Είχα την τύχη να κάνω συζητήσεις, που είχαν για μένα εκπαιδευτική αξία, με τους δύο μεγάλους της μεταπολίτευσης, τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον Ανδρέα Παπανδρέου. Την εποχή εκείνη το ειδικό πολιτικό μου βάρος ήταν περιορισμένο. Ούτε η κομματική μου επιρροή ούτε η προβολή μου από τα μέσα ενημέρωσης και ασφαλώς όχι η θέση μου στην κυβερνητική ιεραρχία εξασφάλιζαν τέτοιου είδους προνόμιο. Και ο ένας και ο άλλος είχαν όμως έντονο ενδιαφέρον για τα ευρωπαϊκά ζητήματα. Και με θεωρούσαν μια καλή πηγή πληροφοριών. Την εμπειρία μου με τον Ανδρέα Παπανδρέου, που ήταν και πιο σύνθετη, την έχω περιγράψει με αρκετές λεπτομέρειες στο βιβλίο «Με τον Ανδρέα στην Ευρώπη» (Εκδόσεις Πατάκη). Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αξιοποιούσε την ιδιαίτερη δυνατότητα επαφής, που είχε δημιουργηθεί μεταξύ μας, για να επεκτείνεται στην κρίσιμη δεκαετία 1955-1965 και να εξηγεί την πολιτική του σε έναν εκπρόσωπο εκείνης της γενιάς, που τον αμφισβήτησε και τον πολέμησε με πάθος μέχρι να τον διώξει από την εξουσία, χωρίς να έχει μεσολαβήσει η λαϊκή ετυμηγορία.
Ενα από τα συνηθισμένα θέματά του ήταν η αναφορά στις δημοκρατικές και προοδευτικές μεταρρυθμίσεις που ήταν ο ίδιος έτοιμος να κάνει για να ξεπεραστούν εντελώς τα μετεμφυλιακά κατάλοιπα. Συνήθως αυτή η αναφορά τελείωνε με τη φράση: «Δεν με άφηνε όμως βλέπεις το μαγαζάκι. Τα περισσότερα κομματικά στελέχη, ακόμα και οι πιο μορφωμένοι από αυτούς, δεν ήταν έτοιμα να διακινδυνεύσουν τέτοιες αλλαγές».
Θυμήθηκα τους μακαρίτες διαβάζοντας στις εφημερίδες αυτής της εβδομάδας τον προβληματισμό, που πυκνώνει εν όψει της προεκλογικής περιόδου, για τις ευρωπαϊκές και τοπικές εκλογές. Ενα τετράμηνο μόνο μας χωρίζει από αυτήν και αν λάβει κανείς υπόψη του τη Μεγάλη Εβδομάδα, ακόμα λιγότερο. Δεν θα έπρεπε τα «μαγαζάκια» να έχουν επισημάνει με τρόπο συμφέροντα στη χώρα, και γιατί όχι και στην παράταξή τους γενικότερα, ποια είναι η σωστή στρατηγική;
Ας ξεκινήσουμε από τη Νέα Δημοκρατία. Είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου για την οικονομία και την κοινωνία μας η παραμονή της κυβέρνησης Σαμαρά στην εξουσία, μέχρι να δρομολογηθεί μια βιώσιμη λύση για το πρόβλημα του χρέους. Με άλλα λόγια έχουμε απόλυτη ανάγκη την κυβερνητική σταθερότητα μέχρι το τέλος του 2014. Βεβαίως τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών σε καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν ανέτρεψαν την κυβέρνηση. Ούτε σε εμάς στο παρελθόν. Πολύ πρόσφατα, πέρα από τη γενικότερη και φυσική μέχρις ενός σημείου θριαμβολογία, η αντιπολίτευση δεν αναζήτησε κανένα τέτοιου είδους δικαίωμα. Οι κυβερνήσεις αναδεικνύονται με εθνικές εκλογές που διεξάγονται για την ανανέωση της εθνικής αντιπροσωπείας, δηλαδή της Βουλής.
Εμείς δεν είμαστε όμως μια χώρα σαν τις άλλες. Είμαστε η πέμπτη σε ανθρώπινες απώλειες χώρα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Η ένοπλη αντίστασή μας εναντίον του φασισμού και του ναζισμού έχει γραφτεί στις πιο χρυσές σελίδες της ιστορίας της ευρωπαϊκής δημοκρατίας. Σήμερα όμως, 1 στους 10 έλληνες πολίτες ψηφίζει με επιμονή, χωρίς να μπορεί πια να δικαιολογείται ότι δεν γνώριζε, το κόμμα που έχει ίνδαλμά του τον Χίτλερ και τον Μουσολίνι και πρότυπο οργάνωσής του τα SS.
Αφού τελείωσε ο αντιναζιστικός πόλεμος, ο λαός μας είναι ο μόνος στην Ευρώπη που υπέστη την ένοπλη σταλινική προσπάθεια ανατροπής του κοινωνικού του συστήματος. Γλιτώσαμε το φρικτό μέλλον που υπέστησαν μέχρι το 1990 οι χώρες όπου υπερίσχυσε ο κομμουνισμός, με μικρότερη ή μεγαλύτερη βοήθεια του σοβιετικού στρατού. Σε όλη τη διάρκεια αυτού του αγώνα οι δημοκρατικοί θεσμοί δεν έπαψαν ούτε στιγμή να λειτουργούν.
Τέλος, από το 1967 ως το 1974, μας επιβλήθηκε μια τριτοκοσμική αμερικάνικης έμπνευσης δικτατορία που έφυγε και αυτή κατησχυμένη μέσα σε ένα λουτρό αίματος αφού υποθήκευσε, ίσως ανεπανόρθωτα, την ελληνικότητα της Κύπρου.
Και όμως σήμερα νεοσταλινικοί, δήθεν αναρχικοί, προγονολάτρες, δημαγωγοί και λαϊκιστές της εσχάτης υποστάθμης συγκεντρώνουν την εμπιστοσύνη του 35% περίπου του εκλογικού σώματος.
Σήμερα βρισκόμαστε στα πρόθυρα μιας απόπειρας ανατροπής του δημοκρατικού πολιτεύματος. Πρώτο κόμμα στις δημοσκοπήσεις είναι ο ΣΥΡΙΖΑ που εκδηλώνει ανερυθρίαστα τέτοιες προθέσεις. Ο ελληνικός λαός, για λόγους που κάποτε θα αποπειραθεί να εξηγήσει ανώφελα πια η ιστορία, είναι έτοιμος να οδηγήσει την κοινωνία σε χάος και το πολίτευμα σε διάλυση. Οι ευθύνες της ηγεσίας της Νέας Δημοκρατίας είναι κολοσσιαίες.
Οι αναμετρήσεις που επέρχονται δεν είναι δυνατόν να έχουν κομματικό χαρακτήρα. Τα μαγαζάκια πρέπει να μπουν στο περιθώριο. Οι λύσεις είναι προφανείς:
  • Ενιαίο ψηφοδέλτιο που θα στηριχτεί χωρίς ιδιοτέλεια και τάσεις οικειοποίησης από τις δημοκρατικές, συνταγματικές, ευρωπαϊκές δυνάμεις που στηρίζουν τις μεταρρυθμίσεις. Δηλαδή από τη Νέα Δημοκρατία, το ΠαΣοΚ και όσους θέλουν να προσέλθουν σε αυτόν τον πανελλήνιο εθνικό συναγερμό. Το ψηφοδέλτιο πρέπει να συγκροτηθεί από εξέχουσες προσωπικότητες κοινής εμπιστοσύνης που δεν θα έχουν διαδραματίσει οποιονδήποτε ρόλο στην πολιτική ζωή από το 1974 και μετά και θα εκφράζει μια ισορροπία ανάμεσα στους διάφορους πολιτικούς χώρους λαμβάνοντας υπόψη τα τελευταία εκλογικά αποτελέσματα και τις έγκυρες δημοσκοπήσεις.
  • Στήριξη διευρυμένων ψηφοδελτίων τοπικής εμβέλειας για τις πόλεις, για τους δήμους και τις περιφέρειες. Οι μεγάλες πόλεις της χώρας, Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πειραιάς, Βόλος, Ηράκλειο, Ιωάννινα και άλλες, έχουν καταξιωμένους δημάρχους. Το ίδιο ισχύει και για την περιφέρεια Αττικής, όπου ο σημερινός περιφερειάρχης είναι πέρα από κάθε αμφισβήτηση με βάση το έργο και την προσωπικότητά του.
Τα μαγαζάκια και εδώ θα πρέπει να μπουν στο περιθώριο. Είμαι βέβαιος ότι ο μισός περίπου ελληνικός λαός έχει απορρίψει το μέτωπο του παραλόγου που συγκροτούν φασίστες, κομμουνιστές και λαϊκιστές, είναι έτοιμος να στηρίξει τέτοιες λύσεις, που θα ανταποκρίνονται στις ανάγκες της εποχής και θα δώσουν στη χώρα την πολιτική σταθερότητα που έχει ανάγκη.
Ας τολμήσει ο κ. Σαμαράς και ας σταθούν στο πλευρό του και οι άλλοι. Ετσι, θα γράψουν το όνομά τους στην ιστορία και δεν θα είναι συνένοχοι σε μια ακόμα συλλογική αυτοκτονία, από αυτές που συνηθίζουμε να διαπράττουμε κάθε δέκα περίπου χρόνια σε βάρος του εαυτού μας και της πατρίδας μας.
Ο κ. Θεόδωρος Πάγκαλος είναι πρώην υπουργός.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ