλλάξει σύντομα πορεία, τότε η Τουρκία θα γίνει ακόμη πιο αυταρχική, οι πολιτικοί διαχωρισμοί θα γίνουν ακόμη πιο έντονοι και μια πολιτική κρίση θα είναι αναπόφευκτη».
Δυστυχώς, έπεσα μέσα στη πρόβλεψη μου. Σήμερα ο πρωθυπουργός έχει ακόμη λιγότερες επιλογές, αλλά έχει ακόμη τη δυνατότητα να αντιστρέψει τη κατάσταση καθώς οι μηχανορραφίες των γκιουλενιστών στη δικαστική εξουσία έχουν στρέψει όλες τις πλευρές εναντίον τους: εθνικιστές, κούρδοι ακτιβιστές, κοσμικοί, παραδοσιακοί ισλαμιστές, σοσιαλιστές και φιλελεύθεροι, όλοι τους έχουν πληγεί κάποια στιγμή από τις ίντριγκες αυτές.
Ο Ερντογάν θα μπορούσε να κινητοποιήσει έναν συνασπισμό πέραν του ΑΚΡ προκειμένου να υποστηρίξει μια σειρά από μεταρρυθμίσεις με στόχο την επαναφορά της δικαστικής εξουσίας στην πρότερη και κανονική της μορφή και ρόλο. Απ’ ότι φαίνεται όμως, δεν δείχνει διατεθειμένος να εκμεταλλευτεί ούτε αυτή την τελευταία ευκαιρία. Αντ’ αυτού προτιμάει να ανταπαντήσει με ακόμη μεγαλύτερο αυταρχισμό, με τον απ’ ευθείας διορισμό δικαστικών από την κυβέρνηση, το υπουργείο Δικαιοσύνης.
Οι υποστηρικτές του έχουν αρχίσει να επιδίδονται σε μια εκστρατεία λασπολόγησης του Γκιουλέν, τακτικές που θυμίζουν τις αντίστοιχες των γκιουλενιστών. Ο Ερντογάν πιστεύει πως θα διατηρήσει τη δημοτικότητα του και να καταφέρει να ξεπεράσει τη κρίση χωρίς καν να επεκτείνει το συνασπισμό του. Η διαμάχη ανάμεσα στον πρωθυπουργό και το κίνημα του Γκιουλέν έχει κλιμακωθεί σε σημείο που είναι δύσκολο πλέον να φανταζόμαστε μια πιθανή συμφιλίωση τους.
Τα καλά νέα είναι πως όλη αυτή η κόντρα αφήνει να διαφανούν τα φαινόμενα διαφθοράς και δικαστικής χειραγώγησης, πάνω στα οποία βασίζεται το καθεστώς του Ερντογάν.
Απ’ την άλλη, τα κακά νέα είναι ότι, ανεξάρτητα με το ποιος θα επικρατήσει, ο μεγάλος χαμένος θα είναι η ίδια η Τούρκικη δημοκρατία, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, έως ότου κάνουν την εμφάνιση τους οι πραγματικά δημοκρατικές δυνάμεις.
*Ο Dani Rodrik είναι καθηγητής Κοινωνικής Επιστήμης στο Ινστιτούτο Προηγμένων Σπουδών στο Πρίνστον των ΗΠΑ