Το μεγαλύτερο σφάλμα που κάνουν οι πολιτικοί μας όχι τώρα αλλά εδώ και πάρα πολλά χρόνια, είναι το να εξωραίζουν την πραγματικότητα: είναι η πανίσχυρη παλαιοκομματική τους ανάγκη να κάνουν το άσπρο μαύρο προκειμένου να ταιριάξει με την εικόνα που επιθυμούν να μεταδώσουν.
Πίσω από αυτό κρύβεται μια λογική που θέλει τους πολίτες ουσιαστικά ανεύθυνους: πρέπει να τους πει κανείς καλές κουβεντούλες για να είναι ευχαριστημένοι. Και προιόν αυτής της αντίληψης είναι τελικά ένα πολιτικό σύστημα που έχει καταστεί ανεξέλεγκτο, με τα αποτελέσματα που ξέρουμε όλοι. Ομως, ακόμα και αυτή η ωραιοποίηση, ε, πρέπει να έχει και κάποια όρια…
Οι χθεσινές πρωθυπουργικές δηλώσεις σχετικά με την ελληνική προεδρία και την “καλύτερη και περισσότερη Ευρώπη” στη δημιουργία της οποίας σκοπεύει αυτή να συμβάλει ξεπερνούν δυστυχώς αυτά τα όρια. Και μάλιστα άνευ λόγου.
Πρώτον, επειδή η Ευρώπη και η πορεία της δεν πρόκειται να επηρεαστούν στο ελάχιστο από καμία προεδρία και δη την ελληνική: ο ρόλος κάθε προεδρίας είναι αντίστοιχος με εκείνον μίας υψηλής γραμματείας, η οποία κάνει περισσότερο τον τροχονόμο παρά σχεδιάζει και καθορίζει πολιτικές. Αυτό το γνωρίζουν απάντες όσοι έχουν ελάχιστη έστω σχέση με τη δομή των Βρυξελλών και φυσικά ο πρωθυπουργός είναι ένας εξ αυτών.
Δεύτερον, και πολύ πιο ουσιώδες, είναι ότι η Ευρώπη σήμερα δεν γίνεται ούτε περισσότερη, ούτε καλύτερη. Αντίθετα, σύμφωνα με όλες τις μετρήσεις της κοινής γνώμης σε όλες σχεδόν τις χώρες μέλη της η Ευρώπη μέρα με τη μέρα χειροτερεύει – και το γιατί το ξέρουμε όλοι. Δεν είναι άνευ λόγου που οι ευρωπαίοι πολίτες όχι μόνον στο νότο αλλά και στο βορρά, έστω και για αντίθετους λόγους, γυρνούν όλο και πιο πολύ την πλάτη σε εκείνο που διαρκώς μεταλλάσσεται η Ευρώπη. Κάποιοι λόγοι υπάρχουν. Δεν τρελλάθηκαν μαζικά. Το να τους λες λοιπόν ότι θα φτιάξεις καλύτερη και περισσότερη Ευρώπη μέσα σε αυτές τις συνθήκες, είναι απλώς κοροιδία. Και η εποχή είναι πολύ σοβαρή για να σηκώνει τέτοιου είδους ελαφρότητες.
Τρίτον, ακόμα περισσότερο συμβαίνει αυτό όταν κάποιος προέρχεται από μία τόσο χειμαζόμενη χώρα. Στο τέλος τέλος, δεν υπάρχει κανένας λόγος ο Ελληνας πρωθυπουργός να υπερθεματίζει σήμερα σε μια τέτοια κατεύθυνση. Είναι περίπου προσβλητικό για τη νοημοσύνη, ειδικά των Ελλήνων, και προκαλεί και κάποια όχι χρήσιμη σύγχηση στους άλλους λαούς: όταν ακούν στις ειδήσεις τους στην Ολλανδία ή στο Βέλγιο τον Ελληνα πρωθυπουργό να είναι τόσο πια χαρούμενος για την πορεία της Ευρώπης και τόσο σίγουρος για το μέλλον της, τελικά, πώς στο καλό να καταλάβουν τι πραγματικά συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα; Τι μήνυμα στέλνει; Και ποιον αντιπροσωπεύει πραγματικά αυτό το μήνυμα;
Από το να λιβανίζουμε λοιπόν την εκτρωματική Ευρώπη της γερμανικής κυριαρχίας την ώρα που το μεγαλύτερο επίτευγμά της είναι η εκτίναξη του ευρωσκεπτικισμού και η ραγδαία άνοδος των πολιτικών άκρων, θα ήταν πολύ πιο χρήσιμο και παραγωγικό λ.χ. να θέταμε ως προεδρεύουσα χώρα τα αληθινά ερωτήματα σχετικά με το γιατί οι Ευρωπαίοι πολίτες εμπιστεύονται ημέρα με την ημέρα λιγότερο την Ενωση. Θα ήταν πολύ πιο χρήσιμο να ανοίγαμε μια πραγματική συζήτηση για την άνοδο των άκρων και τις πολιτικές αιτίες της. Θα ήταν πολύ πιο παραγωγικό να εισηγηθούμε τρόπους για να κλείσει το χάσμα αντιπροσώπευσης που όλο και μεγαλώνει μεταξύ των πολιτών και των δομών αποφάσεων. Κι επιτέλους, αν όλα αυτά δεν τα μπορούμε, δεν τα θέλουμε, ή απλώς δεν τολμάμε να τα αγγίξουμε, ε, υπάρχει πάντα και η ταπεινή, τίμια σιωπή…